Του Γιάννη Ανδρουλάκη*
Η εμπειρία της κυβερνώσας αριστεράς, μας έδωσε την ευκαιρία να έλθουμε αντιμέτωποι με τις δυσανεξίες της με τρόπο οδυνηρό, ιδίως για τους οπαδούς των ιδεών και της ιστορίας της.
Η ελληνική αριστερά, με μικρή εξαίρεση την φιλοευρωπαϊκή εκδοχή της, που στεγάστηκε μειοψηφική στο ΚΚΕες και στην συνέχεια στον συνασπισμό, δεν κατόρθωσε ή δεν θέλησε ποτέ να κάνει κτήμα της τις βασικές παραδοχές της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δεν πορεύτηκε αντιπολιτευτικά με αυτές και δεν τις εγκολπώνεται τώρα που βρίσκεται στην διακυβέρνηση της χώρας. Οι θεσμοί του πολιτεύματος, κατ' αυτήν, δεν λειτουργούν ως ασφαλιστικές δικλείδες, που εγγυώνται την πραγμάτωση του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων παρά μόνο όταν η δράση και οι αποφάσεις τους εναρμονίζονται (αν όχι ευθυγραμμίζονται) με το πολιτικό σχέδιο και τις επιλογές της κυβερνώσας πλειοψηφίας. Ενώ παράλληλα, η κυβέρνηση αισθάνεται ότι δεν είναι υποχρεωμένη να κυβερνά και να παίρνει την ευθύνη των αποφάσεών της αλλά μπορεί, αν θέλει, να συμπεριφέρεται και ως δύναμη διαμαρτυρίας, να αντιπολιτεύεται τον εαυτό της ή και να μεταθέτει την ευθύνη του κυβερνάν, εντελώς απροειδοποίητα και αιφνιδιαστικά, στους πολίτες.
Η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, που αποτελεί θεμελιώδη αρχή του πολιτεύματος, δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια από την αριστερά που κυβερνά. Την σέβεται εντελώς προσχηματικά και την εργαλειοποιεί πολιτικά κατά το δοκούν, ενώ στην πράξη την ευτελίζει παρεμβαίνοντας στο έργο της δικαιοσύνης και υφαρπάζοντας αρμοδιότητες από τις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές που έχει θεσπίσει το ίδιο το σύνταγμα της χώρας.
Δεν γνωρίζω αλλά και δεν θα ήταν σοβαρό εκ μέρους μου να υποστηρίξω μέσα στον στενό χώρο του παρόντος σημειώματος εάν αυτό οφείλεται μόνο στο ότι η αριστερά υπήρξε και διαμορφώθηκε διαχρονικά ως δύναμη διαμαρτυρίας και καταγγελίας και όχι ως δύναμη κυβερνητικής ευθύνης. Φοβούμαι ότι οι αιτίες είναι περισσότερες και σοβαρότερες και έχουν να κάνουν με την αδυναμία της να αποδεχθεί την μετακίνηση του ιδεολογικού και ιστορικού της φορτίου προς μία κατεύθυνση σοσιαλδημοκρατική και φιλοευρωπαϊκή. Στην απροθυμία της να απαγκιστρωθεί από αντιλήψεις ριζοσπαστικές και μεσσιανικές, στην απροθυμία της δηλαδή να αντικαταστήσει την «θεολογία» της με μία σύγχρονη εξελιγμένη προοδευτική κοσμοθεωρία. Αυτή είναι η «δυσανεξία» της ελληνικής αριστεράς, που αποτελεί συνάμα και την ήττα της στο πεδίο της διαπάλης των ιδεών.
Όμως η απροθυμία αυτή και οι αγκυλώσεις της, η δυσανεξία της, φαλκιδεύουν το πολίτευμα της χώρας και υπονομεύουν την δημοκρατία. Τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, προεξάρχουσας της Νέας Δημοκρατίας οφείλουν να βρίσκονται σε εγρήγορση. Και, κυρίως, να αποκαταστήσουν αύριο-μεθαύριο που θα βρίσκονται στην εξουσία, με κινήσεις γρήγορες, αποφασιστικές και υψηλού πολιτικού συμβολισμού τις ισορροπίες του πολιτεύματος και την διάκριση των λειτουργιών του, με τρόπο τέτοιο, που να μην αμφισβητηθούν ποτέ ξανά, για κανέναν λόγο και από κανένα.
* Ο κ. Γιάννης Ανδρουλάκης είναι δικηγόρος και γεν. γραμματέας Κ.Ε. της Δράσης.