Του Λέανδρου Ρακιντζή*
Η Δικαιοσύνη στο Σύνταγμα χαρακτηρίζεται ως δικαστική λειτουργία και είναι η τρίτη αυτοτελής και ισότιμη εξουσία του κράτους κατά τη γνωστή για τα δημοκρατικά πολιτεύματα διάκριση των εξουσιών [αρθ.26 ΣΥΝΤ.]. Στερείται όμως, δικού της προϋπολογισμού και στεγάζεται στον γενικό προϋπολογισμό του κράτους [αρθ.79 πρ.2 ΣΥΝΤ]. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει δικά της έσοδα και ότι οι δύο άλλες λειτουργίες, η νομοθετική [Βουλή], που έχει δικό της προϋπολογισμό, και η εκτελεστική ρυθμίζουν κατά την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού του κράτους τα οικονομικά της δικαστικής εξουσίας.
Η απονομή της δικαιοσύνης γίνεται από τα δικαστήρια, που είναι αυτοδιοικούμενα, το δε Υπουργείο της Δικαιοσύνης καλύπτει μόνο τον τομέα της Δικαιοσύνης διοικητικά και δεν επεμβαίνει στις ενδοϋπηρεσιακές δικαστικές διαδικασίες, όπως σε θέματα πειθαρχικού προαγωγών και μεταθέσεων των δικαστικών λειτουργών και δικαστικού υπαλληλικού προσωπικού..
Έχει δημιουργηθεί λοιπόν ένας τεράστιος δημόσιος μηχανισμός για να μπορέσει τη δεδομένη στιγμή ένα δικαστήριο να δικάσει μια υπόθεση και στη συνέχεια η απόφαση του δικαστηρίου μετά των συνεπειών της να υλοποιηθεί, ώστε να αποδοθεί δικαιοσύνη. Λένε , ότι στον πόλεμο για ένα που μάχεται στη πρώτη γραμμή τον στηρίζουν στα μετόπισθεν δέκα. Στην απονομή της δικαιοσύνης η αναλογία είναι πολύ πιο μεγάλη.
Η απονομή λοιπόν της πολιτικής, ποινικής και διοικητικής δικαιοσύνης είναι μια πολύ ακριβή διαδικασία τόσο για τον ιδιώτη, που καταφεύγει σε αυτή, όσο και για το δημόσιο, που την απονέμει.
Για μεν τον ιδιώτη το κόστος υπολογίζεται κατά περίπτωση, διότι εκτός κάποιων παράβολων, που σε κάποιες περιπτώσεις είναι αρκετά μεγάλα, και του τέλους δικαστικό ενσήμου, που απαιτείται μόνο για ορισμένες περιπτώσεις, η μεγάλη δαπάνη είναι η αμοιβή του δικηγόρου, που συνήθως είναι μη ανακοινώσιμη και είναι αντικείμενο διαπραγματεύσεως μεταξύ ιδιώτη και του κατά την επιλογή του ιδιώτη δικηγόρου , και ως εκ τούτου είναι μέγεθος μη μετρήσιμο. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι για το μέσο άνθρωπο μια έκτακτη δαπάνη πολλές φορές δυσβάστακτη. Ο λαός λέει, εάν θέλεις να καταστρέψεις κάποιον κάν'' του δίκες.
Ο υπολογισμός όμως του κόστους της δικαιοσύνης για το Δημόσιο είναι μια πολύ πολύπλοκη και ενδεχομένως μη ακριβής διαδικασία γιατί , εφόσον ο τομέας δικαιοσύνης στερείται δικού του προϋπολογισμού, πρέπει να αντληθούν στοιχεία εκτός από τον προϋπολογισμό και απολογισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης και από τους αντιστοίχους άλλων υπουργείων για τις υπηρεσίες, που προσέφεραν στην απονομή της δικαιοσύνης ή εξ αιτίας αυτής, που πρέπει να αποτιμηθούν, ως και την αποτίμηση των υπηρεσιών που προσέφεραν άλλοι ημεδαποί ή διεθνείς φορείς. Δεν νομίζω ένας ιδιώτης ή μια ελεγκτική ιδιωτική εταιρεία χωρίς πλήρη στήριξη εκ μέρους του δημοσίου με τη πλήρη παροχή στοιχείων και με δικαίωμα πρόσβασης και σε μη ανακοινώσιμες πληροφορίες μπορεί να επιτελέσει τον άθλο αυτό. Δεν γνωρίζω όμως να υπάρχει αντίστοιχη επεξεργασία εκ μέρους του δημοσίου παρά μόνο η ανάρτηση των στοιχείων στο πρόγραμμα Διαύγειας, που και αυτό είναι σημαντική πρόοδος, αλλά χονδρικά μπορεί να προσδιορισθεί το κόστος του Δημοσίου. .
Οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και δικαστικών λειτουργούν , που πληρώνονται από την ενιαία αρχή πληρωμών, είναι γνωστοί, όπως και τα γενικά έξοδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Το πρόβλημα ανάγεται στη αποτίμηση των υπηρεσιών, που παρέχουν άλλοι φορείς, όπως επειδή δεν υπάρχει δικαστική αστυνομία η εξωτερική φύλαξη των φυλακών, η μετακομιδή των κρατουμένων και οι επιδόσεις των ποινικών δικογράφων γίνεται από όργανα και οχήματα της Αστυνομίας. Επιπλέον η επιτήρηση των καταδίκων που απολύονται υπό όρους γίνεται από αστυνομικά όργανα, η νοσηλεία των καταδίκων σε δημόσια νοσοκομεία , η δημόσια αλληλογραφία και ορισμένες άλλες παροχές βαρύνουν άλλους φορείς και θάπρεπε να συνυπολογιστούν στο κόστος της δικαιοσύνης/.
