Η ενεργειακή μεταρρύθμιση που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση

Η ενεργειακή μεταρρύθμιση που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση

Του Θεόδωρου Τόνα*

Η χώρα μας είναι εξαρτημένη από τις εισαγωγές ενέργειας σε ποσοστό 70%. Το συντριπτικό μέρος των εισαγωγών αφορά την εισαγωγή καυσίμων (πετρελαιοειδή και φυσικό αέριο) και ανάλογα με την διακύμανση των τιμών του πετρελαίου το κόστος τους ανέρχονται κατά μέσο όρο ετησίως στα 8 ως 12 δις ευρώ. Ο τομέας με την μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας στη χώρα μας είναι οι μεταφορές, με μερίδιο που φτάνει μέχρι το 40% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας και το 99% αυτής αφορά τα υγρά καύσιμα. Επίσης ένα 25% περίπου της ενέργειας που καταναλώνουμε, αφορά την θέρμανση χώρων και την χρήση ζεστού νερού. 

Την περίοδο αυτή συντελείται σε παγκόσμιο επίπεδό ένας “ενεργειακός μετασχηματισμός” όσον αφορά τις μεταφορές, καθώς με ταχείς ρυθμούς  περνάμε στην εποχή της ηλεκτροκίνησης των οχημάτων. Κάποιοι προβλέπουν, ότι ίσως σε μόλις 5 χρόνια το 40% των οχημάτων θα είναι ηλεκτροκίνητα. Αυτό βέβαια σημαίνει μείωση της κατανάλωσης καυσίμων για τις μεταφορές και αντίστοιχη αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Βέβαια οι ηλεκτροκινητήρες, λόγω μεγαλύτερης αποδοτικότητας (90%) σε σχέση με τους κινητήρες εσωτερικής καύσης (35%), μπορούν να μειώσουν την συνολική κατανάλωση ενέργειας για τις μεταφορές τουλάχιστον κατά 50%.

Επίσης, τις τελευταίες δεκαετίες στον τομέα της θέρμανσης εσωτερικών χώρων και της χρήσης ζεστού νερού, γνωρίζει ιδιαίτερη ανάπτυξη η χρήση αντλιών θερμότητας και ειδικά η πολύ αποδοτική εκδοχή τους που συνδυάζει την αβαθή γεωθερμία και πετυχαίνει εξοικονόμηση μέχρι και 75% σε σχέση με τα παραδοσιακά συστήματα θέρμανσης.

Το κοινό και στις δύο περιπτώσεις δηλαδή της ηλεκτροκίνησης και των αντλιών θερμότητας είναι ότι ως τελική μορφή ενέργειας χρησιμοποιείται η ηλεκτρική ενέργεια.

Η αλλαγή αυτή στις μεταφορές και τη θέρμανση, δηλαδή αντί για την κατανάλωση ως τελική μορφή ενέργειας υγρών καυσίμων, να καταναλώνεται ηλεκτρική ενέργεια, θα μπορούσε να σημάνει τον υπερδιπλασιασμό της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, από τα 50 ΤW που είναι σήμερα στα 100 TW περίπου. Για την κάλυψη της ζήτησης θα απαιτούνταν επενδύσεις σε νέες μονάδες, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι αποκλειστικά ΑΠΕ ισχύος τουλάχιστον 20.000ΜW κυρίως σε ΦΒ και αιολικά, ενώ σήμερα η εγκατεστημένη ισχύς ΦΒ και αιολικών είναι μόνο 4.500MW. Τα κεφάλαια που θα απαιτηθούν για τις επενδύσεις αυτές ανέρχονται τουλάχιστον στα 20 δις ευρώ. Να σημειωθεί ότι ισχύς 20.000MW θα μπορούσε να καλυφθεί αν σε κάθε κτίσμα της χώρας τοποθετούνταν στην οροφή ένα σύστημα ΦΒ ισχύος 5KW και εμβαδού 30τ.μ., τα οποία θα μπορούσαν να παράξουν ετησίως ηλεκτρική ενέργεια 30 ΤW.

Η χρήση σε τόσο μεγάλη  έκταση των ΑΠΕ δεν θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική και οικονομικά συμφέρουσα, αν ταυτόχρονα δεν είχε συντελεστεί τα τελευταία χρόνια τεχνολογική επανάσταση και στον τομέα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, που πλέον παρέχει την δυνατότητα αποθήκευσης μεγάλων ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας σε μικρό χρόνο και με μικρό κόστος. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εταιρίας TESLA, η οποία πρόσφατα κυκλοφόρησε οικιακές μπαταρίες χαμηλού κόστους, που μπορούν να αποθηκεύουν ηλεκτρική ενέργεια για οικιακή χρήση ή και για μεγαλύτερες ανάγκες, οι οποίες θα φορτίζουν, είτε από οικιακές μονάδες ΑΠΕ (πχ Φ/Β), είτε από το δίκτυο, τις ώρες που η ηλεκτρική ενέργεια είναι φθηνή. Ταυτόχρονα εξελίσσονται και άλλες τεχνολογίες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας όπως η αντλησιοτεμίευση και οι μπαταρίες υδρογόνου το κόστος των οποίων μειώνεται ραγδαία.  Επίσης οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί της χώρας, οι υπάρχοντες και όσοι θα δημιουργηθούν στο μέλλον, αποτελούν από μόνοι τους ίσως την πιο αποτελεσματική μορφή αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, που διασφαλίζει την ομαλή παροχή της.  

