Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα των Πόκεμον και η Αβάσταχτη Πείνα

Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα των Πόκεμον και η Αβάσταχτη Πείνα

Photo by Anadolu Agency/Getty Images/Contributor

Του Γιάννη Κουζηνού

Είναι φορές που μου λείπει η αβάσταχτη ελαφρότητα του ζην. Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι, δανειζόμενος τον τίτλο του σπουδαίου βιβλίου του Μίλαν Κούντερα. Θα προτιμούσα χίλιες φορές να βλέπω στους δρόμους του Καράκας νέους και νέες να κυνηγάνε πόκεμον ακολουθώντας την ανόητη μόδα της εποχής, να τριγυρνάνε ελεύθεροι σε πάρκα και πλατείες μέρα και νύχτα αιχμαλωτίζοντας ψηφιακά ζωάκια. Στη Βενεζουέλα η νέα τρέλα όμως δεν έχει πέραση. Όχι γιατί οι νέοι μας εδώ είναι υπεράνω των καπιταλιστικών επιρροών αλλά γιατί η επιλογή να τριγυρνάς στους δρόμους με ένα Smart Phone στα χέρια μέρα ή νύχτα απλά δεν υπάρχει και ισοδυναμεί με αυτοκτονία.

Θα προτιμούσα χίλιες φορές να τους βλέπω στον δρόμο και σαν ξεπερασμένος μεσήλικας να τους ασκώ κριτική για την ελαφρότητά τους. Αντιθέτως, όμως βλέπω μια ολόκληρη γενιά που γεννήθηκε και μεγάλωσε με κλεμμένη την επιλογή της ελαφρότητας που επιτρέπεται, αν όχι επιβάλλεται, στα χαρούμενα χρόνια της νεότητας. 17 ολόκληρα χρόνια, μια γενιά πολιτικών κρατουμένων, φυλακισμένων σε μια ζωή χωρίς επιλογές παρά μόνο αυτών που θα επιτρέψουν την επιβίωσή τους. Ναι φυσικά θα ήθελα οι νέοι και στη Βενεζουέλα να αγαπούν την μουσική και την λογοτεχνία, τις τέχνες γενικότερα και πάντα να αγωνίζονται για έναν όμορφο σκοπό. Πάνω απ' όλα όμως θα ήθελα να έχουν το δικαίωμα και την ελευθερία της επιλογής.

Στη Βενεζουέλα τα 5 χρόνια που ζω εδώ δεν έχω ποτέ δυσανασχετήσει διότι δεν κατάφερα να δημιουργήσω πλούτο και να αποκτήσω υλικά αγαθά. Το έχω ξαναγράψει, δεν έχουμε αυτοκίνητο, δεν έχουμε Smart Phone  και αντίστοιχα 5 χρόνια δεν έχουμε πάει διακοπές. Ξέρεις όμως τι μου λείπει ρε φίλε; Να περπατήσω χωρίς φόβο χέρι-χέρι με τη γυναίκα μου στο δρόμο χαζεύοντας όμορφες βιτρίνες μετά την δύση του ήλιου. Να περπατήσουμε συζητώντας μέχρι το ξημέρωμα σε όμορφα και έρημα σοκάκια χαζολογώντας και παίζοντας αμέριμνοι χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος. Αυτό είναι που με τρώει μέσα μου. Μας έχουν κλέψει το δικαίωμα στην ομορφιά των απλών στιγμών. Εγώ και η γυναίκα μου τουλάχιστον ανήκουμε στους τυχερούς που έχουμε ζήσει τέτοιες στιγμές γαλήνης στην Ελλάδα μας. Και αυτό το κάνει περισσότερο αβάσταχτο. Η γνώση ότι η μεγάλη πλειοψηφία των νέων παιδιών στη Βενεζουέλα έφτασαν στα 17 τους χρόνια και δεν έχουν περπατήσει ποτέ χέρι-χέρι με την φιλενάδα τους μέχρι να βγει ο ήλιος και να τους βρει αγκαλιασμένους σε μια μοναχική παραλία.

Όλα τα καταστήματα σφραγίζονται με βαριά ρολά ασφαλείας με το που θα κλείσουν. Το concept της όμορφα στολισμένης και φωτισμένης βιτρίνας δεν υπάρχει, γιατί δεν γίνεται να υπάρχει. Ο ιδιοκτήτης που θα αποφάσιζε να επιχειρήσει κάτι παρόμοιο στο Καράκας την άλλη μέρα δεν θα έβρισκε ούτε τους τοίχους. Το να περπατήσεις αμέριμνος σε έρημα σοκάκια τα ξημερώματα μπορεί να σημαίνει μόνο δύο πράγματα. Είσαι μέρος του κακού που έχει ζώσει αυτήν την χώρα ή είσαι υποψήφιος τρόφιμος ψυχιάτρου. Όσο για τις ερημικές παραλίες νομίζω είναι αυτονόητο ότι παραμένουν έρημες από κόσμο μέρα και νύχτα, έρημες από ρομαντισμό και νεανική αγάπη.

Επιβίωση. Αναζήτηση τροφής και ειδών πρώτης ανάγκης. Ατελείωτες ώρες σε ουρές όλων των ειδών και μεγεθών, ανασφάλεια, επιθετικότητα και εσωστρέφεια. Και όλα αυτά για τους «τυχερούς» της μεσαίας τάξης γιατί όσο κατεβαίνεις σκαλιά η πρόσβαση σε καθημερινές απλές χαρές της ζωής δεν υπάρχει ούτε στα όνειρα των ανθρώπων. Τα όνειρα δεν έχουν θέση στον εφιάλτη της πραγματικότητας όταν το παιδί σου κοιμάται πεινασμένο.

Ναι, χίλιες φορές θα προτιμούσα αυτά τα παιδιά να κυνηγούν πόκεμον αφημένα στην αβάσταχτη ελαφρότητα μια εφήμερης μόδας από το να είναι παραδομένα στην αβάσταχτη καθημερινή πείνα.