Η ανάσταση της οικονομίας και ο βαρώνος Μινχάουζεν

Η ανάσταση της οικονομίας και ο βαρώνος Μινχάουζεν

Επειδή δεν είμαστε προπέτες, ενώ αντιθέτως διατηρούμε άσβεστη την καλή προαίρεση, περιμέναμε υπομονετικά δυο μέρες μετά τη θρησκευτική ανάσταση να ζήσουμε και την ανάσταση της οικονομίας, όπως υποσχέθηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα ο πρωθυπουργός.

Όχι επειδή υπήρχαν τα οικονομικά στοιχεία, που συνηγορούσαν υπέρ της υπόσχεσης, αλλά κυρίως από σεβασμό στο πρόσωπο του θεσμού, που σαν ουσιαστικά ανώτατος πολιτικός παράγοντας (ο άλλος είναι πολιτειακός) έχει ένα βάρος και μια σοβαρότητα στο λόγο του, ή τουλάχιστον έτσι ξέρουμε ότι πρέπει να είναι.

Κυρίως, επειδή οι κυβερνήτες και μάλιστα ο πρωθυπουργός, αποτελούν πρότυπα για τους πολίτες, οι οποίοι μιμούνται τη συμπεριφορά τους, γιατί “αφού το κάνουν εκείνοι” είναι νόμιμο και ηθικό να το κάνει και ο λαός.

Λέει λόγια του αέρα ο πρωθυπουργός; Απελευθερώνεται κι ο λαός. Κάνει απατεωνιές ο υπουργός; Γιατί όχι κι εγώ, λέει ο λαός. Είναι γαϊδούρι στη συμπεριφορά ο υφυπουργός; Κι εγώ τι είμαι, λιγότερος; λέει ο λαός. Έτσι, πιασμένοι χέρι-χέρι πάνε αντάμα κυβερνήτες και κυβερνημένοι επί δεκαετίες.

Αυτός είναι ο τρόπος, που καθοδηγείται ο λαός, όχι μόνο ο ελληνικός, αλλά όλοι. Με τα πρότυπα. Ό,τι βλέπει αντιγράφει και παραδειγματίζεται. Αυτός είναι και ο λόγος, που οι ηγέτες, οι πολιτικοί ηγέτες,  έχουν την κύρια ευθύνη για τούς λαούς τους. Πώς θα μιλάνε, τι θα λένε, τι θα επιτρέπουν και τι θα απαγορεύουν οι νόμοι που ψηφίζουν, πώς θα συμπεριφέρονται εδώ και έξω από δω, όλα αυτά είναι παραδείγματα για μίμηση από το λαό. Από τους πολίτες.

Μ αυτό τον οδηγό, πιστεύοντας ότι ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να είναι ούτε ψεύτης, ούτε, πολύ περισσότερο, ανεύθυνος στα λόγια (ούτε στις πράξεις) περιμέναμε την Κυριακή του Πάσχα την ανάσταση της οικονομίας, όπως υποσχέθηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα εκείνος, αλλά η ανάσταση δεν ήρθε.

Επειδή, όπως προείπα δεν είμαστε κακοπροαίρετοι, περιμέναμε άλλη μια μέρα, γιατί κι ο πρωθυπουργός είναι άνθρωπος και σαν τέτοιος κάνει και λάθη. Αλλά, τίποτα.

Μπήκαμε, όμως, στην τρίτη ημέρα από την ανάσταση του κυρίου και ανάσταση της οικονομίας δεν είδαμε. Κι εκεί μας έζωσαν τα φίδια.

Μας έζωσαν, μήπως και δε μετρήσαμε σωστά απ την αρχή τον άνθρωπο και μήπως ό,τι δηλώσει κι ό,τι πει δεν απευθύνεται σε μάς, αλλά σε κάποιους άλλους, σε κάποια υπολείμματα από ένα παρελθόν, που ξέρουν ν'' ακούν αυτό που εμείς δεν ξέρουμε: Ξέρουν να βλέπουν πίσω απ το ψέμα την αλήθεια.

