Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Η προσπάθεια αυτονόμησης της Καταλονίας, πέραν των σοβαρών προβλημάτων που δημιούργησε σε συνταγματικό και γενικότερα θεσμικό επίπεδο, έφερε στο προσκήνιο για πρώτη φορά με τόση ένταση τις διαφορές ανάμεσα στα οικονομικά εύρωστα αστικά κέντρα και την υπόλοιπη ενδοχώρα.
Στην Ισπανία το ζήτημα τέθηκε κατά κύριο λόγο λόγω μεγάλων εισοδηματικών ανισοτήτων ανάμεσα σε ορισμένα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας (Καταλονία, Ανδαλουσία και Μαδρίτη) και την υπόλοιπη, οικονομικά καθυστερημένη, Ισπανία. «Γιατί να πληρώνουμε εμείς για τους άλλους» τέθηκε με έμφαση από τους εξεγερμένους Καταλανούς.
Δεν υπάρχει ουσιαστικό ιστορικό περιεχόμενο στην σύγκρουση. Δημιουργία της Ισπανίας προήλθε από συνένωση βασιλείων Ανδαλουσίας και Καταλονίας, μέσω γάμου Φερδινάνδου και Ισαβέλλας, στην οποία προσέτρεξαν αργότερα η Καστίλη και η Λεόν. Για αιώνες λειτουργούσε αυτή η ένωση. Που διαταράχθηκε κατά καιρούς λόγω πολιτικών αντιθέσεων και κοινωνικών διαφορών.
Με την ένταξη στην Ευρώπη η ενότητα άρχισε να κλονίζεται όταν η Καταλονία άρχισε να διαβλέπει ομοιότητες με άλλες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης και λιγότερες με άλλα διαμερίσματα της Ισπανίας. Το ζήτημα όμως όχι μόνο οικονομικό, αλλά βαθύτερο.
Η ιδέα να μην υπάρχουν κράτη μπορεί να ακούγεται για πολύ κόσμο ακατανόητη. Ας σκεφθεί όμως κάποιος πως «κράτη» δημιουργήθηκαν γενικότερα μόλις κοντά στα τέλη του 18ου αιώνα. Στη Συνθήκη της Βεστφαλίας (1618-1648), που σηματοδότησε το τέλος του 30ετούς Πολέμου στην Ευρώπη, περιελήφθηκαν θέματα που αφορούσαν στο Βασίλειο της Γαλλίας, τη Σουηδική Αυτοκρατορία, αλλά και ηγεμόνες διαφόρων Ελευθέρων Αυτοκρατορικών πόλεων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σε θέση παρατηρητή έλαβαν μέρος με εκπρόσωπό τους τα Παπικά Κράτη, ενώ στις διαπραγματεύσεις συμπεριελήφθησαν εκπρόπωσποι του Βραδεμβούργου καθώς και της Παλαιάς Ελβετικής Συνομοσπονδίας. Την έκβαση της συνθήκης χαρακτηρίζουν τα εξής δύο μείζονα γεγονότα:
- Η υπογραφή της λεγόμενης Συνθήκης του Μύνστερ μεταξύ της Ολλανδικής Δημοκρατίας και του Στέματος της Ισπανίας, στις 30 Ιανουαρίου 1648 (επικυρώθηκε στις 15 Μαΐου του ιδίου έτους).
- Η υπογραφή δύο επιμέρους συνθηκών στις 24 Οκτωβρίου 1648, ήτοι:
- Η Συνθήκη του Μύνστερ (Instrumentum Pacis Monasteriensis) μεταξύ Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και Γαλλίας, καθώς και των αντίστοιχα συμμαχικών τους δυνάμεων.
- Η Συνθήκη του Όσναμπρυκ (Instrumentum Pacis Osnabrugensis), μεταξύ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, της Γαλλίας, της Σουηδίας και των αντίστοιχα συμμαχικών τους δυνάμεων.
Οι παραπάνω συνθήκες δεν επέφεραν ουσιαστικά την ειρήνη στην ευρωπαϊκή ήπειρο, ωστόσο λειτούργησαν ως βάση για την έκφανση της κατά τόπους εθνικής αυτοδιάθεσης.
Σε διπλωματικό επίπεδο, η Συνθήκη της Βεστφαλίας λειτούργησε ως εφαλτήριο μιας νέας δυναμικής στην πολιτική σκηνή της κεντρικής Ευρώπης, η μετέπειτα λεγόμενη Βεστφαλιανή κυριαρχία, δυναμική η οποία εστιάζει στη συνύπαρξη κυρίαρχων κρατών.
Βάσει αυτού, οι όποιες εσωτερικές υποθέσεις ενός κράτους αφορούν το ίδιο το κράτος και συνεπώς οι παρεμβάσεις από τρίτους αποτελούν σφάλμα. Καθώς η ευρωπαϊκή πολιτική λογική εδραιώθηκε σε όλο τον κόσμο, τα Βεσταφαλιανά αυτά ιδεώδη, ειδικότερα δε η ιδέα του κυρίαρχου κράτους, αποτέλεσαν κεντρικό πυλώνα του διεθνούς δικαίου και της ανερχόμενης τάξης πραγμάτων.
Με τις επαναστάσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γαλλία τέλος, που δημιούργησαν την έννοια «εθνικής υπαγωγής», άρχισε να σχηματίζεται η κρατική οντότητα στο υποσυνείδητο των λαών. . Μέχρι τότε υπήρχαν μόνο πανίσχυρες αυτοκρατορίες και γεωγραφικά κυρίαρχα πριγκιπάτα, δίχως σύνορα και ισχυρές περιφερειακές οντότητες. Τα κράτη λοιπόν είναι προιόντα εξελίξεων των τελευταίων 2 αιώνων. Ασχετο αν σήμερα η αίσθηση είναι πως ίσχυαν από πάντα…
Τελευταία διακρίνονται σημαντικές μεταλλαγές και αλλοιώσεις. Ξέχωρα πως ακόμη υφίστανται πολύ πετυχημένες οντότητες που αναπτύσσονται γύρω από πόλεις – κράτη (λχ Σιγκαπούρη, Μονακό, Λιχνενστάιν, Αγ. Μαρίνος).
