Του Σταύρου Κωνσταντινίδη
Η κυβέρνηση εισήλθε με αξιοσημείωτη ταχύτητα και έκδηλη προετοιμασία στην εφαρμογή του κυβερνητικού προγράμματός της. Στον τομέα της ασφάλειας είναι αποφασισμένη, όπως φαίνεται, να κινηθεί χωρίς εκπτώσεις και αναχρονισμούς μέσα ακριβώς στο πλαίσιο και το πρότυπο των σύγχρονων αστικών δημοκρατιών της Ευρώπης. Η τοποθέτηση του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, του μόνου ίσως τεχνοπολιτικού των θεμάτων ασφαλείας στη χώρα, στο τιμόνι του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη επιβεβαιώνει ότι το θέμα έχει τύχει τόσο θεωρητικής και ιδεολογικής επεξεργασίας όσο και πρακτικής.
Η κεντροαριστερή προέλευση, η αδιαπραγμάτευτη δημοκρατική του συγκρότηση και κυρίως η μεγάλη εμπειρία του Χρυσοχοΐδη είναι αυτά που λειαίνουν τις γωνίες της αναχρονιστικής διελκυνστίδας μεταξύ της παραδοσιακής Δεξιάς του παρελθόντος και της ριζοσπαστικής Αριστεράς ακόμη και του σήμερα. Αυτή η συνεχιζόμενη ιδεολογική «βεντέτα» ταλαιπώρησε βέβαια τη χώρα στο παρελθόν εκ μέρους του αστυνομικού κράτους της Δεξιάς του ''50, αλλά συνεχίζει να ταλαιπωρεί στο παρόν με την ενδοτική στάση σε κάθε είδους «επαναστατικές» ανομίες υπό το φαντασιακό της πρώην κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.
Κάθε άλλη ομάδα ιδιωτών, που θα εκφόβιζε την κοινωνία και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στη θέση του Ρουβίκωνα, σε κάθε ευνομούμενο κράτος, θα είχε ήδη προ πολλού τελειώσει άδοξα την καριέρα της. Από τις πρώτες αντιπολιτευτικές δηλώσεις του αρμόδιου τομεάρχη Γιάννη Ραγκούση του ΣΥΡΙΖΑ διαφάνηκε πως η επιθυμία δεν είναι η άρση των αδιεξόδων σε μια ορθολογική και σύγχρονη βάση, αλλά η πλαστή επαναφορά μιας δήθεν ιδεολογικής αντιπαράθεσης στο ξεπερασμένο μοτίβο Δεξιά - Αριστερά, ως επιβεβαίωση μάλλον της ελληνικής εξαιρετικότητας εν έτει 2019.
Μάλιστα η σφοδρότητα της κριτικής εκ μέρους του οψίμως βουλευτή πια του ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε σε τόσο υψηλούς και στεψόδικους τόνους, που σημειολογικά θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ομολογία της ανησυχίας ότι τα μέτρα θα τύχουν της καθολικής αποδοχής των πολιτών. Σε μια άλλη προσέγγιση ανάλυσης, ο πρώην υπουργός των κυβερνήσεων Παπανδρέου, λειτουργεί ως βασιλικότερος του βασιλέως επιχειρώντας να απενοχοποιήσει μάλλον την πολιτική μεταστροφή του. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση, μέσω των άμεσων δειγμάτων γραφής της, επιθυμεί να αρθεί πάνω από τις διχαστικές παθογένειες ενός παρελθόντος που συντηρείται μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ πια στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Με την κατάργηση του ασύλου της ανομίας, τον εκσυγχρονισμό των δομών της Αστυνομίας, την εξάλειψη κάθε ανοχής στον δημόσιο χώρο, εγκαθιδρύει ένα νέο δόγμα αποφασιστικής νομιμότητας παντού, που καθιστά το δημόσιο αίσθημα ασφαλείας ύψιστο δικαίωμα ελευθερίας, έκφρασης και δημοκρατίας της δημόσιας σφαίρας.
Η νέα αντίληψη διαπνέεται από αρχές και αξίες που έχουν εσωτερικευθεί εδώ και χρόνια νομοθετικά και συνταγματικά σε όλες τις φιλελεύθερες δημοκρατικές χώρες της Ευρώπης: Για το σύγχρονο κράτος δικαίου η ασφάλεια είναι προϋπόθεση και μηχανισμός διασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η αστυνομία υπηρετεί το σύνολο της κοινωνίας, είναι ο φιλικός συμπαραστάτης του πολίτη και διώκτης της εγκληματικότητας. Ο πολίτης πρέπει να αισθάνεται ασφαλής τόσο απέναντι, για παράδειγμα, σε τρομοκρατικές ενέργειες όσο και απέναντι σε αντιτρομοκρατικά μέτρα. Ούτε η βία ανεξέλεγκτων ομάδων, ούτε καμία βία της αστυνομίας είναι ανεκτά.
Και τέλος, ότι η κοινωνία του αφόρητου κινδύνου είτε με την επίκληση της καταστροφολογίας είτε με την όντως μεγάλη καταστροφή πρέπει να μετριασθεί, να αμβλυνθεί. Από τον κίνδυνο με ελάχιστη πιθανότητα μέχρι την πραγματική απειλή η απόσταση είναι μεγάλη, αλλά ο ανθρώπινος φόβος είναι ίδιος. Στόχος είναι πάντα η ελαχιστοποίηση της συλλογικής ανασφάλειας.
