Η Βουλή μετράει, όχι το τουίτερ

Η έναρξη της κρίσης το 2010 συνέπεσε με τη μαζική είσοδο Ελλήνων χρηστών στην πλατφόρμα twitter. Οι περισσότεροι από αυτούς που απέκτησαν τότε λογαριασμό εκεί, ανήκαν στο λεγόμενο «τηλεοπτικό κοινό». Άνθρωποι που έβλεπαν τα διάφορα ριάλιτι αλλά και τα σήριαλ, με την ενθάρρυνση των ίδιων των τηλεοπτικών καναλιών, βρισκόντουσαν εκεί για να σχολιάζουν όλοι μαζί, ζωντανά και σε πραγματικό χρόνο όσα έβλεπαν στην τηλεόραση.

Τα κανάλια είδαν στη λεγόμενη two screens behavior/συμπεριφορά δύο οθονών, όπως βαφτίστηκε αμέσως από τους ειδικούς της επικοινωνίας, μια ευκαιρία να μεγενθύνουν τη μηντιακή αξία (media value) των παραγωγών τους και να αυξήσουν την επικοινωνιακή τους διαπερατότητα.

Μέχρι τότε, δηλαδή μέχρι το 2010 το τουίτερ ήταν εν πολλοίς το καταφύγιο των πιο ψαγμένων και έμπειρων χρηστών του διαδικτύου που είχαν και την ικανότητα, ίσως και λόγω μορφωτικού επιπέδου, να κωδικοποιούν τις σκέψεις και τις απόψεις τους με ελάχιστες λέξεις, σε μικρές φράσεις. Εκεί, στην πρώτη περίοδο λειτουργίας του «ελληνικού τουίτερ», είχε δημιουργηθεί μια κοινότητα χρηστών που συζητούσε κυρίως την τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα και δευτερευόντως θέματα τεχνολογίας και ποπ κουλτούρας.

Χαρακτηριστικό δε της χρήσης του τουίτερ στην Ελλάδα ήταν και είναι η ψευδωνυμία, το δικαίωμα στην οποία η υπογράφουσα υπερασπίζεται με πάθος αν και η ίδια «τουϊτάρει» επώνυμα.

Μια πλατφόρμα ψευδώνυμων, εν πολλοίς, χρηστών όπου η ανταλλαγή απόψεων γινόταν με κοφτές φράσεις, δηλαδή εν είδει συνθήματος, έγινε ιδανική σκηνή για να παιχτεί ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της ελληνικής κρίσης.

Στο τουίτερ βρίσκονταν και όλοι οι δημοσιογράφοι, σε μια περίοδο που τα Μήντια είχαν καταρρεύσει και ζούσαμε το φαινόμενο ελάχιστα άτομα να πρέπει να βγάζουν μια εφημερίδα ή να γεμίζουν ένα site οπότε ήταν διαρκώς εκεί, στο τουίτερ, για να αλιεύουν ειδήσεις και γεγονότα.

Τι ειδήσεις και ποια γεγονότα όμως αλίευαν τότε οι δημοσιογράφοι και μετέδιδαν από τα συστημικά Μέσα;

Να θυμίσουμε ότι στα κεντρικά δελτία των μεγάλων, τότε, καναλιών, διάβαζαν τουίτ «αγανακτισμένων χρηστών»;

Ο συστημικός Τύπος λοιπόν και δευτερευόντως τα πολιτικά κόμματα, ανήγαγαν σε σημαντικά όσα γράφονταν στο τουίτερ εν είδη συνθημάτων από ψευδώνυμους, στην πλειοψηφία τους, χρήστες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, πιο νεανικός σε στελεχειακό δυναμικό, οργάνωσε στο τουίτερ ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό στρατό. Κατάφερνε να δημιουργεί κλίμα, να περνάει γραμμή μέσω των πάντα πρόθυμων ΜΜΕ που αντί να λειτουργήσουν ως φίλτρα, λειτούργησαν ως πολλαπλασιαστές όσων γράφονταν εκεί. Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποίησε το στρατό του και για παροιμιώδεις, πλέον, επιθέσεις σε βάρος «μνημονιακών δημοσιογράφων» και χρηστών. 

Τον πόλεμο των hashtags, ο ΣΥΡΙΖΑ μας τον έμαθε κι όταν έγινε και κυβέρνηση, οργανώθηκε βάσει των εγχειριδίων, των playbook των ρωσικών troll factories όπως λέγονται οι οργανωμένες δομές δράσης στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, με τους χιλιάδες ψεύτικους λογαριασμούς και τις στρατηγικά σχεδιασμένες επιθέσεις τους.

Τον ΣΥΡΙΖΑ αντέγραψε και η Νέα Δημοκρατία αλλά όταν κατάφερε κι αυτή να αποκτήσει αξιόμαχο στρατό, η κοινή γνώμη είχε καταλάβει πως παίζεται το παιχνίδι και ως εκ τούτου η αποτελεσματικότητα του στρατού της περιορίζεται στην συσπείρωση των οπαδών της και την εκτόνωσή τους. Βέβαια, ποδοσφαιρικά και αγοραία συνθήματα που έπαιξαν κατά καιρούς οι στρατοί της Νέας Δημοκρατίας στο τουίτερ, δεν μπορούν να συγκριθούν με τα σημερινά, οργανωμένα συνθήματα περί παιδεραστών. Δεν είναι ίδιας σοβαρότητας το «αμάρτημα».

Σήμερα, όλοι ξέρουμε καλά τι γίνεται στο τουίτερ και μάλλον το έχουμε τοποθετήσει στη θέση που πραγματικά πρέπει να έχει: είναι ένα πολύ ενδιαφέρον εναλλακτικό Μέσο όπου δραστηριοποιούνται κάθε χρώματος και απόχρωσης στρατοί που προσπαθούν να δημιουργούν κλίμα. 

Η επίδραση του κλίματος που δημιουργείται στο τουίτερ κάθε φορά εξαρτάται πλέον από τη χρήση που επιλέγουν τα κόμματα να κάνουν.

Δεν ορίζει το τουίτερ την πολιτική ζωή της χώρας.

Γι' αυτό και το μόνο που μετράει είναι η Βουλή. Η Βουλή παραμένει το κέντρο του πολιτικού συστήματος. Εκεί, όπου κρατούνται πρακτικά και όσα λέγονται τα διαβάζουν οι μελλοντικές γενιές «στους αιώνες των αιώνων».

Η Βουλή μετράει λοιπόν, όχι το τουίτερ. Οπότε, ας αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του για όσα θα ειπωθούν σήμερα εκεί.