Παρακολούθησα την περασμένη εβδομάδα τη διεργασία αυτής, που διαφημίζεται σαν μια αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ και που ο κόσμος την ξέρει σαν ομάδα των 53+. Και διάβασα την ανακοίνωσή τους, όπου καλείται η κυβέρνηση να μη συνεχίσει την ενδοτική πολιτική προς την τρόικα και να παραιτηθεί εν ανάγκη, προκειμένου να μην αιμορραγήσει από ψηφοφόρους.

Αναρωτήθηκα αν οι άνθρωποι αυτοί σοβαρολογούσαν ή όχι. Γιατί αν σοβαρολογούσαν δεν έχουν καμιά επαφή με τον πρωθυπουργό και τον κύκλο των υπουργών  και στενών συνεργατών του. Επειδή ο πρωθυπουργός, αφού πέρασε το πρώτο τεστ και είδε ότι παρά τα μνημόνια που δεν έσκισε, την παράταση του δεύτερου μνημονίου που δεν έτριψε στα μούτρα του Σόιμπλε, τη δέσμευση των αποθεματικών των ταμείων  εξ αιτίας της καταστροφικής για την οικονομία μη διαπραγμάτευσης επί 6 μήνες, παρά τον εμπαιγμό της λαϊκής ψήφου στο δημοψήφισμα, της διάλυσης των μικροαποταμιευτων με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, του τρίτου μνημονίου, των νέων μεγαλοστομιών, παρ όλα αυτά κέρδισε και τις δεύτερες εκλογές!

Και σήμερα, παρά τα νέα ψέμματα για τις "κόκκινες γραμμές" και σε ο,τιδήποτε κάνει όπισθεν ολοταχώς, εξακολουθεί και έχει τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πολίτες που τον χειροκροτούν! Κι εκεί είναι το λάθος μας. Ποιο λάθος;

Οι πιο πολλοί στους δρόμους και στις πλατείες και στα καφενεία και στις καφετέριες και παντού αλλού αναρωτιώνται πώς είναι δυνατόν με τέτοια ευκολία να ξεστομίζονται τόσα ψέμματα. Για πράγματα που πρόκειται ευθύς να διαψευστούν. Και πώς χωρίς αντίδραση μια εντελώς αντιαριστερή πολιτική μπορεί να εφαρμόζεται με τέτοια ευκολία από, ας πούμε, αριστερούς.

Η αληθινή απάντηση είναι απλή. Ο κόσμος, που ψηφίζει την κυβέρνηση δεν έχει καμιά όρεξη να φύγει απ την Ευρώπη. Δεν έχει καμιά όρεξη να φύγει απ το ευρώ. Δεν έχει καμιά όρεξη να αλλάξει τίποτε στην κρατικοδίαιτη οικονομία. Δεν έχει καμιά όρεξη να χάσει το τραίνο του πλούτου, ακόμα κι αν αυτός έρθει από την πώληση κομματιών του εγχώριου πλούτου στους ξένους, αντί να έρθει από τη δική του σκληρή δουλειά για παραγωγή και επιχειρηματικότητα.

Όσοι αιθεροβάμονες πίστευαν σ' αυτές τις αριστερές οδούς έφυγαν από μόνοι τους, διώχτηκαν τον Σεπτέμβριο, αηδίασαν από τα έργα της κυβέρνησης και απέχουν αμήχανοι.

Ο κόσμος, που ακολουθεί τον Τσίπρα, γιατί αυτόν ακολουθεί κι όχι τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι στη συντριπτική του πλειονότητα ό,τι έφυγε από ένα ΠΑΣΟΚ, που δεν ήταν δυνατόν να συνεχίσει να τον κανακεύει, ελέω μνημονίων, και μετακόμισε στην αγκαλιά εκείνου, που του υπόσχεται τα πάντα. Ελπίζοντας ότι από αυτά τα πάντα θα μείνει κάποια καλή θεσούλα ή κι ένα ξεροκόματο να γλείφει.

