Ούτε ανέργους, ούτε πτυχιούχους παράγει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Μια συγκεκριμένη κατηγορία ψηφοφόρων παράγει γι αυτό και κανείς δεν το μεταρρυθμίζει.
Έτσι κι αλλιώς, όπως είναι τα πράγματα σήμερα, το πρόβλημα δεν θα το λύσει κάποιος Υπουργός Παιδείας ακόμα κι αν φτιάξει μια ομάδα από τους καλύτερους συμβούλους στον πλανήτη και υποστηρίζεται από μια κυβέρνηση πρόθυμη να συγκρουστεί ολομέτωπα με τις κατεστημένες νοοτροπίες.
Η Ανώτατη Παιδεία στη χώρα μας πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κλάδος της οικονομίας. Ιδρύουμε ΑΕΙ και ΤΕΙ σε όλη τη χώρα για να καλύψουμε τις ανάγκες των απομακρυσμένων περιοχών για κάποιου είδους ανάπτυξη, με τη δημιουργία επιχειρήσεων που προσφέρουν υπηρεσίες για να υποστηρίξουν τις ανάγκες των ανθρώπων που σχετίζονται με την κάθε εκπαιδευτική μονάδα. Κάποιοι, έχουν εκλεγεί βουλευτές μόνο με αυτή την υπόσχεση: να ιδρυθεί στην εκλογική τους περιφέρεια ένα ΑΕΙ ή ένα ΤΕΙ.
Έτσι έχουν τα πράγματα.
Όλοι τα γνωρίζουμε αλλά κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, παριστάνουμε τους έκπληκτους για τους χαμηλούς βαθμούς εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Δεν θα ανέβει το επίπεδο της παρεχόμενης Παιδείας στη χώρα αν προηγουμένως δεν αλλάξει το οικονομικό μοντέλο και οι κυρίαρχες αντιλήψεις για την ανάπτυξη. Θα πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε, κάποια στιγμή, αν επιθυμούμε μια οικονομία υπηρεσιών και κατανάλωσης όπως αυτή που έχουμε τώρα αλλά θα την υπηρετήσουμε χωρίς κόμπλεξ, όσο καλύτερα μπορούμε. Πρέπει, δηλαδή, να αποφασίσουμε αν θα γίνουμε «τα καλύτερα «γκαρσόνια» όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και της υφηλίου, για να θυμηθούμε σήμερα, «3η του Σεπτέμβρη» τον Αντρέα που δαιμονοποιούσε την οικονομία των υπηρεσιών λέγοντας ότι δεν αφήσει τους Έλληνες «να γίνουν τα γκαρσόνια της Ευρώπης» αλλά για να χτίσει το πελατειακό του κράτος εκεί «έχωσε» όλη τη χώρα ή θα αποφασίσουμε να κινηθούμε προς άλλες κατευθύνσεις, στην αυγή μάλιστα της 4ης Τεχνολογικής Επανάστασης, η οποία υπό συνθήκες επιτρέπει σε χώρες που δεν έχουν ανεπτυγμένους κλάδους της παραγωγής (αγροτική, βιομηχανική, κλπ) να κάνουν ένα κανονικό άλμα.
Έτσι και οι συμπατριώτες μας καθηγητές σε περίβλεπτα πανεπιστήμια του εξωτερικού δεν θα αφήνουν τις καριέρες τους για να έρθουν εδώ «για να μεταρρυθμίσουν το εκπαιδευτικό σύστημα» και να καταλήγουν μετά από λίγους μήνες να εγκαταλείπουν την προσπάθεια χολωμένοι και εμείς δεν θα λέμε ψέματα στον εαυτό μας.
Αυτό, το τελευταίο, δηλαδή το να μην λέμε ψέματα στον εαυτό μας είναι το δυσκολότερο γιατί πάνω σε αυτό οικοδομείται ένα πολιτικό σύστημα που λέγοντας στους πολίτες τα ψέματα που θέλουν να καταναλώσουν, τους υφαρπάζουν την ψήφο κι έτσι το ίδιο πολιτικό σύστημα, άσχετα από το κόμμα που κυβερνά, αναπαράγει, δημοκρατικότατα, την εξουσία του και συνεχίζει να τον ταΐζει διακηρύξεις για «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» και άλλους μύθους του επιπέδου του Αισώπου, στους οποίους μύθους, θυμίζουμε, ότι πρωταγωνιστούν ζωάκια με μυαλό κότας τα οποία μετά από αφελείς συλλογισμούς καταλήγουν σε κοινότοπα συμπεράσματα που βαφτίζουμε «λαϊκή σοφία».
Στη στήλη αλλά και όλοι μας στο Liberal υποστηρίζουμε την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις. Όμως, κανένας από εμάς δεν πολιτεύεται, άρα εμείς το εννοούμε. Θεωρούμε τις μεταρρυθμίσεις ως ένα τρόπο, ένα μέσο για την ευημερία της κοινωνίας, για να γεμίσει δηλαδή το πορτοφόλι από την εργασία μας και όχι από επιδόματα και παροχές με τα οποία δεν γεμίζουν τα πορτοφόλια αλλά μόνον οι κάλπες με ψήφους προς αυτούς που τα υπόσχονται κάθε φορά.
Πιστεύουμε πολύ στην έννοια της χρηστής ηγεσίας. Οι ηγεσίες και οι ελίτ στην κοινωνία είναι που θέτουν τους στόχους και μπορούν να κινητοποιήσουν τους πολίτες να τους υλοποιήσουν εμπνέοντάς τους. Όμως, από ένα σημείο και μετά υπάρχει και η ευθύνη των πολιτών.
Γιατί οι περισσότεροι πλέον ξέρουμε αλλά δεχόμαστε να μας δουλεύουν. Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είμαστε απολύτως σίγουροι ότι είναι κακό οι πολίτες να δεχόμαστε να μας δουλεύουν. Πάντως ούτε καλό είναι. Γιατί με το δούλεμα σίγουρα δεν γινόμαστε πλουσιότεροι.