Του Σάκη Μουμτζή
Άκουσα την ομιλία του Κυρ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ. Ο λόγος του ενωτικός, σε χαμηλούς τόνους. Λόγος ενός αρχηγού κόμματος που έχει την αίσθηση της νίκης.
Πρέπει όμως να γίνουν κάποιες διευκρινίσεις για να μην μετατραπεί αυτή η ενωτική πολιτική σε μια «αγαπησιάρικη» πρόταση του «όλοι μαζί μπορούμε».
Στην πολιτική υπάρχουν οι ιδεολογίες, οι αρχές και οι πολιτικές θέσεις που απορρέουν από αυτές τις αρχές. Οτιδήποτε άλλο είναι ένας χυλός, σαν τον «μεσαίο χώρο» της δεκαετίας του 2000 μ.Χ. Συνεπώς οι συγκλίσεις, οι συναινέσεις, οι αντιπαραθέσεις και οι συγκρούσεις, έχουν ένα ιδεολογικό και πολιτικό υπόβαθρο. Διαφορετικά είναι κίβδηλες.
Όταν λοιπόν ένα κόμμα προβάλλει την ενότητα ως πολιτικό μήνυμα, οφείλει να ξεκαθαρίσει και την πολιτική πλατφόρμα πάνω στην οποίαν θα επιτευχθεί αυτή η ενότητα. Διότι μόνον τότε φαίνονται οι συμβιβασμοί και οι υποχωρήσεις που γίνονται από όλες τις πλευρές. Όταν ένας πολιτικός αρχηγός καλεί σε ενότητα τα άλλα κόμματα, υπονοώντας πως αυτή θα πραγματοποιηθεί πάνω στο δικό του πρόγραμμα, ουσιαστικά ζητεί από αυτά να παραδοθούν άνευ όρων.
Έχω γράψει παλαιότερα, πως μια συγκυβέρνηση της συντηρητικής παράταξης με την Αριστερά, δεν είναι εξ ορισμού καταδικαστέα. Αλλά πρέπει να γίνει πάνω σε ένα κοινό πρόγραμμα, στο φως της ημέρας, ώστε να γνωρίζουν οι πολίτες τις εκατέρωθεν δεσμεύσεις.
Σε όλους τους πολιτικούς που κυβερνούν ή πρόκειται να κυβερνήσουν, βολεύει ένα ήπιο κλίμα, χωρίς εντάσεις και αντιπαραθέσεις. Όμως πολιτική εν κενώ αέρος δεν υπάρχει. Ένας πολιτικός λόγος χωρίς ιδεολογικές ρίζες είναι ένας απονευρωμένος λόγος τρέχουσας διαχείρισης. Ένας λόγος που δίνει μεγάλη σημασία στο περιτύλιγμα και ελάχιστη στο περιεχόμενο. Αλλά και αυτή είναι μια επιλογή που δεν στερείται ιδεολογικού προσήμου. Η αποθέωση της διαχείρισης των «εισερχομένων-εξερχομένων», «ο λογιστής», υποκρύπτει την νοοτροπία της αποφυγής των συγκρούσεων.
Απεναντίας, οι τομές και οι ρήξεις, προκαλούν αντιδράσεις, αντιπαραθέσεις, αλλά παράγουν πολιτική και διαμορφώνουν μια καινούργια πραγματικότητα. Π.χ. η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ είναι μια τομή στον χώρο της Παιδείας, με πολύ συγκεκριμένο ιδεολογικό στίγμα. Δεν είναι διαχείρισης μιας κατάστασης, αλλά δημιουργία νέας. Και οι αντιδράσεις που προκαλεί και αυτές έχουν ιδεολογικό στίγμα.
Αν ένα φιλελεύθερο κόμμα δεν συνδέει τις μεγάλες του πολιτικές επιλογές με την ιδεολογία του, τότε πολύ δύσκολα θα κερδίσει την μάχη των ιδεών. Αν μια οραματική πολιτική αφεθεί να περιπέσει σε πολιτική ρυθμίσεων της συγκυρίας, τότε πολύ σύντομα, αφού υπονομευθεί, στην συνέχεια θα ακυρωθεί άνευ αντιστάσεων.
Το ζήσαμε με τον νόμο Διαμαντοπούλου, έναν ρηξικέλευθο νόμο, με συγκεκριμένο ιδεολογικό φορτίο, που καταργήθηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αφού πρώτα είχε υπονομευθεί από ένα τμήμα αυτών που τον υπερψήφισαν, γιατί δεν τον πίστεψαν.
Συνεπώς, ενότητα στην γενικόλογη μορφή της δεν υπάρχει στην πολιτική, πλην της περιπτώσεως εθνικού κινδύνου. Όσοι μιλούν για ενότητα οφείλουν να ξεκαθαρίσουν ποιοι θα πάνε με ποιους και ποιους θα αφήσουν απ'' έξω.
Εθνική Ελλάδος στην πολιτική δεν υπάρχει.