Η χώρα μας  έχει το προνόμιο να διαθέτει ευνοϊκές συνθήκες παραγωγής φθηνής και καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ειδικά από φωτοβολταϊκά (ΦΒ) και ανεμογεννήτριες (ΑΓ). Η μεγάλη ηλιοφάνεια σε σχέση με χώρες του ευρωπαϊκού βορά αυξάνει την αποδοτικότητα των ΦΒ κατά 25% περίπου. Το ίδιο ισχύει και το πλούσιο αιολικό δυναμικό ειδικά σε νησιωτικές περιοχές. Να σημειώσω σε αυτό το σημείο ότι, λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας και τις μείωσης του κόστους κατασκευής, σε πολλές νέες μονάδες παραγωγής ΦΒ και ΑΓ το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είναι χαμηλότερο από τις συμβατικές μεθόδους παραγωγής ηλεκτρική ενέργειας (άνθρακα, πυρηνικά, φυσικό αέριο).

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε μία μοναδική πρόκληση-ευκαιρία, που ίσως είναι και αφορμή για έξοδο από την κρίση. Με σχεδιασμό που θα αποβλέπει στη μειώσει της γραφειοκρατίας, θα χορηγεί κίνητρα και θα αίρει τα εμπόδια εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ, με ταυτόχρονη χορήγηση κινήτρων για την αγορά ηλεκτροκίνητων οχημάτων και την χρήση γεωθερμικών αντλιών θερμότητας για την θέρμανση-ψύξη εσωτερικών χώρων και νερών χρήσης, η χώρα μας θα μπορούσε να αντικαταστήσει κατά ένα μεγάλο ποσοστό (ίσως και 50%) τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα, με καθαρή φθηνή εγχώρια ηλεκτρική ενέργεια μέσα στα επόμενα 5 χρόνια.

Η επέκταση των ΑΠΕ θα έχει πολλαπλά οφέλη για την ελληνική οικονομία. Πρώτον, θα μειώσει την ανάγκη εισαγωγών καυσίμων κατά 50% δηλαδή κατά 4 ως 6 δις ευρώ ετησίως, μειώνοντας ανάλογα το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Δεύτερον, θα φέρει πολλές επενδύσεις και εισροή κεφαλαίων, που τόσο έχει ανάγκη η χώρα, για την κατασκευή μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, για την κατασκευή μονάδων αποθήκευσης (μπαταρίες, υδροηλεκτρικά κλπ) και ενδεχομένως μονάδων παραγωγής ηλεκτρικών οχημάτων και συμπληρωματικών έργων υποδομής για την ηλεκτροκίνηση. Τρίτον, θα δημιουργήσει δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας στον τομέα των ΑΠΕ, αλλά και στην ηλεκτροκίνηση οχημάτων. Τέταρτον, λόγω κυρίως του ανταγωνιστικού κόστους παραγωγής, μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορεί να εξάγεται, ενώ μέχρι σήμερα η χώρα μας εισάγει το 70% της συνολικής ενέργειας που καταναλώνει και το 15% της ηλεκτρικής. Πέμπτον, μείωση της εξάρτησης μας από την εισαγωγή ενεργειακών προϊόντων και της αβεβαιότητας από τις διεθνείς κρίσεις και τις διακυμάνσεις στις τιμές των καυσίμων ή τα εμπόδια προμήθειας από τρίτες χώρες. Έκτον τον περιορισμό των εκπομπών CO2.

Όσα ανέφερα δεν αποτελούν ένα ακραίο σενάριο. Πρέπει όμως να βρεθούν οι κατάλληλοι άνθρωποι, που θα αρχίσουν να σκέφτονται με όρους μέλλοντος (ΑΠΕ) και όχι με όρους παρελθόντος (ορυκτά καύσιμα). Υπάρχουν χώρες, που έχουν ήδη σημειώσει ανάλογες επιτυχίες, όπως η Δανία με τα αιολικά, ενώ στα επόμενα χρόνια θα δούμε ανάλογα σενάρια να εξελίσσονται σε χώρες όπως η Κίνα (λόγω ατμοσφαιρικής ρύπανσης), οι ΗΠΑ, η Γερμανία κλπ. Εμείς όμως έχουμε έναν επιπλέον κίνητρο, καθώς η ενεργειακή μεταρρύθμιση που περιέγραψα, μπορεί να φέρει γρηγορότερα και μεγαλύτερη ανάπτυξη στη χώρα.

* Ο κ. Θεόδωρος Τόνας είναι δικηγόρος