Η απορρύθμιση των εφημεριών του ΕΣΥ φέρει ονοματεπώνυμο: «Υπουργείο Υγείας»

Η απορρύθμιση των εφημεριών του ΕΣΥ φέρει ονοματεπώνυμο: «Υπουργείο Υγείας»

Του Χάρη Λυδάκη*

Η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας μετά τις ατυχείς νομοθετικές πρωτοβουλίες στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΤοΜΥ – όπως αποδείχθηκε από την αδυναμία στελέχωσης της – και όχι μόνον), ήρθε τώρα να απορυθμίσει και το εφημεριακό καθεστώς στα νοσοκομεία Δευτεροβάθμιας / Τριτοβάθμιας Υγείας.

Συγκεκριμένα, με τον πρόσφατα αιφνιδιαστικά ψηφισθέντα νόμο από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ περί «Εναρμόνισης του Ελληνικού Δικαίου με την Ευρωπαϊκή οδηγία 2003/88/ΕΚ σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ιατρών» γίνεται «προσπάθεια εισαγωγής κανόνων προστασίας κατά της επαγγελματικής εξουθένωσης των ιατρών».

Η Ευρωπαϊκή οδηγία πράγματι προσπαθεί να αντιμετωπίσει με σεβασμό τον εργασιακό χρόνο των ιατρών προφυλάσσοντας τους από πολύωρη εργασιακή παραμονή στο στρεσογόνο περιβάλλον του νοσοκομείου, που μπορεί να έχει σαν συνέπεια επιβάρυνση της υγείας τους αλλά και έκθεση των ασθενών τους σε κίνδυνο λόγω της ιατρικής υπερκόπωσης. Θεσπίζεται έτσι προβλεπόμενη εβδομαδιαία ιατρική απασχόληση 48 ωρών, η οποία δύναται να επεκταθεί μέχρι το μέγιστο στις 60 ώρες εβδομαδιαίως με προαπαιτούμενη την ενυπόγραφη δήλωση-συναίνεση του ιατρού (opt-out).

Η υγιής αυτή νομοθετική πρόβλεψη στα ευρωπαϊκά κράτη βοήθησε στη βελτίωση της ποιότητας εργασίας (κυρίως) των (νέων) ιατρών π.χ., στο Ηνωμένο Βασίλειο, και το σπουδαιότερο: αύξησε την ασφάλεια των ασθενών. Οδήγησε όμως ταυτόχρονα και σε ανάγκη αύξησης των θέσεων ειδικευομένων ιατρών κατά περίπου 25%. Πολλοί από τους Έλληνες ειδικευόμενους που υπηρετούν τώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο, Γερμανία και αλλού οφείλουν την πρόσληψη τους στον ευεργετικό αυτόν νόμο.

Η Ελλάδα όμως αποτελεί από μόνη της μία ξεχωριστή υπόθεση. Το ελληνικό περιβάλλον σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζεται από την “κανονικότητα” σε στελέχωση, καθηκοντολόγιο, θεσμική θωράκιση και πολλά άλλα δεδομένα χαρακτηριστικά, που απαντώνται στα συστήματα Υγείας των Ευρωπαϊκών χωρών.

Στην χώρα μας, αναντίρρητα οι ειδικευόμενοι (κατά κύριο λόγο) ιατροί είναι εκτεθειμένοι σε εργασιακό burn-out, ενώ απο την άλλη μεριά οι ειδικευμένοι ακροβατούν οριακά σε ένα εφημεριακό καθεστώς, που περιλαμβάνει ενεργείς, μεικτές και εφημερίες ετοιμότητας (όπως ονομάζονται οι νομοθετικά κατοχυρωμένες εφημερίας κάλυψης του νοσοκομείου με φυσική παρουσία ή μη).

