Η αβάσταχτη υποκρισία των πολιτικών ελίτ και τι πρέπει να γίνει

Η αβάσταχτη υποκρισία των πολιτικών ελίτ και τι πρέπει να γίνει

Του Γιάννη Φωτιάδη*

Παίρνω μια αφορμή:

Οι πάντες, στον ΣΥΡΙΖΑ (ενιαίο και διασπασμένο), γνώριζαν και γνωρίζουν ότι ο Γ. Βαρουφάκης ήταν εμμονικά υπέρ του ευρώ. Μια καλή απόδειξη είναι τα σχετικά «χωσίματα» που εξακολουθεί να του κάνει, σε κάθε ευκαιρία, μέσα από δημοσιεύματα στην Iskra, ο Π. Λαφαζάνης, γνωστός πολέμιος του ευρώ και ταυτόχρονα γνώστης από πρώτο χέρι του who is who των στελεχών του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ.

Επομένως οι πολιτικές ελίτ που επιτίθενται στον Γ. Βαρουφάκη με την κατηγορία ότι προετοίμαζε με μυστικό και πραξικοπηματικό τρόπο την έξοδο από το ευρώ αγνοούν την παραπάνω αλήθεια που όλοι μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ γνώριζαν και γνωρίζουν; Η γνώμη μου είναι ότι στην πραγματικότητα δεν την αγνοούν, απλώς ψάχνουν να βρουν αφορμές (στην προκειμένη περίπτωση το λεγόμενο Σχέδιο Β ή Χ) προκειμένου να τις χρησιμοποιήσουν για την εξυπηρέτηση των ιδιοτελών πολιτικών συμφερόντων τους. Πρόκειται για μια κλασική συμπεριφορά των πολιτικών ελίτ, στα πλαίσια των παιγνίων πολιτικής ισχύος και κυριαρχίας στα οποία ακατάπαυστα επιδίδονται. Σε αυτά τα αέναα πλαίσια οι πολιτικές ελίτ, επίσης, παρόλο που χρησιμοποιούν ρητορικές υπέρ της δημοκρατίας, του Συντάγματος και της υπεράσπισης των συμφερόντων της κοινωνίας και των πολιτών, όλα αυτά τελικά δεν αποτελούν παρά το προκάλυμμα για την εξυπηρέτηση των ιδιοτελών πολιτικών συμφερόντων τους.

Ας κρίνουμε την ειλικρίνεια των πολιτικών ελίτ, ως προς τη πρόθεση τους να υπερασπίσουν τη δημοκρατία, το Σύνταγμα και τα συμφέροντα των πολιτών από μερικές θεμελιώδεις περιπτώσεις:

1. Η απόφαση των πολιτικών ελίτ για την συμμετοχή της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ ελήφθη χωρίς καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση. Η δικαιολογία των πολιτικών ελίτ είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφική ψήφος, από κει και πέρα, σε σειρά βουλευτικών εκλογών υπέρ των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων νομιμοποιεί αυτή την απόφαση. Η γνώμη μου είναι ότι ένα τόσο σημαντικό ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί με αυτόνομη δημοκρατική διαδικασία, δηλ. με ειδικό δημοψήφισμα, διότι η ψήφος των βουλευτικών εκλογών είναι μια μη στοχευμένη ψήφος. Ωστόσο και σύμφωνα με την παραπάνω λογική των πολιτικών ελίτ, μια οποιαδήποτε κυβέρνηση θα νομιμοποιόταν να βγάλει τη χώρα από το ευρώ και μετά να προχωρήσει σε βουλευτικές εκλογές. Επομένως, κακώς διαμαρτύρονται οι συγκεκριμένες πολιτικές ελίτ, ακόμη και αν ο Γ. Βαρουφάκης πράγματι σχεδίαζε την έξοδο της χώρας από το ευρώ.

