Της Ελένης Δ. Μαυρογάλου*
Σύμφωνα με την «κοινωνική» και άκρως φοροεισπρακτική πολιτική που εφαρμόζει η Συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, οποιοδήποτε προνόμιο εφαρμοζόταν στα νησιά μας και απέρρεε από την προάσπιση της νησιωτικότητας, από 1.1.2018 εγκαταλείπεται και ο νησιώτης εξισώνεται με τον εκάστοτε πολίτη της χώρας, που ζει κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την τροποποίηση της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του ν.2859/2000 με την παράγραφο 1 του άρθρου 118 του ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α'' 240/22-12-2016), οι συντελεστές του φόρου παραμένουν μειωμένοι κατά 30% μόνο έως το τέλος του 2017 για τα νησιά των Νομών Έβρου, Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσου πλην της Ρόδου και της Καρπάθου.
Τι σημαίνει αυτό, όμως, και ποιες οι επιπτώσεις που θα επωμισθούν οι κάτοικοι των νησιών μας, επιτηδευματίες και μη. Επιγραμματικά και εν συντομία, οι συντελεστές που θα εφαρμοσθούν από 1.1.2018 - και θα είναι σαν το δώρο του Άη Βασίλη που δε θέλουμε να αφήσει στην πόρτα μας - είναι οι ακόλουθες:
α) ο κανονικός συντελεστής 24% αντί 17% που ισχύει σήμερα,
β) ο μειωμένος συντελεστής που εφαρμόζεται για τα αγαθά και τις υπηρεσίες του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ 13%, αντί 9% και
γ) ο υπερμειωμένος συντελεστής για ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες του Παραρτήματος ΙΙΙ του Κώδικα ΦΠΑ, 6%, αντί 4%.?
Με τον τρόπο αυτό, η σημερινή Κυβέρνηση συνεχίζει ακάθεκτη την καταστρατήγηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων που εμείς πρέπει να προασπίσουμε, μέχρι να είμαστε οι νικητές της μάχης αυτής, κάτι που δεν είναι εύκολο φυσικά. Το οφείλουμε, όμως, στις προηγούμενες γενιές, χάριν των προσωπικών τους θυσιών να αναπτύξουν τα νησιά μας, στις τωρινές που παλεύουν να ορθοποδήσουν και στις επόμενες, ώστε να μην εγκαταλείψουν τα υπέροχα διαμάντια του Αιγαίου μας.
Το 2011 η Τρόικα στην 2η έκθεση της για την ελληνική οικονομία με τίτλο «Greece Policy Priorities for Fiscal Consolidation Targets 2012-2014», αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο της καταργήσεως των γεωγραφικών διαφοροποιήσεων του ποσοστού του συντελεστή ΦΠΑ. Η αναφορά αυτή, ως αναμενόταν, προκάλεσε έντονες ανησυχίες σε διάφορους τοπικούς κρατικούς φορείς και επιχειρηματικούς κύκλους. Την πλήρη αντίθεσή τους εξέφρασαν τότε, τόσο το Επιμελητήριο Δωδεκανήσου, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (Τμήμα Δωδεκανήσου), το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας (Περιφερειακό Τμήμα Δωδεκανήσου), όσο και η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, οι οποίοι και απέστειλαν επιστολή στον τότε πρωθυπουργό της χώρας, κ. Γεώργιο Παπανδρέου, διαμαρτυρόμενοι για το εν λόγω ζήτημα. Αλλά φυσικά, μόνο μία Κυβέρνηση της Αριστεράς, θα μπορούσε τελικά κοροϊδεύοντας τον Ελληνικό Λαό να προχωρήσει στην υλοποίηση των δεσμεύσεων αυτών αμαχητί, παρά τις πολύωρες διαπραγματεύσεις που ψευδώς επικαλείται.
Είναι προφανές, επομένως, ότι μία τέτοια εξέλιξη, δηλαδή αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ κατά 30% και συνεπώς εξομοίωσή του με τον αρχικό συντελεστή ΦΠΑ (24%), θα προκαλέσει αφενός μαζικές ανατιμήσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας του τόπου μας, ήτοι στο εμπόριο, την παροχή υπηρεσιών, τις κατασκευαστικές εργασίες, τα δημόσια έργα, και αφετέρου την περαιτέρω αύξηση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Οι αυξήσεις αυτές θα μετακυλήσουν από τις επιχειρήσεις στις τελικές τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών επηρεάζοντας το κόστος διαβίωσης των νησιωτών και κατ' επέκταση υποβαθμίζοντας, αισθητά και αναμφισβήτητα την ποιότητα ζωής αυτών, καθώς και την ανταγωνιστικότητα των τουριστικών μας προορισμών. Οι κυριότεροι τουριστικοί τομείς που θα πληγούν άμεσα στα νησιά μας είναι η διαμονή, η εστίαση, αλλά και οι μεταφορές, ενώ αντικίνητρο θα αποτελέσει η εν λόγω αύξηση για οποιοδήποτε επενδυτικό ενδιαφέρον. Σε όλα αυτά θα προστεθεί και το τέλος διανυκτέρευσης το οποίο θα αναγκασθεί να απορροφήσει ο εκάστοτε επιχειρηματίας.
