Η απαγόρευση δεν είναι η λύση

Πολλά και όχι ένα είναι τα θέματα συζήτησης που ανακύπτουν από τον αποκλεισμό του Ντόναλντ Τραμπ από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και ειδικά το twitter που ήταν το βασικό κανάλι αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας με τους οπαδούς του. Πολλές είναι και οι ερωτήσεις στις οποίες πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε πριν ξεκινήσουμε να συζητάμε το θέμα. Ανθολογούμε τις βασικότερες:

Είναι άραγε λόγος αυτό που παρήγαγε ο Ντόναλντ Τραμπ στο twitter ή μήπως επιδείκνυε απλώς ένα τρόπο πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς;

Είναι τις ιδέες του, τις απόψεις και τις θέσεις του για τα διάφορα ζητήματα που οι οπαδοί του θα στερηθούν μετά τον αποκλεισμό του ή μήπως δεν θα έχει τη δυνατότητα να τους προτρέπει σε συγκεκριμένες πράξεις και συμπεριφορές;

Αφού ο Πρόεδρος των ΗΠΑ διαθέτει ένα θεσμικό, πανίσχυρο και επιδραστικότατο press room, μια αίθουσα Τύπου, γιατί ο ίδιος και ο οπαδοί του αισθάνονται ότι φιμώνονται όταν κλείνει το κανάλι της αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας που μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν υπήρχε; Μήπως είναι ο θεσμικός έλεγχος και το φιλτράρισμα του Τύπου αυτό που ήθελε να αποφύγει και όχι να εμφανιστεί άμεσος και προσβάσιμος στους πολίτες, στο λαό;

Όταν η εκκεντρική προσωπικότητα και η θεσμική ιδιότητα του Ντόναλντ Τραμπ συνέβαλε καθοριστικά στη γιγάντωση του twitter και στην ανάδειξή του ως μέσο επικοινωνίας εφάμιλλης ισχύος της θεσμικής αίθουσας Τύπου και των Μήντια, πόσο ηθικό είναι από πλευράς του twitter να κλείνει το λογαριασμό του πιο χρήσιμου χρήστη του, αυτού που συνέβαλε καθοριστικά στην ισχύ του και στην εδραίωση της θέσης του;

Είναι όντως μονοπώλιο το twitter όταν υπάρχουν άπειρα Μέσα, θεσμικά και ανεπίσημα για την επικοινωνία των πολιτικών με τους πολίτες;
Έχει το δικαίωμα μια εταιρεία να ορίζει και να εφαρμόζει τους όρους χρήσης του κατά το δοκούν ή το χάνει ότι έχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά;

Μπορεί ο καθένας να συμπεριφέρεται όπως θέλει στο δημόσιο χώρο, όπως είναι αυτός της πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης ή μήπως στο διαδίκτυο ισχύουν ανάλογοι όροι με αυτούς που ισχύουν στην αναλογική δημόσια σφαίρα (το γεγονός για παράδειγμα ότι δημοσίως δεν κυκλοφορούμε γυμνοί είναι ένας περιοριστικός όρος που έχουμε πλέον αποδεχτεί όλοι και παντού);

Τόσα πιθανώς και άλλα τόσα είναι τα ερωτήματα που ορίζουν τη συζήτηση για το θέμα που κυριαρχεί στην παγκόσμια συζήτηση τις τελευταίες ημέρες. 

Όμως ακόμα κι αν απαντηθούν τελεσίδικα όλες αυτές οι ερωτήσεις (γεγονός πραγματικά αδύνατο) υπάρχει μια, θεμελιώδης ερώτηση που πρέπει να απαντήσουμε ως ελεύθεροι πολίτες:

Πόσο αποτελεσματικές είναι τελικά οι απαγορεύσεις;

Κάνουν οι απαγορεύσεις την κοινωνία μας καλύτερη; Πιο δίκαιη; Πιο συμπεριληπτική;

Καθόλου όμως. Ό,τι και να αφορούν, από την εκφορά του λόγου, μέχρι τη χρήση ναρκωτικών ουσιών, έχει αποδειχθεί με τρόπο που δεν μπορεί, πλέον, να αμφισβητηθεί ότι οι απαγορεύσεις είναι ο λιγότερο αποτελεσματικός τρόπος για μια κοινωνία να επιλύει τα προβλήματά της, ειδικά όταν αυτά είναι προβλήματα που ανακύπτουν από τις αντικοινωνικές συμπεριφορές των μελών της.

Γιατί συμπεριφέρεται έτσι ο Ντόναλντ Τραμπ; 

Γιατί μπορεί.

 Γιατί η κοινωνία τον 21ο αιώνα δέχεται ότι ένας πολιτικός αυτού του θεσμικού κύρους έχει το δικαίωμα να χλευάζει τους πολιτικούς του αντιπάλους, να ειρωνεύεται και να απαξιώνει συμπολίτες τους στη βάση της φυλής, του φύλου, της σεξουαλικής τους ταυτότητας, του σωματότυπού τους. Γιατί η κοινωνία θεωρεί ανεκτό τρόπο του πολιτεύεσθαι τις προσωπικές επιθέσεις στους πολιτικούς αντιπάλους, τον εκφοβισμό κρατικών υπαλλήλων ή του Τύπου.

Όπως ακριβώς η κοινωνία θεωρεί απαράδεκτο να κυκλοφορούμε γυμνοί σε δημόσιο χώρο έτσι ακριβώς μπορεί να θεωρήσει, κάποια στιγμή, απαράδεκτες τις επιθέσεις στη βάση της φυλής, της θρησκείας, του φύλου. Οι σχετικές απαγορεύσεις, με αντιρατσιστικούς νόμους, δεν έχουν καταφέρει να περιορίσουν τα φαινόμενα στο ελάχιστο.

Όσο και να θεωρητικολογήσουμε περί ελευθερίας, μονοπωλίων, δικαιωμάτων των ιδιωτικών εταιρειών στη ρύθμιση των του οίκου τους, στην πραγματικότητα το ένα, μόλις, ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι τούτο: Είναι αποτελεσματικές οι απαγορεύσεις;
Εμείς λέμε όχι. 

Αλλά ως κοινωνία αυτό είναι που πρέπει να σκεφτούμε και να συζητήσουμε.