Του Αντώνη Σαουλίδη
Η σφοδρότητα της κρίσης, η επί της ουσίας χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, ανέδειξε μια σειρά νέων προβλημάτων. Ο κομματικός ανταγωνισμός δομήθηκε γύρω από τον κεντρικό διαχωρισμό μνημονιακών και αντιμνημονιακών, που, αν και ψευδεπίγραφος, δημιούργησε πραγματικά κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα. Αυτός ο διαχωρισμός δεν επέτρεψε να φωτιστούν επαρκώς τα αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας και εμπόδισε την κατανόηση σε βάθος των δικών μας ολιγωριών, των σκοτεινών σημείων της Μεταπολίτευσης.
Πέραν όμως του στενά δημοσιονομικού προβλήματος είμαστε αντιμέτωποι και με σειρά ζητημάτων κατεπείγουσας πλέον σημασίας. Ένα από αυτά είναι το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας.
Όποιος εξετάσει το δημογραφικό προφίλ της χώρας θα διαπιστώσει, σχετικά εύκολα, ότι η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια πρόκληση άνευ προηγουμένου. Η χώρα με ταχείς ρυθμούς γερνάει και συρρικνώνεται. Για πρώτη φορά μεταπολεμικά, από το 2011 και μετά, ο πληθυσμός της μειώνεται. Οι γεννήσεις υστερούν σημαντικά των θανάτων. Η μαζική μετανάστευση νέων λόγω οικονομικής κρίσης επιδεινώνει το πρόβλημα και ταυτόχρονα η χώρα δεν υποδέχεται μετανάστες (εξαιρούμε την προσφυγική ροή που δεν υπολογίζεται στον σταθερό πληθυσμό) που σκοπεύουν να εγκατασταθούν μόνιμα και να ζήσουν εδώ, εντασσόμενοι στο παραγωγικό δυναμικό της. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από περίπου 800.000 μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα. Ο εν δυνάμει οικονομικά ενεργός πληθυσμός (δηλαδή όλοι οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών που δυνητικά θα μπορούσαν να δουλέψουν) θα μειωθεί από 7 εκατ. το 2015 σε 4,8-5,5 εκατ.
Με αυτή τη δημογραφική τάση δεν μπορούμε να μιλάμε για κανέναν μακροπρόθεσμο πολιτικό, οικονομικό, ασφαλιστικό σχεδιασμό. Χώρες που φθίνουν δημογραφικά αποδυναμώνονται γεωπολιτικά και εισέρχονται σε μια φάση αναπόδραστων εξελίξεων. Ιδιαίτερα για τη χώρα μας με τις υπαρκτές προκλήσεις στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο το πρόβλημα είναι σχεδόν υπαρξιακό. Απορίας άξιον είναι η μυωπία του πολιτικού συστήματος, η υποεκτίμηση αυτής της παραμέτρου και η επιφανειακή ενασχόληση με το συγκεκριμένο ζήτημα.
Για να μιλήσουμε για τη λύση του προβλήματος πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε την οξύτητά του. Οι δημόσιες πολιτικές πρέπει να ενσωματώσουν ως στόχο την ανατροπή της υπάρχουσας τάσης. Η σπάνις των πόρων είναι δεδομένη, αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος εάν δεν θέλουμε να καταστούμε κράτος παρίας και χώρα-μαριονέτα άλλων.
Δραστική ανακατεύθυνση πόρων, στήριξη της μητρότητας, κίνητρα για γεννήσεις και οικογενειακή πολιτική αξιώσεων είναι άμεσα μέτρα. Το κοινωνικό κράτος, όπως γίνεται αντιληπτό, κατέχει κεντρικό ρόλο σ'' αυτή την υπόθεση. Κοινωνικό κράτος στοχευμένο και αποδοτικό, κεντρικός πυλώνας μιας εθνικής προσπάθειας. Εκ των πραγμάτων αυτή είναι μία ατζέντα των προοδευτικών δυνάμεων.
Δεν μπορεί να δοθεί πειστική απάντηση ούτε από δυνάμεις της αγοράς και πολιτικές απορρύθμισης, αλλά ούτε από ανεπαρκείς διαχειριστικά δυνάμεις του λαϊκισμού που με τις επιλογές τους καθηλώνουν τη χώρα σε μόνιμη φτώχεια. Η ευρωπαϊκή πολιτική οικογένεια που προτάσσει την κοινωνική συνοχή ως θεμελιώδες στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης είναι συγκεκριμένη.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» στις 21/11.