Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ανησυχώ για τους εορτασμούς της επετείου των διακοσίων χρόνων της Επανάστασης του 2021. Όχι τόσο για το πώς θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τον κίνδυνο του κιτς των εκδηλώσεων αλλά για το ότι η ίδια η κοινωνία έχει ήδη μπροστά της την εικόνα μιας φαντασμαγορικής πανελλήνιας παράστασης, γεμάτη φουστανέλες, ράσα και καριοφίλια…
Η επέτειος είναι μια μεγάλη ευκαιρία. Για ένα εθνικό, πολιτικό και και κυρίως πολιτισμικό «restart». Που φαντάζομαι, θα συμπληρωθεί σε 11 χρόνια, με την επέτειο του 1830, ημερομηνίας ίδρυσης του Ελληνικού Κράτους.
Στη θέση βέβαια, του Κυριάκου Μητσοτάκη θα ανέθετα απευθείας την εποπτεία των εορτασμών στον Δημήτρη Παπαιωάννου και όχι στην Γιάννα Αγγελοπούλου. Τον θριαμβευτή των τελετών έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών αγώνων του 2004. Εκείνος ξέρει καλά τι είναι παράδοση και Ελλάδα.
Θέλει προσοχή. Γιατί μπορεί, σε δύο χρόνια, να βρεθούμε σε θεάματα «ορθόδοξου φονταμενταλισμού» και κιτς παραστάσεις, με πρωταγωνιστικό τον ρόλο της Εκκλησίας. Και διάφορους άλλους ημιμαθείς «πολιτιστικούς» φορείς (δήμους, συλλόγους κλπ) που θα επιχειρήσουν να εκμεταλλευτούν το γεγονός, με τον χειρότερο τρόπο.
Είναι αλήθεια ότι τα «σύμβολα» επιμένουν ακόμα, να κατευθύνουν την δημόσια επικοινωνία. Γιατί τίποτα δεν άλλαξε δραματικά στις πηγές που διαμορφώνουν την κοινωνική και πολιτική μας αντίληψη για τα δημόσια πράγματα. Ούτε το σχολείο έπαψε να διαχωρίζει τους μύθους από την Ιστορία ούτε οι πολιτικοί έγιναν περισσότερο ορθολογιστές ούτε και υπήρξε κάποιο πολιτισμικό ρεύμα που να ενίσχυσε την εθνική μας αυτοπεποίθηση.
Και με το ξεκίνημα της επανάστασης κάναμε λάθη. Και την ώρα της δημιουργίας του ελληνικού κράτους. Επιλέξαμε, τότε, στην κυρίαρχη εθνική ιδεολογία μας, το «ηρωικό» πρότυπο και όχι του «εμπόρου». Προτιμήσαμε να πορευτούμε ιστορικά με το βάρος του «Αίαντα» και όχι με το «ταξιδιάρικο» πνεύμα του Οδυσσέα. Και ενσωματώσαμε στην εθνική μας αφήγηση, όλους τους ήρωες που μπορούμε να μαζέψουμε από το βαθύ και πρόσφατο παρελθόν μας. Απ τον Αχιλλέα και τον Μεγαλέξανδρο, μέχρι τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τον Κολοκοτρώνη.
Και μέχρι σήμερα, δεν κάνουμε άλλη δουλειά από το να κατασκευάζουμε «ήρωες». Όχι μόνο για να φτιάχνουμε «εικονίσματα» αλλά και για να προσδιορίζουμε τις αξίες μας και την βιοθεωρία μας: της «ορθόδοξης» αντίληψης, της εσωστρέφειας, της απομόνωσης, της απέχθειας προς το «ταξίδι».
Αυτό που ο Όμηρος είχε ξεκαθαρίσει τότε, εμείς το ξαναμπερδέψαμε μετά από 26 αιώνες. Την ώρα που οι Ευρωπαίοι άνοιγαν πανιά για νέες Ιθάκες, εμείς «ρουφούσαμε» με μανία στη νεοσύστατη «Τροία» μας, όλα τα καράβια των Αχαιών. Και θεοποιούσαμε μόνο φουστανελάδες και ρασοφόρους του ΄21, παραδίδοντας τον πολιτισμό μας στην αδράνεια και στην απομόνωση.
Να αλλάξουμε πρότυπα. Αυτό μας χρειάζεται. Να ξεχάσουμε τα «εθνικοαριστερορθόδοξα» είδωλα των γενναίων μαχών. Οι φιλελεύθερες ιδέες ήταν ανάμεσα στα κύρια διανοητικά «πυρομαχικά» της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ας τις αναδείξουμε. Οι επαναστατημένοι Έλληνες εντόπιζαν στον Τζον Λοκ, ενός εκ των πατέρων του κλασικού φιλελευθερισμού, τη μοναδική αιτία της επανάστασης. Ζητούσαν το δικαίωμα της προσωπικής (ή αλλιώς ατομικής) ελευθερίας, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την τιμή, αυτά δηλαδή που οι αρκετοί Ευρωπαίοι της εποχής απολάμβαναν χάρη στις αστικές επαναστάσεις. Ας δημιουργήσουμε δρώμενα και εκδηλώσεις για αυτό.
Ας μιλήσουμε για άλλα ονόματα, για άλλες συνθήκες, για άλλα συντάγματα στα παιδιά μας. Ας αποφύγουμε τις φουστανέλες και τα ράσα. Ας ανοίξουμε τον δρόμο της εξωστρέφειας στην Ελλάδα του μέλλοντος. Έστω και 200 χρόνια μετά…