Ο πρόσφατα ψηφισθείς νόμος εισάγει μία νέα εφημεριακή πραγματικότητα στα Ελληνικά νοσοκομεία χωρίς να φροντίζει για «δίχτυ προστασίας» στην εργασιακή υπόσταση του ιατρικού προσωπικού από π.χ. στελεχιακά κενά και μειώσεις αμοιβών, που θα προκύψουν εάν αυτός εφαρμοσθεί ώς έχει.
Ας δούμε με ρεαλιστικούς όρους τις επιπτώσεις εφαρμογής του εφημεριακού 48ώρου (ή του διευρυμένου - με συναίνεση- 60ώρου) σε μία τυπική Παθολογική κλινική τριτοβάθμιου νοσοκομείου με ευθύνη γενικής εφημερίας ανά τετραήμερο (περίπου 20 εισαγωγές κατά μέσο όρο) με οριακά επαρκή στελεχιακή κάλυψη απο 6 ειδικευμένους και 8 ειδικευόμενους ιατρούς:

α) για τους ειδικευόμενους ιατρούς το εφημεριακό έργο θα μειωθεί μεν ανα ημέρα εφημερίας κατά 50-70% αλλά θα επεκταθεί απο 6,5 ημέρες σε 12,5 ημέρες μεσοσταθμικά ανά μήνα, ενώ οι εφημεριακές αμοιβές θα μειωθούν απο 25% έως 60%, ενώ θα χρειασθεί να προσληφθούν επιπλέον ειδικευόμενοι σε ποσοστό 13% - 35% των υπηρετούντων για να καλυφθούν ολοκληρωτικά οι ανάγκες.

β) για τους ειδικευμένους το εφημεριακό έργο θα επεκταθεί απο 6 εργάσιμες σε 10-12 εργάσιμες ανά μήνα, ενώ οι εφημεριακές αμοιβές θα μειωθούν απο 20% έως 50% ανάλογα με το βαθμό του opt-out.

Οι δυσλειτουργίες που θα συμβούν σε άλλες κλινικές με τυχόν ανεπαρκή στελέχωση λόγω ελλείψεως ειδικευομένων (αλλά και ειδικευμένων) - εικόνα πλέον συνηθέστατη στις κλινικές του ΕΣΥ - θα είναι τέτοιες που το εφημεριακό τους σύστημα θα είναι αδύνατον να εξυπηρετηθεί (επιπρόσθετα απο την σημαντική οικονομική απώλεια των ιατρών τους).

Η κρίσιμη αυτή απορρύθμιση της εφημεριακής λειτουργίας των νοσοκομείων θα είναι αδύνατον να αποφευχθεί, καθόσον στο ψηφισθέν νομοσχέδιο, α) δεν προβλέπεται αύξηση της ωριαίας εφημεριακής αμοιβής - ή ορθότερα η ενσωμάτωση των εφημεριακών αμοιβών στο μισθό, σύμφωνα με τα ισχύοντα στις Ευρωπαϊκές χώρες (– αντίθετα πιθανολογείται και η κατάργηση της αμοιβής για εφημερίες ετοιμότητας καθότι θα αμείβεται μόνον η ενεργός παρουσία στο νοσοκομειακό χώρο) και β) δεν αντιμετωπίζεται το ζήτημα πως θα βρεθεί το επιπρόσθετο ιατρικό προσωπικό για να καλυφθούν οι αναδυόμενες ελλείψεις(κυρίως σε νέους ειδικευόμενους ιατρούς που μεταναστεύουν μαζικά για άλλες θελκτικότερες εργασιακά χώρες), ώστε τελικά να εναρμονισθούμε με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Θα ήταν ενδιαφέρον να γνωστοποιηθεί από τα στελέχη του Υπουργείου Υγείας αν έγιναν προσομοιώσεις εφαρμογής του νόμου σε πραγματικά δεδομένων κλινικών του ΕΣΥ, για να τεκμηριωθεί το εφικτό ή όχι εφαρμογής του νόμου. Εάν δεν προϋπήρξε τέτοια ενδελεχής προεργασία (όπερ και το πιθανότερο, όπως συνάγεται από την επιφανειακή συνοδεύουσα αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου) τότε πρόκειται περί ενός επιπόλαιου κατασκευάσματος. Αν όμως είχε γίνει η απαραίτητη προπαρασκευή, τότε η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων πιθανόν να αποκρύπτει άλλους στόχους παρέμβασης στις αμοιβές των ιατρών.

