Χριστουγεννιάτικη ιστορία

Χριστουγεννιάτικη ιστορία

Του Μιχάλη Τουτζιάρη*

Παραμονές Χριστουγέννων στην γκρίζα και παγωμένη χώρα. Ο Πρωθυπουργός της είχε τελειώσει με όλες τις εκκρεμότητες που τον απασχολούσαν τα τελευταία χρόνια. Πανευτυχής που κατάφερε τόσα πολλά σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα έκλεισε την πόρτα του γραφείου του. Είχε μοιράσει και τα επιδόματα προς τους φτωχοποιημένους πολίτες της άμοιρης χώρας και μπορούσε πλέον να κοιμηθεί ήσυχα. Η κίνηση στους δρόμους ήταν αρκετή, καθώς οι πολίτες χαρούμενοι και ενθουσιασμένοι από την ημέρα διασκέδαζαν με τα χρήματα που πιστώθηκαν στους λογαριασμούς τους.

Τα κατάφερα και πάλι ψέλλισε ο Πρωθυπουργός και περπάτησε για να φθάσει στο μέγαρό του.

Εκεί θα τον περίμεναν όλοι οι φίλοι και οι συνεργάτες για να γιορτάσουν την τεράστια επιτυχία και την σωτηρία της “άμοιρης χώρας”. Έβαλε το κλειδί στην πόρτα. Δεν πρόλαβε να ανοίξει όταν μπροστά του φάνηκε το φάντασμα ενός πρώην συνεργάτη του. Το φάντασμα καταδικασμένο να τριγυρνάει στον κόσμο των ζωντανών θα προειδοποιήσει τον Πρωθυπουργό για την επερχόμενη μοίρα του.

«Ήρθα να σε προειδοποιήσω. Για να σου πω ότι έχεις ακόμα την ευκαιρία να ξεφύγεις από τη δική σου μοίρα και να σώσεις πραγματικά τη χώρα. θα ρθουν να σε βρούνε τρία Πνεύματα.»

«Να περιμένεις το πρώτο απόψε κιόλας, μετά τα μεσάνυχτα»

Η πόρτα άνοιξε… οι συνεργάτες του τον καλωσόρισαν… το κλίμα εορταστικό. Τι ήταν κι αυτό αναρωτήθηκε ο Πρωθυπουργός,… μάλλον κουράστηκα πολύ και βλέπω εφιάλτες… χρειάζομαι διακοπές… σκέφθηκε.

Το πάρτι τελείωσε και ο Πρωθυπουργός ξάπλωσε. Δεν πρόλαβε να κλείσει τα μάτια του όταν το ρολόι χτύπησε δώδεκα φορές. Πετάχτηκε έντρομος, ένα παράξενο πλάσμα βρίσκονταν μέσα στο δωμάτιο του. Ήταν το πνεύμα των προηγούμενων Χριστουγέννων. Το πνεύμα θα παρασύρει τον Πρωθυπουργό στο παρελθόν και θα του συστήσει τον εαυτό του σε νεαρή ηλικία. Οι παιδικές και φοιτητικές αναμνήσεις θα ζωντανέψουν μπροστά στα μάτια του. Ήταν η εποχή που ζούσε ανέμελα, γλένταγε, επαναστατούσε και είχε φιλοδοξίες, πάντοτε ήταν πρόεδρος του 15μελούς και μέσα του είχε μία φιλοδοξία που φάνταζε εξωπραγματική…να γίνει κάποτε και Πρωθυπουργός.

«…Ώσπου έμεινε μία και μόνη λαχτάρα να φλογίζει την καρδιά σου, η λαχτάρα του κέρδους. Έτσι δεν έγινε;» με αυτά τα λόγια το πρώτο Πνεύμα αποχαιρέτησε τον Πρωθυπουργό. Ο Πρωθυπουργός αισθάνθηκε δικαίωση αναπολώντας το παρελθόν του.

«Τα κατάφερα...» ψέλλισε «Έγινα Πρωθυπουργός».