Και ξέρει, ότι οι βάσεις μένουν φεύγοντας και οι παροχές ετεροχρονίζονται, δεν καταργούνται! Έχει εκπαιδευτεί σ αυτά τα ψέμματα επί χρόνια. Γιατί ΠΑΣΟΚ είναι νοοτροπία ενός λαού. Δεν είναι κόμμα. Γι' αυτό και ξέρει, όταν ο Τσίπρας απειλεί θεούς και δαίμονες κι όταν πετάει ελαφριά και δύο κουβέντες παραπάνω στον αέρα, πως τίποτε δεν σταματά την τελική υπογραφή.

Κι ένας λαός, πιο λίγοι αυτοί, από την πούρα αριστερά, που δε νοιάζεται ούτε αν ξεφτυλίζονται αξίες, ούτε αν ποδοπατιέται ο κοινοβουλευτισμός με τη νοοτροπία «ό,τι γουστάρω κάνω», που εφαρμόζει στην πράξη. Η εξουσία τους νοιάζει και τίποτε άλλο.

Όλα είναι συμφωνημένα από πριν κι ο κόσμος, που ακολουθεί τον Τσίπρα κι όχι τον ΣΥΡΙΖΑ το ξέρει. Όχι απλώς το ξέρει. Και το ελπίζει. Πίσω από τα κούφια λόγια του πρωθυπουργού εκείνο που διακρίνει αυτός ο κόσμος είναι...μαγκιά. Έτσι έχει γαλουχηθεί, αυτά πιστεύει. Όπως κι ο αρχηγός του, δεν νοιώθει ίχνος ντροπής για ιδέες που πουλιώνται, για υποσχέσεις του αέρα και για πισωγυρίσματα.

Πίσω από τον Τσίπρα στοιχίζεται - εκτός από λίγες εξαιρέσεις άδολων ιδεολόγων- όλος ο λαός του ΝΑΙ. Όχι εκείνου του δημοψηφίσματος. Ο λαός του "λέγε όχι σε όλα και κάνε ναι". Κι αυτός, που είναι πρωθυπουργός του και ταγός του το ξέρει. Αυτό το ρόλο παίζει διαρκώς, γνωρίζοντας. Πως ο λαός, αυτός που τον ακολουθεί, στη συντριπτική του πλειονότητα δεν έχει ούτε ιδεολογία, ούτε πατρίδα. Μόνη πατρίδα έχει τον εαυτό του. Όπως κι ο αρχηγός του. Και μόνη ιδεολογία τα γούστα του. Και την καρέκλα.

Όσοι αναρωτιώνται πώς γίνεται ένας πολιτικός να προχωράει κάνοντας πράξη τα αντίθετα ακριβώς απ αυτά που λέει και για πόσο θα αντέξει, η απάντηση είναι απλή: Θα συνεχίσει να το κάνει γιατί αυτό θέλει ο λαός "του". Και θα αντέξει για όσο καιρό θα υπάρχει αυτός ο λαός, μ αυτή τη νοοτροπία να τον ακολουθεί. Και για όσο θα τον συντηρεί αυτόν το λαό με την κομματοκρατία ή με τη νέα διαπλοκή που εξυφαίνει.

Αργεί η ανάσταση. Όχι απλώς της οικονομίας. Της ελληνικής κοινωνίας ολόκληρης. Κι αυτό δεν είναι ψέμμα. Είναι η αλήθεια, που δεν τολμάει να πει ο πρωθυπουργός. Γιατί και ο ίδιος συμμετέχει στη σταύρωση. Από την πλευρά των Φαρισαίων.

Γ. Παπαδόπουλος-Τετράδης