2. Υπάρχει ένα διαρκές θεμελιώδες πρόβλημα δημοκρατίας στη πολιτική ζωή της χώρας: Οι πολιτικές ελίτ κυβερνούν ανατρέποντας σε μεγάλο βαθμό ή, συνηθέστερα, πλήρως τις προεκλογικές δεσμεύσεις τους που τις οδήγησαν στη κυβερνητική εξουσία. Για αυτό το διαρκές και μεγάλο πολιτικό έγκλημα σε βάρος της δημοκρατίας και των συμφερόντων των πολιτών οι πολιτικές ελίτ σιωπούν βέβαια εκκωφαντικά. Για παράδειγμα, στις τρέχουσες συζητήσεις για Συνταγματικές αλλαγές, καμιά ελίτ δεν θέλησε να θίξει το θεμελιώδες αυτό πρόβλημα δημοκρατίας.

3. Όλα αυτά τα χρόνια οι βουλευτές, κάτι που άλλωστε το έχουν παραδεχθεί και οι ίδιοι, ψηφίζουν τα λεγόμενα μνημόνια χωρίς να τα έχουν διαβάσει, κατ' εντολή του αρχηγού του κόμματος. Αυτό δεν αποτελεί θεμελιώδη παραβίαση της δημοκρατίας και του Συντάγματος;

4. Με βάση τη Συμφωνία που συνήψε η ελληνική κυβέρνηση την 13η Ιουλίου του 2015 στην Σύνοδο Κορυφής των αρχηγών κρατών της Ευρωζώνης (12,13 Ιουλίου 2015) και δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ, Α, 80/16/7/2015), σαν νόμος του Κράτους, χωρίς να ψηφισθεί προηγουμένως από την Βουλή των Ελλήνων, κάτι που ο συνταγματολόγος Γ. Κασιμάτης χαρακτήρισε «χωρίς αιδώ παραβίαση του Συντάγματος και της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» προβλέπεται:

«Η κυβέρνηση πρέπει να συσκέπτεται και να συμφωνεί με τους Θεσμούς για όλα τα σχέδια νόμου, με επαρκές χρονικό περιθώριο πριν την υποβολή τους για δημόσια διαβούλευση ή το Κοινοβούλιο».

Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει πλήρης παράδοση της εθνικής κυριαρχίας και επομένως, σύμφωνα με τις αλληλοκατηγορίες που ανταλλάσσουν μεταξύ τους οι πολιτικές ελίτ, δεν τίθεται θέμα «εσχάτης προδοσίας»; Δεν υπάρχει εδώ μια μεγάλη συμπαιγνία και συνομωσία σιωπής από τις κυρίαρχες πολιτικές ελίτ;

5. Οι κυρίαρχες πολιτικές ελίτ που συμμετείχαν στην ανατροπή του ΟΧΙ του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015 δεν είναι μεν νομικά υπόλογες. Ωστόσο δεν είναι ηθικά υπόλογες για την πραξικοπηματική ανατροπή μιας δημοκρατικής επιλογής που ελήφθη με τέτοια ευρεία πλειοψηφία (61,31%); Είναι δηλαδή, σύμφωνα με αυτές τις πολιτικές ελίτ, ένοχος ο Βαρουφάκης σαν πραξικοπηματίας και όχι οι ίδιες;

6. Όλοι βλέπουν ότι η ευρωζώνη κλυδωνίζεται άσχημα. Πλέον η διάλυση της ευρωζώνης δεν αποτελεί μια «φαντασίωση» ακροδεξιών ή ακροαριστερών πολιτικών δυνάμεων και ελίτ, αλλά ένα υπαρκτό σενάριο και για mainstream πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο οι κυρίαρχες ελληνικές πολιτικές ελίτ ακόμη δεν έχουν καμιά διάθεση να εκπονήσουν σχέδιο εθνικού νομίσματος για την περίπτωση που το σενάριο αυτό, της διάλυσης της ευρωζώνης, πραγματοποιηθεί. Πρόκειται για βαθειά βλακεία και ανικανότητα που δέρνει τις πολιτικές ελίτ; Η γνώμη μου είναι ότι, χωρίς να αμφισβητώ την χαμηλή ποιότητα των πολιτικών ελίτ, κυρίως πρόκειται για αδίστακτη πρωτοπορία των ιδιοτελών συμφερόντων τους (ή, ορθότερα, αυτών που θεωρούν σαν συμφέρον τους) σε βάρος των συμφερόντων της κοινωνίας και των πολιτών.