Ο ύπνος δεν άργησε να τον πάρει και πάλι. Θα ξυπνήσει από φασαρίες ,δυνατά γέλια, φώτα και τραγούδια. Στο διπλανό δωμάτιο θα συναντήσει έναν γίγαντα καλοθρεμμένο μπροστά σε ένα πλουσιοπάροχο τραπέζι να τρώει και να πίνει του καλού καιρού. Ήταν το Πνεύμα των σημερινών Χριστουγέννων. Πήρε τον Πρωθυπουργό και τον οδήγησε στη σκοτεινή και παγωμένη χώρα. τα μαγαζάκια ήταν όλα ανοιχτά. Ο κόσμος σπαταλούσε τα επιδόματα. Τα καφενεία ήταν γεμάτα από νέους που διασκέδαζαν. Το Πνεύμα οδήγησε τον Πρωθυπουργό στο σπίτι μιας τετραμελούς οικογένειας. Όλη η οικογένεια ήταν γύρω από το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι που θα ζήλευαν και οι βασιλείς άλλων εποχών. Ο πατέρας άνω των 75 και η μητέρα στα 70. Ο υιός κοντά 46 και η θυγατέρα στα 43. Αφού έφαγαν χαιρέτησαν τους γονείς τους και βγήκαν έξω να λάβουν μέρος στη γιορτή.

«Τα κατάφερα…» ψέλλισε ο Πρωθυπουργός.

Τότε όμως είδε να πλησιάζει το τρίτο Πνεύμα. Ένα τρομερό, αμίλητο, επιβλητικό ντυμένο στα μαύρα. Ο Πρωθυπουργός δεν έδειξε να ταράζεται από την παρουσία. Ήταν το Πνεύμα των μελλοντικών Χριστουγέννων. Αμίλητο έκανε νεύμα στον Πρωθυπουργό να τον ακολουθήσει στο μέλλον. Πάλι στην ίδια χώρα. μόνο που τώρα κάτι έλειπε. Τα μαγαζιά δεν ήταν γεμάτα... Ο κόσμος δεν περπατούσε έξω... Οι δρόμοι δεν ήταν στολισμένοι... Όλα ήταν μαύρα σαν το ίδιο το πνεύμα. Τον οδήγησε στο σπίτι της ίδιας τετραμελούς οικογένειας. Το τραπέζι ήταν άδειο... Ο υιός και η κόρη κάθονταν γύρω από μια μικρή σόμπα… Ρεύμα δεν υπήρχε στο σπίτι... Μια φωτογραφία του πατέρα και της μητέρας ζέσταινε τις ταλαιπωρημένες και πληγωμένες ψυχές τους.

Γιατί μου τα δείχνει αυτά αναρωτήθηκε ο Πρωθυπουργός. Τι θέλει να πει;

Το πνεύμα χάθηκε… Ο Πρωθυπουργός έκλεισε τα μάτια του… Ξύπνησε..., η επόμενη μέρα ήταν Χριστούγεννα. Τι όνειρο κι αυτό αναρωτήθηκε… άνοιξε το παράθυρο… έξω ο κόσμος διασκέδαζε…τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα… ντύθηκε γρήγορα γιατί έπρεπε να πάει στη δεξίωση που ήταν προς τιμήν του που έσωσε την «άμοιρη χώρα».

Τα κατάφερα ψέλλισε για άλλη μια φορά ο Πρωθυπουργός.

Κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέφτη, όντως τα είχε καταφέρει…

Ο Ντίκενς έγραψε το 1843 την ιστορία του σε μια εποχή πολύ σκληρή για την Αγγλία. Το μήνυμα της είναι διαχρονικό και σημαντικό για κάθε άνθρωπο. Για κάθε παιδί που μαθαίνει τι σημαίνει αγάπη προς τον πλησίον. Για κάθε μεγάλο που ψάχνει να βρει την χαμένη παιδική του αθωότητα και να επαναφέρει το γέλιο, την χαρά και την αισιοδοξία στη ζωή του. Για κάθε άνθρωπο που θέλει να προσφέρει απλόχερα ότι μπορεί στην κοινωνία. Μπορεί η χαρά της ημέρας των Χριστουγέννων να είναι πρόσκαιρη. Μπορεί τα παιδικά βλέμματα που περιμένουν τον Άγιο Βασίλη να έχουν να πουν πολλά στους γονείς τους. Οι γιορτές θα τελειώσουν. Είναι πρόσκαιρες όπως και η ίδια η ζωή… Ας με συγχωρέσει ο Ντίκενς που αλλοίωσα το νόημα στην ιστορία του. Διαχρονικά το μήνυμα παραμένει φωλιασμένο στις καρδιές των πραγματικών ανθρώπων. Στις καρδιές που ξέρουν να αγαπούν και να αισιοδοξούν για το αύριο και αγωνίζονται για αυτό… Και είναι σίγουρα περισσότερες από τις άλλες… “Merry Christmas mr.Skroutz...”.

* Ο Μιχάλης Τουτζιάρης είναι χρηματιστηριακός αναλυτής.