Του Θανάση Διαμαντόπουλου
Δεν είναι ο λόγος του Τσίπρα και των λοιπών «χιλίαρχων» του Σύριζα, ο οποίος πλέον -στην ανάγνωσή του ανάμεσα στις γραμμές- αποκαλύπτει περισσότερο προσπάθεια διαχείρισης/δικαιολόγησης αφεύκτως επερχόμενης ήττας παρά επιδίωξη διεκδικούμενης νίκης. Δεν είναι τα σταθερά και επαναλαμβανόμενα ευρήματα των (αποκατασταθέντων και στη συνείδηση της Αριστεράς) δημοσκόπων. Δεν είναι καν το εύρος της νεοδημοκρατικής νίκης στις ευρωεκλογές. Είναι κάποια άλλα, μικρά, δευτερεύοντα, εκ πρώτης όψεως ασήμαντα και αμελητέα στοιχεία και καταστάσεις αυτά ή αυτές που, πρωτίστως, δείχνουν πως βρισκόμαστε στην αρχή του τέλους -το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2015 βρισκόμασταν απλώς στο τέλος της αρχής- της κυβέρνησης των «Ζαίων», πως αυτή είναι καταφανώς πλέον μια κυβέρνηση υπό αποδρομή.
Δεν θα σας καταπονήσω με εξαντλητική καταγραφή όσων τέτοιων γεγονότων υποπίπτουν στην αντίληψή μου. Κάνα-δύο πάρα πολύ χαρακτηριστικά από αυτά θα περιοριστώ να καταθέσω.
Πρώτον. Όπου σταθώ και όπου βρεθώ, σε τηλεοράσεις, συνεντευξιαζόμενος σε ραδιόφωνα, με την αρθρογραφία και τις κάθε λογής δημόσιες παρεμβάσεις μου αναδεικνύω, καταγγέλλω και βροντοφωνάζω τον «εκσταλινισμό» της δημόσιας τηλεόρασης, το γεγονός πως έχει καταληφθεί από ανενδοίαστους κομματικούς εγκάθετους και γκαιμπελίσκους. Ακόμη και στην ίδια την ΕΡΤ, όπου προ εβδομάδων προσκλήθηκα –για πρώτη φορά μετά την προ τετραετίας επαναλειτουργία της- τη χαρακτήρισα «τηλεοπτική Πράβντα», προκαλώντας το αμήχανο γελάκι του δημοσιογράφου. Και όμως. Με πήραν και μου ζήτησαν να δώσω ζωντανή συνέντευξη! Ξέρετε πότε; Τη Δευτέρα μετά τις εκλογές! Η επόμενη μέρα είναι ήδη εδώ. Και χωρίς αιδώ την προετοιμάζουν... (Μην προετοιμάζεστε σαδιστικώς: τους είπα ότι το βράδυ της Δευτέρας 8 Ιουλίου θα έχω ήδη επιστρέψει στις διακοπές μου).
Δεύτερον. Πρόσφατα βρέθηκα σε ένα τραπέζι με πολύ κόσμο. Μεταξύ των παρευρισκόμενων και μια δικαστίνα –προσβλέπουσα να κριθεί συντομότατα για ανώτατη θέση στην ακυρωτική Δικαιοσύνη- πασίγνωστη ως επί σειρά ετών το δεξί χέρι, ή ένα από τα δεξιά χέρια, της Βασιλικής Θάνου. «Δεν της μιλάω πια, έγινε παλιοσυριζαία και κολλητή του Παπαγγελόπουλου», είπε απευθυνόμενη στους υπόλοιπους, μεταξύ των οποίων και κάποιοι συνάδελφοί της, τής «ιστάμενης Δικαιοσύνης», αλλά και πάρα πολλοί δικηγόροι. «Καλά, αυτό σας πείραξε; Όλη η επί σειρά ετών συνδικαλιστική αγυρτεία και ληστεία του τόπου δεν σας είχε ενοχλήσει;», τη ρώτησε μια μεγάλη, ιστορική θα έλεγα μορφή του δικηγορικού κόσμου, εδώ και πολλά χρόνια συνταξιοδοτημένη, που έως τότε παρακολουθούσε τη συζήτηση χωρίς να παρεμβαίνει. Για μια στιγμή η κυρία πρόεδρος έμεινε σιωπηλή. Πιθανότατα αιφνιδιασμένη. Και τελικά ψέλλισε: «Είναι γεγονός. Το είχαμε παρακάνει. Και με τα συνδικαλιστικά μας και με τις αποφάσεις του Μισθοδικείου, οι οποίες ενίοτε ήταν προκλητικές».
Πράγματι. Δεν νομίζω πως επιτρέπεται πια η παραμικρή αμφιβολία. Βρισκόμαστε ήδη στην επόμενη μέρα…