Η πολιτική σύγκρουση πόλεων-υπαίθρου υποδηλώνει μια νέα πραγματικότητα σε περίπου παγκόσμια κλίμακα. Πέραν των πολιτικών δεδομένων που εκφράζονται, τίθενται και σοβαρά ζητήματα επιλογών στρατηγικής και λήψεων αποφάσεων που οδηγούν σε σοβαρές μεταβολές όλων όσα μέχρι σήμερα γνωρίζαμε. Ειδικότερα: Τα πλοκάμια του λαϊκισμού κερδίζουν έδαφος και σε εύπορες περιοχές των δυτικοευρωπαϊκών και βορειοαμερικανικών επαρχιών. Αντίθετα, τα μεγάλα αστικά κέντρα διατηρούν την εξωστρέφεια και την ευρύτερη θεώρηση των εξελίξεων. Ο κοσμοπολιτισμός των πόλεων έρχεται σε βαθιά αντίθεση με τον νατιβισμό (έντονο τοπικισμό και ξενοφοβία) και την έμφυτη συντηρητική καχυποψία της υπαίθρου. Στις πόλεις κυριαρχούν οι λογής μειονότητες, οι πολίτες με πανεπιστημιακή μόρφωση, οι ιδιαιτερότητες των νεολαιίστικων κινημάτων όπως και τα κυκλώματα ενός σκοτεινού υποκόσμου. Απέναντι στέκονται οι κατ' ευφημισμόν «γνήσιοι» γηγενείς πολίτες, με τις παραδοσιακές αξίες και πιστεύω. Το χάσμα είναι σοβαρό και συνεχώς βαθαίνει.
Είναι χαρακτηριστικό πως η κ. Χίλαρι Κλίντον, χαμένη των εκλογών, συνέτριψε τον Ντόναλντ Τραμπ σε όλες σχεδόν τις αμερικανικές μεγάλες πόλεις (στο Σικάγο μόνο π.χ. κέρδισε τα 2.016 από τα 2.069 εκλογικά τμήματα, παίρνοντας συνολικά το 83,9% του συνόλου των ψήφων). Κι αυτό ενώ η συνολική διαφορά υπέρ του κ. Τραμπ στις τρεις κρίσιμες πολιτείες που την ξεπέρασε (Μίσιγκαν, Ουισκόνσιν και Πενσιλβάνια) δεν ήταν πάνω από 80.000 ψηφοδέλτια! H Νέα Υόρκη στήριξε συντριπτικά την κ. Κλίντον, όπως εξάλλου το Λονδίνο ψήφισε υπέρ του remain στο βρετανικό δημοψήφισμα. Το Παρίσι στράφηκε εναντίον της κ. Λεπέν, ενώ οι γαλλικές επαρχίες ανέβασαν σημαντικά τα ποσοστά της. Παρόμοια χαρακτηριστικά σημειώθηκαν στις γερμανικές (AfD) και αυστριακές (Freedom Party) εκλογές. Η ύπαιθρος διαφοροποιείται σημαντικά από τα μεγάλα αστικά κέντρα σε ζητήματα πολιτιστικών θεωρήσεων, εξωστρέφειας, κοσμοπολιτισμού και ανοχής του διαφορετικού και καινούργιου. Είναι χαρακτηριστικό πως οι κοσμοπολίτες των κέντρων έχουν περισσότερα κοινά με τους «συντρόφους» τους αστικών κέντρων άλλων χωρών, παρά με τους περιθωριακούς –κατ' αυτούς– συμπατριώτες τους! Τι ακριβώς συμβαίνει και πώς ερμηνεύεται; Ο καθηγητής Richard Florida στο βιβλίο του The New Urban Crisis (2017) εκτιμά πως οι σύγχρονες πόλεις έχουν μετατραπεί σε πάμπλουτες νεωτερικές μητροπόλεις που διώχνουν στα προάστια και σε υποβαθμισμένες απόμακρες γειτονιές όσους οικονομικά δεν αντέχουν, που όμως δουλεύουν για να στηρίζουν τις υποδομές τους. Ολοι αυτοί δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον ρυθμό της κοσμοπολίτικης ζωής και γεμίζουν αντιπάθεια, μίσος και λαχτάρα εκδίκησης.
Το χάσμα ανάμεσα στα μεγάλα αστικά κέντρα με τις κοσμοπολίτικες ελίτ, και το αγανακτισμένο εκλογικό σώμα της υπόλοιπης χώρας, είναι τεράστιο. Αξίζει όμως να σημειωθεί πως οι 472 αμερικανικές επαρχίες που στήριξαν την κ. Κλίντον στις τελευταίες εκλογές του 2016, ήταν υπεύθυνες για τα 2/3 της συνολικής οικονομικής παραγωγής της χώρας! Η αντίληψη μιας πόλης-κράτους επανέρχεται με τον τρόπο αυτό στο προσκήνιο, καλλιεργώντας εντάσεις μέσα στον ίδιο τον κορμό των δυτικών δημοκρατιών. Το γεφύρωμα των αντιθέσεων είναι σίγουρα ζήτημα πολιτικών επιλογών, που έχουν να κάνουν κυρίως με την παιδεία και το επίπεδο-υποδομές των σχολείων. Αλλά σαν εγχείρημα, δεν είναι εύκολο...