Στον πρόσφατο σεισμό στην Αθήνα, υπήρξαν περιπτώσεις σεισμολόγων που κινδυνολόγησαν με απαράδεκτη ρητορική στις τηλεοράσεις, πιθανώς για λίγα λεπτά δημοσιότητας, που έσπειραν αδικαιολόγητο φόβο στην κοινωνία. Είναι και αυτό ένα παράδειγμα μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο του δημόσιου αισθήματος ασφάλειας. Όπως είναι και οι διαχειρίσεις κρίσεων φυσικών καταστροφών και βέβαια η καθημερινή ανομία στον δημόσιο χώρο και η προστασία της ιδιωτικής ζωής.
Τέλος, έχει ενδιαφέρον που για πρώτη φορά εισάγεται στην ατζέντα της δημόσιας ασφάλειας η έννοια της αναμόρφωσης και του μετασχηματισμού του δημόσιου χώρου. Η πρόταση για την ενοποίηση του Αρχαιολογικού Μουσείου και του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου είναι κρίσιμη και εμβληματική. Ταυτόχρονα πολλές ακόμη αναπλάσεις πρέπει να υλοποιηθούν άμεσα.
Στα Εξάρχεια έχει να αλλαχθεί πλάκα πεζοδρομίου εδώ και δεκαετίες. Η μεγαλύτερη ήττα δεν είναι η έλλειψη παρουσίας του κράτους, αλλά η δύναμη της συνήθειας ότι σταματήσαμε να σχεδιάζουμε και να σκεφτόμαστε οτιδήποτε για την αναβάθμιση της περιοχής. Και όμως, η λύση του προβλήματος της ασφάλειας, του μαρασμού, της εγκατάλειψης περνάει σε μεγάλο βαθμό και μέσα από την πολεοδομική αναζωογόνηση και τις αστικές παρεμβάσεις.
Η ανομία σε δημόσιους χώρους προκαλείται από μία ιδιότυπη στρεβλή αντίληψη περί της ελευθερίας της έκφρασης και δράσης, η οποία όμως κυοφορείται πάντα και μόνο μέσα σε θύλακες εγκατάλειψης. Τα Εξάρχεια δεν προστατεύονται από κάποιο άσυλο, αλλά έχουν δημιουργήσει ένα εθιμικό άβατο. Το προϊόν μιας πολύχρονης ανοχής και παθητικότητας που μοιάζει σαν νομιμοποίηση. Στην πραγματικότητα η έλλειψη δημόσιων παρεμβάσεων ελκύει την ανομία, η οποία με τη σειρά της δημιουργεί νέους δισταγμούς για ενεργή φροντίδα. Το πρόβλημα καθίσταται κυκλικό, και ως γνωστόν τα κυκλικά προβλήματα λύνονται δύσκολα.
Για όποιον παρατηρεί προσεκτικά τα Εξάρχεια, εδώ και πολύ καιρό έχουν καταληφθεί από πολλούς μικροπαραβατικούς, εγκληματικά και λούμπεν στοιχεία, εκ των οποίων ένα μεγάλο μέρος κινείται στη σφαίρα της παρανομίας με διακίνηση ναρκωτικών, λαθρεμπόριο και κλοπές. Τα Εξάρχεια πρέπει να ξαναγίνουν γειτονιά. Η προηγούμενη κυβέρνηση όχι μόνο απέτυχε παταγωδώς, αλλά ενέτεινε το πρόβλημα στο σημερινό σημείο. Είναι απολύτως υπεύθυνη.
Η αναβάθμιση των προβληματικών σήμερα δημόσιων χώρων είναι ένα πολυτομεακό ζήτημα που αντιμετωπίζεται μόνο συνδυαστικά. Σε ολόκληρο τον σύγχρονο κόσμο συνυπάρχουν πολεοδομικές παρεμβάσεις, σημειακές αστικές αναβαθμίσεις και αποκατάσταση της κεντρικότητας προβληματικών σημείων. Αυτοί οι αστικοί πειραματισμοί έχουν αποδειχθεί παντού πολύ ευεργετικοί.
Η αστική αναζωογόνηση μεταστρέφει οριστικά τη φυσιογνωμία του χώρου και η ανάγκη συνδρομής της κατασταλτικής αστυνόμευσης ελαχιστοποιείται. Γίνεται αυτό σήμερα στα Εξάρχεια; Γίνεται. Κατ'' αρχήν άμεση κατάργηση του ασύλου της ανομίας, που καθιστά τους πανεπιστημιακούς χώρους εφάμιλλους κάθε δημόσιου χώρου, χωρίς καμία εξαίρεση στον τρόπο αστυνόμευσης. Άμεση ανάπλαση του Πολυτεχνείου και των δημόσιων κτιρίων που γειτνιάζουν και ενοποίησή τους.
Ένα πρόγραμμα κτιριακής αποκατάστασης, αξιοποίησης των δημόσιων χώρων και εγκατάστασης χρήσεων πολιτισμού και τεχνολογίας, που τόσο ευνοούνται από τη γειτνίαση του Πολυτεχνείου. Κίνητρα για την εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων. Ανάπλαση των πλατειών και του οδικού δικτύου, και αναβάθμιση προσόψεων κτιρίων. Ένταξη των δημόσιων συγκοινωνιών στους πυρήνες της γειτονιάς και χωροθέτηση πυκνών δημόσιων και δημοτικών χρήσεων, ευρύτερης εξυπηρέτησης, όπως ΚΕΠ, τράπεζες, μουσειακών επισκέψιμων χώρων από κοινό και τουρίστες κτλ. Το σχέδιο αυτό μπορεί μέσα σε ορίζοντα 2 χρόνων να φέρει τους πρώτους καρπούς και να υλοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος των παρεμβάσεων.
Τότε τα Εξάρχεια μπορούν όχι μόνο να σωθούν, αλλά να αναγεννηθούν στην πατίνα της παλιάς νοσταλγικότητας, του καλλιτεχνικού και εναλλακτικού κοσμοπολιτισμού και της αστικής ιστορίας τους.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 26 Ιουλίου