Είναι ακατανόητη η σπουδή του Υπουργείου Υγείας να προχωρήσει με τη μορφή του κατεπείγοντος (ενώ το θέμα με την πρόσφατη του μορφή βρισκόταν στην πολιτική ατζέντα τουλάχιστον επί ενάμισι χρόνο) στη ψήφιση του σχετικού νόμου χωρίς να γίνει η απαραίτητη ζύμωση με την ιατρική κοινότητα (ιατρικοί σύλλογοι, ιατρικές υπηρεσίες νοσοκομείων, συνδικαλιστικά όργανα). Η δρομολόγηση, όπως έγινε, είναι σίγουρο ότι, α) θα δημιουργήσει τελικά επιδείνωση τόσο στην διαχείριση τόσο των οικονομικών δεδομένων, όσο και του επαγγελματικού χρόνου των 25000 ιατρών του ΕΣΥ και (περιττή) αναστάτωση στην οικογενειακή τους ζωή, με τελικό θύτη τον παραλήπτη των υπηρεσιών του δηλ. τον ασθενή και β) δημιουργεί υποψίες ότι οι μειώσεις των εφημεριακών αμοιβών των (δήθεν υψηλόμισθων) ιατρών αποτελούν ανομολόγητο στόχο των σχεδιαστών της “αριστερής” οικονομικής πολιτικής, ώστε να βρεθεί άλλη μία πηγή “γεμίσματος του σεντουκιού” για να μπορεί να γίνεται στο τέλος του οικονομικού έτους λαϊκίστικη αναδιανεμητική πολιτική τύπου “χαρτζιλικιού”, με δεδομένη την ανυπαρξία ουσιαστικής γενικότερης οικονομικής ανάπτυξης και κατα συνέπεια μηδενικής αύξησης του γενικού πλούτου.

Στο δύσκολο puzzle του αρμονικού συνταιριάσματος της μείωσης των εργασιακών ωρών της Ευρωπαϊκής επιταγής με τη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα θα πρέπει:

- να γίνει ανακαθορισμός των εφημεριακών αμοιβών ανά ειδικότητα, νοσοκομείο και περιοχή και ενσωμάτωση τους στο μισθό. Η συγκυρία είναι ευνοϊκή, καθότι η ρύθμιση αυτή συνάδει με την εφαρμογή του συνολικού πακέτου της Ευρωπαϊκής οδηγίας περί αναπροσαρμογής εργασιακών ωραρίων.

- να γίνει καταγραφή των πραγματικών ιατρικών αναγκών πληθυσμού ανά Υγειονομική Περιφέρεια (Υγειονομικός Χάρτης Αναγκών) και να καθορισθούν οι πραγματικές ανάγκες λειτουργίας μονάδων και επαρκούς και σταθερής στελέχωσης τους (απαραίτητο εργαλείο: η αξιολόγηση)

- να καθιερωθούν νέες θέσεις στα νοσοκομεία (όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο) “short term appointments”, που θα απευθύνονται σε νέους ιατρούς, που θα καλύπτουν εφημεριακά κενά (κυρίως σε θέσεις ειδικευομένων, των οποίων η προσέλευση συνεχώς μειώνεται)

- να ληφθεί μέριμνα για αποφυγή περαιτέρω μειώσεων των συνολικών αμοιβών των υπηρετούντων ιατρών, καθότι αυτό θα ευνοήσει φαινόμενα παραοικονομίας και μείωσης της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας.

Σε κάθε περίπτωση, η Ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, κάτω απο την επιφάνεια της «φιλοϊατρικής» ρητορικής της αποδείχθηκε όχι μόνον ανεπαρκής στην επίλυση πρακτικών ζητημάτων αλλά και ότι φαίνεται ότι συνεχίζεται η τακτική του «ψηφίζω χωρίς να το εννοώ» προφανώς πιεζόμενη από τις χρονικές και οικονομικές συγκυρίες για μεταρρυθμίσεις που όφειλαν να έχουν κάνει, αλλά δεν έκαναν!

* Ο Χάρης Λυδάκης είναι Παθολόγος, Διευθυντής Β΄ Παθολογικής κλινικής Βενιζελείου Νοσοκομείου Ηρακλείου και μέλος του Τομέα Υγείας της Νέας Δημοκρατίας

Φωτό: Intimenews