Του Γιάννη Λοβέρδου
Για πρώτη φορά μετά πολλά χρόνια, η συγκυρία στην καθημερινότητα μας είναι τέτοια, που μας δείχνει ότι δεν αντιμετωπίζουμε μόνον μια τεράστια οικονομική κρίση αλλά ότι το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο. Η χώρα διέρχεται την βαθύτερη κοινωνική κρίση μεταπολεμικά και βρίσκεται σε περίοδο βαθιάς παρακμής, διέξοδο από την οποίαν κανείς μέχρι στιγμής δεν μπορεί να διαβλέψει. Ασφαλώς ορισμένοι θα ισχυρισθούν ότι η λέξη παρακμή είναι πολύ βαριά.
Όσο κι αν υποφέρουμε οικονομικά, υπήρξαν περίοδοι στην μεταπολεμική μας ιστορία κατά την οποίαν τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα. Φτώχεια, δικτατορίες, αυθαίρετες φυλακίσεις, πραξικοπήματα, ανεργία, ακόμα κι εμφύλιος πόλεμος.
Πράγματι, έτσι είναι. Αλλά πάντα όλα αυτά τα χρόνια υπήρχε πανταχού παρούσα η ελπίδα, η προοπτική μιας καλύτερης κοινωνίας για την οποίαν μπορούσες να αγωνισθείς. Το όραμα ενός καλύτερου κόσμου, που ξεπερνούσε το μεμονωμένο εγώ κι υπεδείκνυε σε όλους μας τις ευθύνες μας αλλά και το καθήκον μας σύμφωνα με τις αξίες, που είχαμε διαμορφώσει συλλογικά ως κοινωνία. Ακόμα κι όταν οι ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές ήταν έντονες, η σύγκρουση, αδυσώπητη συχνά κι οδυνηρή, εδραζόταν σε αξίες, οράματα και προοπτικές. Και παντού, ακόμα και στις πλέον δύσκολες μέρες που πέρασε αυτός ο τόπος στην βαθιά πείνα κι απελπισία του χειμώνα του 1942 για παράδειγμα, όταν χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν καθημερινά από την πείνα και τους φόρτωναν στα κάρα για να τους στοιβάξουν πρόχειρα σε χώρους ταφής, κυριαρχούσε η ελπίδα στους γονείς και στους παππούδες μας. Ο εφιάλτης θα τέλειωνε. Ο κατακτητής θα έφευγε. Η κοινωνία θα έβρισκε ξανά το δρόμο της, όπως και τον βρήκε.
Σήμερα ασφαλώς η οικονομική κρίση όσο βαθιά και μεγάλη κι αν είναι, δεν μας έχει κάνει να επιστρέψουμε σε εκείνες τις μέρες της συγκλονιστικής ένδειας κι ανέχειας. Όμως σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε στην σύγχρονη ιστορία, λείπει από την κοινωνία μας η ελπίδα κι η προοπτική.
Ακόμα κι αν καταφέρουμε και τιθασεύσουμε την πρωτοφανή δημοσιονομική κρίση, που διερχόμαστε, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση.
Ακόμα κι αν πετύχουμε να πείσουμε τις αγορές και τους ευρωπαίους εταίρους μας να διατηρήσουν τη ροή του δανεικού χρήματος απρόσκοπτη προς τη χώρα μας.
Θα αποκτήσουμε άραγε την αίσθηση του καθήκοντος, που θα μας κάνει να εργαζόμαστε και να δημιουργούμε αρμονικά αδιαφορώντας για τον εύκολο πλουτισμό εις βάρος των συμπολιτών μας και του κοινωνικού συνόλου;
Θα θέσουμε στόχους να διακριθούμε στους τομείς εκείνους, που έχουν σημασία σήμερα παγκοσμίως, όπως είναι η έρευνα, η επιστήμη, η τεχνολογία, η καινοτομία;
Θα καταπολεμήσουμε τη γενικευμένη ανομία, που χαρακτηρίζει όλους μας και θα διαμορφώσουμε άραγε μια κοινωνία αξιών;
Θα πάψει να είναι μοναδική μας επιδίωξη η εξασφάλιση του εύκολου πλουτισμού, που θα μας φέρει την εύκολη ηδονή κι απόλαυση;
Θα πάψει το δήθεν να επικρατεί σε μια ουσιαστικά μίζερη καθημερινότητα χωρίς σκοπό και χωρίς κατεύθυνση;
Τα φαινόμενα που εξέθρεψε η μεταπολίτευση, ακόμα και στην περίπτωση, που διασωθούμε από την πρωτοφανή κρίση, που διερχόμαστε, θα επανεμφανισθούν τα ίδια και χειρότερα. Και το διαπιστώνουμε καθημερινά όταν βλέπουμε τους περισσότερους συνανθρώπους μας να μην έχουν αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος και να απαιτούν να συνεχισθεί η ίδια κατάσταση, όπως πράττουν πολλοί με πρώτους και χειρότερους τους αγρότες. Γι' αυτό και υποστηρίζουμε ότι η Ελλάδα βιώνει τις συνέπειες μιας βαθιάς παρακμής.
Ο συβαριτισμός των τελευταίων τριών δεκαετιών μας φέρνει κοντά στην καταστροφή. Και δυστυχώς οι επιλογές μας μετά το ξέσπασμα της κρίσης είναι η μια χειρότερη από τις άλλες. Αντί να σπάσουμε τα δεσμά από τον κρατισμό και τον λαϊκισμό που δεν μας επέτρεψε επί δεκαετίες να γίνουμε μια σύγχρονη, δημοκρατική, ελεύθερη, δημιουργική, παραγωγική χώρα, πρότυπο για όλη την Ευρώπη, συνεχίζουμε να υποκύπτουμε στις υπερβολές και στα ψέματα των χειρότερων κρατιστών και λαϊκιστών, που έχουν υπάρξει. Της μαρξιστικής αριστεράς. Πολύ φοβάμαι ότι με τα χέρια μας βγάζουμε τα μάτια μας.
Φωτογραφία: APImages