Ακόμα κι αν δεν το επεσήμανε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου, είναι βέβαιο πως όλοι παρατήρησαν πως από την ομιλία του Σαββάτου, στο Βελλίδειο απουσίαζαν παντελώς οι αναφορές στον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ.Τσίπρα.
Βέβαια, όσοι παρακολουθούν όσα λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τα τελευταία χρόνια ξέρουν ότι σε αυτού του τύπου τις ομιλίες αποφεύγει να αναφερθεί στον αντίπαλο. Άλλωστε, όπως είπε και στη φετινή του ομιλία, η πόλωση είναι κάτι που «η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία της προόδου» την οποία θεωρεί ότι εκπροσωπεί θεωρεί αχρείαστη. Μάλιστα, στη συνέντευξη Τύπου υπέδειξε τον κ.Τσίπρα προσωπικά ως το μόνο υπεύθυνο για την πόλωση των τελευταίων μηνών.
Είναι όμως έτσι;
Όπως συνηθίζουμε να επισημαίνουμε, τα κόμματα δυσκολεύονται πολύ, αν το καταφέρνουν και ποτέ, να ξεπεράσουν «τη συνταγή» που θεωρούν ότι οδήγησε στις μεγάλες τους εκλογικές επιτυχίες και προσπαθούν διαρκώς να τις επαναλάβουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε σε κόμμα εξουσίας εξαιτίας/χάρις του αντισυστημισμού και των συνθηκών πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που επικράτησαν σε δεδομένη συγκυρία.
Η Νέα Δημοκρατία πάλι, αναδείχθηκε αυτοδύναμη χάρις/εξαιτίας του ΑντιΣυριζα.
Και τα δύο κόμματα πολιτεύονται καθημερινά προσπαθώντας να εφαρμόσουν την πετυχημένη συνταγή. Ο ΣΥΡΙΖΑ «οσμίστηκε» στην πανδημία μια μεγάλη αναταραχή που μπορεί να λειτουργήσει για εκείνον ως «υπέροχη κατάσταση» κατά το μαοϊκό δόγμα, η Νέα Δημοκρατία δεν έχει απομακρυνθεί ούτε μια μέρα από την ΑντιΣυριζα στρατηγική.
Από τη στήλη αυτή έχουμε επιχειρηματολογήσει πολλές φορές πάνω στο γιατί το ΑντιΣυριζα είναι λάθος στρατηγική και επιβλαβής για τη χώρα, γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να πείσουμε κανένα. Άλλωστε, στην πολιτική μετράει το αποτέλεσμα και για τα κόμματα εξουσίας, αποτέλεσμα νοείται μόνο το εκλογικό.
Την ίδια στιγμή είναι γεγονός ότι ως λαός έχουμε την τάση να υπερδραματοποιούμε τις καταστάσεις, να στήνουμε τρικούβερτους καυγάδες ακόμα για το πως είναι τα ιδανικά γεμιστά και να βιώνουμε την πολιτική με μεγάλη ένταση, με τραγικούς όρους και την κρίσιμη στιγμή, αιφνιδιαστικά να επέρχεται η αποδραματοποίηση. Κάτι σαν σαιξπηρική κωμωδία δηλαδή.
Το θέμα όμως είναι ότι όντως υπάρχει κάποια μερίδα του πληθυσμού, ο πρωθυπουργός την όρισε ως πλειοψηφική, που βρίσκει την πόλωση αχρείαστη και δύο χρόνια μετά τη συντριπτική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και την ανικανότητά του να ανασυνταχθεί στοιχειωδώς θεωρεί την εμμονή σε αυτή ακατανόητη.
Για τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους που ιεραρχούν ψηλά την καθημερινότητά τους η υπόσχεση για μια πολιτική ζωή χωρίς αχρείαστη πόλωση έχει εξελιχθεί σε μια υπόσχεση όπως οι μεταρρυθμίσεις.
Πλέον, δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας που να μην τις επιθυμεί αλλά αν τον ρωτήσεις αν προτιμά κρατικές παροχές ή μεταρρυθμίσεις θα βρει ένα τρόπο να εκλογικεύσει την ανάγκη να δοθεί κρατικό χρήμα και μετά να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις.
Το επόμενο διάστημα θα κριθεί ο βαθμός που εμείς οι πολίτες θεωρούμε την πόλωση αχρείαστη. Για την ώρα σπεύδουμε, εκατέρωθεν, να γίνουμε πολλαπλασιαστές της. Κι αυτό έχει από μόνο του ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον.