Στην ψηφιακή εφαρμογή της Ertflix είναι ανεβασμένη η τηλεοπτική σειρά “Babylon Berlin”, που παρουσιάζει μια αστυνομική ιστορία με πολιτικές προεκτάσεις το 1929 στο Βερολίνο. Μέσα από την πλοκή των επεισοδίων οι θεατές μεταφέρονται στην εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που κράτησε από το 1919 με την παραίτηση του Κάιζερ Γουλιέλμος Β, μέχρι το 1933.
Η εποχή αυτή είναι συνυφασμένη με το οικονομικό φαινόμενο του υπερπληθωρισμού. Οι πολεμικές αποζημιώσεις που κλήθηκε να πληρώσει η Γερμανία μετά την ήττα της στον Μεγάλο Πόλεμο την είχαν μετατρέψει από πιστωτή σε οφειλέτη.
Η αδυναμία πληρωμής των πολεμικών αποζημιώσεων αποτέλεσε μια καλή αφορμή για τους Γάλλους να εισβάλλουν, όπως ήταν συμβατικό δικαίωμά τους, στη «βιομηχανική καρδιά» της Γερμανίας, το Ρουρ. Η κυβέρνηση αποφάσισε να τηρήσει στάση παθητικής αντίστασης: οι εργάτες στα εργοστάσια έκαναν λευκή απεργία, ώστε να μην υπάρχουν προϊόντα για κατάσχεση από τους Γάλλους, ωστόσο οι μισθοί τους συνέχιζαν να πληρώνονται από το κράτος.
Με το μεγαλύτερο μέρος της βιομηχανικής παραγωγικής υποδομής της χώρας ανενεργό, τους μισθούς να πληρώνονται κανονικά, αλλά και την υποχρέωση της γερμανικής κυβέρνησης να αγοράζει χρυσό στη διεθνή αγορά για να αποπληρώνει τις αποζημιώσεις, ήταν φυσικό να προκύψει ανεξέλεγκτος πληθωρισμός, αφού η κυβέρνηση «τύπωνε» διαρκώς χρήμα. Χρήμα, που δεν είχε όμως κανένα πραγματικό αντίκρισμα.
Έτσι μέχρι και σήμερα, η Δημοκρατία της Βαϊμάρης παραμένει το κλασσικό παράδειγμα του υπερπληθωρισμού. Το 1914, 1$ ισούτο με 4,2 DM. To 1918, 1$=17DM, στις 28 Ιουνίου 1919, με την υπογραφή της Συνθήκης των Βερσαλλιών 1$=42DM. Toν Ιανουάριο του 1923, 1$=49.000DM και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, 1$=53.000.000DM. Τέλος, τον Νοέμβριο του 1923, 1$=420.000.000.000DM.
Ο ακραίος αυτός πληθωρισμός, προκάλεσε τη γερμανική εμμονή με την έννοια του σκληρού γερμανικού μάρκου και μετά με την έννοια του σκληρού ευρωπαϊκού ευρώ, που έλαμψε περίτρανα την εποχή της τραπεζικής κρίσης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου.
Και ενώ το φάντασμα του πληθωρισμού είναι βαθιά ριζωμένο στη συνείδηση των Γερμανών, ένα αντίστοιχο φάντασμα είναι ριζωμένο στο μυαλό των Αμερικανών. Είναι το φάντασμα της ανεργίας που ακολούθησε το κραχ του 1929 και τη Μεγάλη Ύφεση που ακολούθησε.
Στις ΗΠΑ, η ανεργία από 4,8% το 1929 αυξήθηκε σε 23% το 1932, παρά την ώθηση που είχαν δώσει στην οικονομία οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν από τον πρόεδρο Ρούζβελτ. Και δεν επανήλθε στα προ κρίσης επίπεδα παρά μόνο προς τα μέσα της περιόδου του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (1940-1945), με τη μαζική αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης και των δημόσιων επενδύσεων.
Τα φάντασμα της ανεργίας στις ΗΠΑ, βασίζεται στη λογική ότι ο άνεργος δεν έχει καν το απαραίτητο εισόδημα να αγοράσει οτιδήποτε. Αντίθετα, σε συνθήκες πληθωρισμού, έστω και με δυσκολία, ο εργαζόμενος έχει κάποια οριακή αγοραστική δύναμη στα χέρια του.
Έτσι τόσο ο Λευκός Οίκος, όσο και οι μηχανισμοί της Fed, δείχνουν αποφασισμένοι να στηρίξουν την οικονομία, με νέες ενέσεις ρευστότητας, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της ανεργίας, που έχει αυξηθεί κατά την περίοδο της πανδημίας. Στην εξίσωση ανάμεσα στην καταπολέμηση της ανεργίας και στους πληθωριστικούς κινδύνους, οι ΗΠΑ κλίνουν καθαρά προς την πλευρά της αύξησης της απασχόλησης και της επιστροφής των εκατομμυρίων ανέργων στις εργασίες τους.
Ο πρόεδρος της Fed, εκτιμά ότι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ δεν θα ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του 2%. Το μήνυμα του, είναι σαφές. Η αμερικανική οικονομία θα πρέπει να ανακάμψει με κάθε κόστος. Το μήνυμα αυτό δημιουργεί κλίμα αισιοδοξίας στα χρηματιστήρια, διότι αναμένονται ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξης των εταιρειών και των προσδοκιών για μεγαλύτερα κέρδη. Ταυτόχρονα δημιουργεί ανησυχίες για τη αύξηση των επιτοκίων των Αμερικανικών ομολόγων, τα οποία μπορούν κάλλιστα να προσελκύσουν κεφάλαια που μέχρι στιγμής, κινούνται στο χώρο των μετοχικών προϊόντων.
* * *
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στον σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.