Σε αυτό το σημείο θέλω να θυμίσω δηλώσεις του Ντάισελμπλουμ από τον Ιούλιο του 2015:

«Οι αρχηγοί των κυβερνήσεων, και αυτό περιλαμβάνει και το υπουργικό συμβούλιο της Ολλανδίας, πάντα έλεγαν: θέλουμε να διατηρήσουμε όλοι μαζί το ευρώ και να κρατήσουμε το ευρώ ως ενιαίο νόμισμα. Τούτο λεχθέντος, εξετάσαμε επίσης τι θα συνέβαινε εάν αυτό δεν πετύχαινε. Η Ολλανδία είχε ένα σχέδιο έτοιμο για την επιστροφή στο ολλανδικό φιορίνι εάν η κρίση στην Ευρωζώνη ξέφευγε από τον έλεγχο…Η ολλανδική κυβέρνηση ήταν προετοιμασμένη για το χειρότερο σενάριο και αυτό ήταν πολύ σωστό και σοφό». Και για τη μυστικότητα του σχεδίου:

«Εάν γίνονταν γνωστό ότι διάφορες κυβερνήσεις προετοιμάζονταν για – αυτό να αποτύχει ή το άλλο να καταρρεύσει – στο αποκορύφωμα της κρίσης, αυτό θα δημιουργούσε πανικό στις χρηματοοικονομικές αγορές και οι επενδυτές θα αποσύρονταν μαζικά. Αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που θέλει κανείς, έτσι συμβάλλεις στην ήττα σου».

Παρόμοιες δηλώσεις έχουν κάνει και άλλοι πολιτικοί παράγοντες της ευρωζώνης.

Το συμπέρασμα από το σύνολο των παραπάνω θεμελιωδών παραδειγμάτων είναι η μεγάλη υποκρισία των πολιτικών ελίτ όσον αφορά την υπεράσπιση από μέρους τους της δημοκρατίας, του Συντάγματος και των συμφερόντων της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών και της κοινωνίας. Κατά τη γνώμη μου ισχύει ο κάτωθι γενικός κανόνας όσον αφορά τις πολιτικές ελίτ:

Όταν οι πολιτικές ελίτ μιλούν για υπεράσπιση της δημοκρατίας τότε κάποιος νέος περιορισμός της είναι στα σκαριά. Όταν μιλούν για υπεράσπιση του Συντάγματος, κάποια νέα εκτροπή, από μέρους τους, προετοιμάζεται. Όταν μιλούν για υπεράσπιση των συμφερόντων των πολιτών και της κοινωνίας, προσοχή γιατί επίκειται πλήγμα σε βάρος των συμφερόντων της μεγάλης πλειοψηφίας.

Παρακολουθούμε τη συντριπτική πλειοψηφία των δημοσιογράφων γνώμης και των πολιτικών σχολιαστών κάθε είδους να ασκούν σφοδρή κριτική σε κάποιες μερίδες των ελίτ, υπέρ (με φανερό ή έμμεσο τρόπο) κάποιων άλλων. Τα κονταροχτυπήματα και οι καταγγελίες πάνε και έρχονται. Ωστόσο όλοι βράζουν τελικά στο ίδιο καζάνι. Η συντριπτική πλειοψηφία των δημοσιογράφων και των «πολιτικών σχολιαστών» συμμετέχουν τελικά στο «πολιτικό σύστημα». Επομένως θέλουν να αγνοούν τη πιθανότητα της ακόλουθης γενίκευσης:

Δεν είναι κάποια συγκεκριμένη μερίδα της πολιτικής ελίτ υπεύθυνη για τα δεινά της χώρας. Ο πραγματικός υπεύθυνος είναι το πολιτικό σύστημα που επιτρέπει τη δημιουργία των πολιτικών ελίτ, που από τη στιγμή που υπάρχουν κάνουν αποκλειστικά αυτό που η ίδια η ύπαρξη τους επιβάλλει. Δηλαδή, την εξασφάλιση της επιβίωσης τους και της διευρυμένης αναπαραγωγής τους, που σημαίνει την επιδίωξη ισχύος και της διεύρυνσης αυτής της ισχύος. Στο σύστημα των πολιτικών ελίτ, η δημοκρατία, το Σύνταγμα και τα συμφέροντα των πολιτών είναι υποκείμενα στα παίγνια ισχύος και κυριαρχίας των πολιτικών ελίτ και κατά κανένα τρόπο δεν αποτελούν προκείμενα και κύριες επιδιώξεις τους.