Το κόστος συντηρήσεως και λειτουργίας των φυλακών δηλαδή πόσο κοστίζει στη πολιτεία κάθε μέρα κράτησης του φυλακισμένου είναι τεράστιο, δεν γνωρίζω πόσο είναι τώρα, αλλά όταν ήμουνα δικαστής έλεγαν με στοιχεία , ότι θα στοίχιζε φθηνότερα, εάν τους φιλοξενούσαν στο Χίλτον. Σαφώς έχει γίνει μεγάλη πρόοδος στη κτιριακή υποδομή των φυλακών, που από τη στέγαση τους σε μεσαιωνικά φρούρια ,τώρα έχομε ευπρεπείς εγκαταστάσεις φυλακών και δικαστικών μεγάρων χάρη κυρίως στο πρόγραμμα ΕΣΠΑ. Το πρόβλημα των φυλακών είναι ο υπερπληθυσμός των κρατουμένων γιατί φιλοξενούνται περίπου τριπλάσιοι από τις υπάρχουσες θέσεις με τα γνωστά αποτελέσματα κυρίως εξεγέρσεις των καταδίκων και ενίοτε εμπρησμοί των φυλακών και συνεχείς διαμαρτυρίες και ομαδοποιήσεις, που σημαίνει έλλειψη ελέγχου και προγραμματισμού με απρόβλεπτα κόστη .
Το ζήτημα του κόστους της δικαιοσύνης πρέπει να εξετασθεί συνολικά εάν είναι θετικό ή αρνητικό το ισοζύγιο εσόδων και εξόδων. Σε παλαιότερες εποχές τα έσοδα από τις μετατροπές των ποινών φυλακίσεως σε χρήμα υπερκάλυπταν τις δαπάνες της δικαιοσύνης. Έκτοτε όμως τα έσοδα από τις μετατροπές των ποινών παρέμειναν σταθερά κυρίως γιατί ο συντελεστής βάσει του οποίου υπολογίζεται το ποσόν της μετατροπής της κάθε ημέρας φυλάκισης σε χρήμα παραμένει σταθερός, ενώ αρχικά το κατώτατο ποσόν υπολογίζετο σε ένα ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη , τώρα ανέρχεται στο ένα τρίτο του ημερομισθίου. Οι χρηματικές ποινές, τα πρόστιμα και οι δικαστικές δαπάνες δεν αποτελούν σταθερό έσοδο ,γιατί συνήθως δεν εισπράττονται, απλά αποστέλλονται στη ΔΟΥ του καταδικασθέντος για να βεβαιωθούν και να εισπραχθούν μαζί με τα άλλα χρέη του. Άλλες πηγές εσόδων είναι το δικαστικό ένσημο, τα παράβολα και τα ένσημα που συμβάλλουν αρκετά στα έσοδα.
Σε γενικές γραμμές μολονότι δεν διαθέτω πρόσφατα στοιχεία φαίνεται, ότι το ισοζύγιο εσόδων-εξόδων είναι αρνητικό και το άνοιγμα πρόκειται να επιταθεί, γιατί με την εισαγωγή από 1ης Ιουλίου 2019 του νέου Ποινικού Κώδικα καταργήθηκε η μετατροπή των ποινών φυλακίσεως σε χρήμα για τα τελούμενα από την εισαγωγή του κώδικα εγκλήματα, ενώ για τα προ της εισαγωγής του κώδικα τελεσθέντα εξακολουθεί να ισχύει η μετατροπή των ποινών σε χρήμα. Οι υποθέσεις αυτές θα εκδικαστούν σταδιακά εντός του χρόνου της παραγραφής τους και για όσες επιβληθεί ποινή φυλακίσεως μέχρι τριών ετών αυτή θα μετατραπεί σε χρηματική, αλλά τα έσοδα εκ της μετατροπής θα μειώνονται αντίστοιχα. Εξ άλλου για τα μετά την εισαγωγή του Π.Κ. αδικήματα, που θα επιβάλλεται ποινή μέχρι τριών ετών, που δεν θα είναι δυνατόν να χορηγηθεί αναστολή εκτελέσεως της ποινής, οι καταδικαζόμενοι θα εγκλείονται στις φυλακές, ακόμη και για πολύ μικρές ποινές με αποτέλεσμα στις ήδη υπερκορεσμένες φυλακές να εισάγονται και νέοι κατάδικοι και μάλιστα για ελαφρά αδικήματα, που μέχρι τώρα επετρέπετο η μετατροπή των ποινών φυλακίσεως σε χρηματική, που σαφώς θα οδηγήσει αισθήματα αδικίας.
Προβλέπω , ότι σύντομα θα δημιουργηθεί αδιέξοδο και τότε το Υπουργείο Δικαιοσύνης για να το λύσει θα αναγκασθεί να θεσπίσει εκ νέου τη μετατροπή των ποινών φυλακίσεως σε χρηματικές. Προς αποφυγή λοιπόν όλης αυτής της διαδικασίας, ταλαιπωρίας των πολιτών και απώλειας εσόδων ΠΡΟΤΕΙΝΩ να θεσπισθεί εκ νέου η μετατροπή των ποινών φυλακίσεως μέχρι τριών ετών σε χρηματικές ποινές με΄επαναφορά των διατάξεων, που ίσχυαν μέχρι τώρα με αύξηση όμως των ποσών της μετατροπής.
* Ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής είναι Αρεοπαγίτης ε.α.