Η επικίνδυνη τουρκική προκλητικότητα

Η επικίνδυνη τουρκική προκλητικότητα

Του Κώστα Χ. Χρυσόγονου

Η αυξανόμενη τουρκική προκλητικότητα το τελευταίο εξάμηνο του 2016 αποτελεί μία από τις κύριες εστίες ανησυχίας για το μέλλον της χώρας μας. Η Ελλάδα των λιγότερων από 11 εκατομμύρια κατοίκους, με ένα ΑΕΠ κάτω των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων, βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν γίγαντα σχεδόν 80 εκατομμυρίων κατοίκων, που παράγουν ένα ΑΕΠ περίπου 800 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η συνέχιση του ανταγωνισμού των εξοπλισμών, ο οποίος σημειωτέον επιβάρυνε τις προηγούμενες δεκαετίες με πολλές δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ (κεφάλαιο και τόκοι) το ελληνικό δημόσιο χρέος και είχε σημαντική συμμετοχή στη χρεοκοπία μας, είναι μάλλον ανέφικτη για την Ελλάδα και συνεπώς κάποια στιγμή μέσα στη δεκαετία του 2020 το ισοζύγιο ένοπλης ισχύος των δύο κρατών θα ανατραπεί δραματικά υπέρ της Τουρκίας.

Η συμμετοχή μας στην, κλυδωνιζόμενη ούτως ή άλλως, Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μας προσφέρει επαρκείς εγγυήσεις. Η «κοινή αμυντική πολιτική» και περαιτέρω η «κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας», την οποία εξαγγέλλει μεγαλοπρεπώς το άρθρο 24 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παραμένει θεωρητική, ή, στην καλύτερη περίπτωση, επιλεκτική. Έτσι π.χ. γερμανικά μαχητικά αεροσκάφη πραγματοποιούν τακτικά αναχαιτίσεις σε παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Εσθονίας από αντίστοιχα ρωσικά, αλλά κανείς δεν διανοείται να μας προσφέρει παρόμοια συνδρομή στο Αιγαίο, απέναντι στην τουρκική αεροπορία. Όσο για το ΝΑΤΟ, εκείνο ως γνωστό μένει αμέτοχο σε «διενέξεις» μεταξύ των κρατών-μελών του (έστω κι αν στην πραγματικότητα δεν πρόκειται κατά κυριολεξία για διένεξη, αλλά για μονομερή αμφισβήτηση του εθνικού μας χώρου και των διεθνών συνθηκών που καθορίζουν τα όριά του, με χιτλερικής λογικής επιχειρήματα περί τουρκικού έθνους που ασφυκτιά εντός της τουρκικής επικράτειας, περί «συνόρων της καρδιάς» κ.ο.κ.).΄

Ακόμη χειρότερα, παραμένει ανοικτή η πληγή της κατοχής της βόρειας Κύπρου, με την τουρκική πλευρά να μη δείχνει καμιά διάθεση για εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης. Αντίθετα, μέσα από τις διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις επιχειρεί στην πραγματικότητα να καταστεί επικυρίαρχη και στο νότιο τμήμα του νησιού, καθώς και συνδικαιούχος των κοιτασμάτων  φυσικού αερίου στην υποθαλάσσια περιοχή νοτιότερα από αυτό. Και αντί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί να πιέσουν τον εισβολέα για υποχωρήσεις, πιέζουν μάλλον την ελληνοκυπριακή πλευρά για την αποδοχή όρων οι οποίοι, αν γίνουν αποδεκτοί, θα καταστήσουν μακροπρόθεσμα πιθανή την προσφυγοποίηση του ελληνισμού συνολικά από τη μεγαλόνησο.

Εύκολες λύσεις στο πρόβλημα δεν υπάρχουν. Το βέβαιο πάντως είναι ότι επί αιώνες, όποτε ο ελληνισμός βρέθηκε μόνος του αντιμέτωπος με τους Τούρκους, η έκβαση των αναμετρήσεων δεν ήταν ευνοϊκή. Με δεδομένους τους υπάρχοντες πληθυσμιακούς, οικονομικούς και γεωστρατηγικούς συσχετισμούς η εικόνα αυτή δεν φαίνεται να αλλάζει στο προσεχές μέλλον. Χρειαζόμαστε άρα οπωσδήποτε διεθνή ερείσματα ώστε να μειωθεί η, υπαρκτή ούτως ή άλλως, διάθεση των γειτόνων για τυχοδιωκτικά επεκτατικά εγχειρήματα σε βάρος μας. Το αν τα ερείσματα αυτά θα βρεθούν, και κάτω από ποιούς όρους και προϋποθέσεις, στους σημερινούς ευρωπαϊκούς και διεθνείς προσανατολισμούς μας ή κάπου αλλού είναι ανοικτό ερώτημα σε ορίζοντα μιας ή δύο δεκαετιών.

*Ο κ. Κώστας Χρυσόγονος είναι Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ και Ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