Κατά τη γνώμη μου επίκειται η διαμόρφωση ενός πολιτικού αιτήματος που θα καθορίσει με συγκλονιστικό τρόπο τις πολιτικές εξελίξεις:

ΝΑ ΔΙΑΛΥΘΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΛΙΤ. ΜΕ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΤΡΟΠΟ.

Αλλά η περαιτέρω ανάλυση αυτού του, κατά τη γνώμη μου, επικείμενου πολιτικού αιτήματος και μάλιστα στο συνδυασμό των δύο σκελών του, θα μου επιτρέψετε να είναι το θέμα ενός επόμενου κειμένου.

Σημείωση πρώτη: Τα μέλη των πολιτικών ελίτ δεν πρέπει να κορδώνονται ότι δήθεν σαν τέτοια κατέχουν κάποια ξεχωριστή ποιότητα γνώσης ή χαρακτήρα. Αντίθετα με μαθηματική αυστηρότητα μπορεί να αποδειχθεί η χαμηλή ποιότητα των μελών των πολιτικών ελίτ. Έτσι όταν αναφερόμαστε σε πολιτικές ελίτ εννοούμε αποκλειστικά την συμμετοχή σε πολιτική ισχύ και εξουσία και όχι σε ανθρώπινη ποιότητα.

Σημείωση δεύτερη: Δεν μπορεί να γίνει θεμελιώδης διάκριση ανάμεσα σε πολιτικές ελίτ διαφόρων κατευθύνσεων. Για παράδειγμα, δεξιάς, ακροδεξιάς, κεντρώας αριστερής κατεύθυνσης ή ακροαριστερής κατεύθυνσης κλπ. Όλες οι πολιτικές ελίτ έχουν ένα ουσιαστικό και θεμελιώδες χαρακτηριστικό: Οι άνθρωποι, οι πολίτες, η δημοκρατία, το Σύνταγμα κλπ., σε τελευταία ανάλυση υποτάσσονται στα ιδιοτελή παίγνια ισχύος και κυριαρχίας των πολιτικών ελίτ. Δεν συμβαίνει δηλαδή καθόλου το αντίθετο. Δεν συμβαίνει δηλαδή καθόλου να υποτάσσονται τα συμφέροντα των πολιτικών ελίτ στους ανθρώπους, τους πολίτες, τη δημοκρατία και το Σύνταγμα. Τα πάντα κινούνται στο πολιτικό σύστημα υπό το πρίσμα των συμφερόντων των πολιτικών ελίτ και των συγκρούσεων αυτών των συμφερόντων. Με βάση αυτά τα συμφέροντα άλλωστε οι πολιτικές ελίτ συνάπτουν και κυρίαρχες κοινωνικές συμμαχίες με άλλες ελίτ. Για παράδειγμα, ως προς την παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008, καθοριστικός ήταν ο ρόλος της συμμαχίας που είχε συναφθεί, σε παγκόσμια κλίμακα, ανάμεσα στις πολιτικές ελίτ και τις ελίτ του χρηματοπιστωτικού τομέα

Σημείωση Τρίτη: Ξεκινώντας από την τελευταία πρόταση της δεύτερης σημείωσης, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι δεν είναι ρεαλιστικό να διατυπώσουμε το αίτημα της διάλυσης των πολιτικών ελίτ, χωρίς ταυτόχρονα να διατυπωθεί και το αίτημα της διάλυσης της ισχύος και άλλων ελίτ, για παράδειγμα των ολιγαρχών των ΜΜΕ.         

* Ο κ. Γιάννης Φωτιάδης είναι οικονομολόγος