Κι όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι το όποιο δημοσιονομικό κόστος προκύψει τόσο από την εξομοίωση των φορολογικών συντελεστών, όσο και από το τέλος διανυκτέρευσης σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια θα είναι ελάχιστο, σε σχέση με τη ζημιά που θα προκληθεί στα έσοδα του Δημοσίου και στην απασχόληση στον κλάδο. Μήπως τελικά το σχέδιο είναι να οδηγήσουν τις τουριστικές επιχειρήσεις σε λουκέτο και την νησιωτική Ελλάδα σε οπισθοδρόμηση και εξαθλίωση. Δεν είναι κινδυνολογία, είναι μία πραγματικότητα που δυστυχώς βιώνουμε και την οποία πρέπει να ανατρέψουμε.
Αυτό που ίσως πρέπει να γίνει κατανοητό τόσο στην Τρόικα, όσο και στη Συγκυβέρνηση είναι ότι οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ στα νησιά μας, όπως ίσχυαν περισσότερο από δύο δεκαετίες, δεν αποτελούν κάποιο προνόμιο που απολαμβάνουν οι νησιώτες, αλλά πρόκειται για ένα ελάχιστο αντισταθμιστικό μέτρο απέναντι στα μειονεκτήματα που αντιμετωπίζει ο νησιωτικός κόσμος σε καθημερινή βάση, (δυσχερή πρόσβαση σε γιατρούς, νοσοκομεία, εκπαίδευση, συγκοινωνιακό πρόβλημα κ.λπ). Δεν θα πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπίζονται ως μια συνήθης «ευνοϊκή ή χαριστική φορολογική ρύθμιση», που ανάλογα με τις συγκυρίες τίθεται προς αμφισβήτηση, αίρεται και καταργείται, πολλώ δε μάλλον στις δύσκολες οικονομικές περιόδους που διανύουμε. Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι η εν λόγω φορολογική πολιτική (μειωμένος συντελεστής) αποτελεί και την μόνη ουσιαστική νησιωτική πολιτική που έχει ασκηθεί εδώ και δεκαετίες.
Είναι σαφές και συνταγματικά κατοχυρωμένο, άλλωστε, στην παρ. 4 του άρθρου 101 του Συντάγματος ότι «ο κοινός νομοθέτης και η Διοίκηση, όταν δρουν κανονιστικά, υποχρεούνται, να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες συνθήκες των νησιωτικών και ορεινών περιοχών, μεριμνώντας για την ανάπτυξή τους». Περαιτέρω, το άρθρο 106 του Συντάγματος ορίζει ότι το κράτος «λαμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, από την ατμόσφαιρα και τα υπόγεια ή υποθαλάσσια κοιτάσματα, για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών και παραμεθόριων περιοχών».
Το ίδιο, όμως, θεσπίζει και ο ενωσιακός νομοθέτης στο άρθρο 174 της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με το οποίο «[η] Ένωση αποσκοπεί, ιδιαίτερα, στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών. Μεταξύ των εν λόγω περιοχών, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις αγροτικές περιοχές, τις περιοχές που συντελείται βιομηχανική μετάβαση και τις περιοχές που πλήττονται από σοβαρά και μόνιμα φυσικά ή δημογραφικά προβλήματα, όπως οι υπερβόρειες περιοχές που είναι ιδιαίτερα αραιοκατοικημένες και οι νησιωτικές, διασυνοριακές και ορεινές περιοχές».
Όπως γίνεται αντιληπτό, τα θεμέλια και τα εργαλεία για την προάσπιση των δικαιωμάτων της νησιωτικής Ελλάδας και κατ' επέκταση την επιβίωση και ανάπτυξη αυτής υπάρχουν. Οφείλουν να δράσουν με γνώμονα τη νησιωτικότητα και τη διατήρηση της ελληνικής νησιώτικης κουλτούρας αναλλοίωτης και εμείς με τη σειρά μας να διεκδικήσουμε - για άλλη μία φορά – στην Ελλάδα του 2017 τα αυτονόητα!
* Η κα Ελένη Δ. Μαυρογάλου είναι Δικηγόρος - LL.M. Εργατικού Δικαίου Πάτμος – Δωδ/σα. Πολιτικό στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας.