Του Απόστολου Δοξιάδη
Την πρόταση του πρωθυπουργού για το αξίωμα του νέου Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας την άκουσα ζωντανά στην τηλεόραση και το άκουσμά της μου έφερε ρίγος περηφάνιας και συγκίνησης. Η περηφάνια, γιατί η χώρα μας θα έχει ως Πρόεδρο ένα τέτοιο σπάνιο άνθρωπο σαν την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ένα τέτοιο υπόδειγμα ήθους, ακεραιότητας, δημοκρατικής συνείδησης, βάθους γνώσεων και επαγγελματικής και ανθρώπινης αξιοσύνης. Κι όσο για τη συγκίνηση, την ένιωσα γιατί την Κατερίνα Σακελλαροπούλου έχω την τιμή να τη γνωρίζω λιγάκι προσωπικά, και αυτή η γνωριμία με έκανε να νιώσω ότι αναγνωρίζονται στο πρόσωπό της αρχές και αξίες στις οποίες πιστεύω και εγώ και, κυρίως, πολλοί αξιότεροί μου συμπολίτες μας που θαυμάζω.
Βέβαια, ξαφνιάστηκα λίγο, όταν μετά την ανακοίνωση είδα στο διαδίκτυο τις πρώτες φωτογραφίες που διάλεξαν τα διάφορα μέσα για να συνοδεύσουν την ανακοίνωση. Ισως γιατί την Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν την είχα δει ποτέ στην έδρα, οπότε μου φάνηκε στις φωτογραφίες κάπως βλοσυρή, προφανώς με την επιβαλλόμενη σοβαρότητα της θέσης της προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά όχι σαν την γυναίκα που εγώ έχω γνωρίσει. Γιατί για μένα, ως την Τετάρτη το απόγευμα, η μελλοντική μας Πρόεδρος ήταν η «Κατερίνα του Σταύρου», η γυναίκα που γνώρισα ως την εκλεκτή του παλιού και αγαπημένου μου φίλου Σταύρου Τσακυράκη, που μάς έφυγε πρόσφατα, αφήνοντας δυσαναπλήρωτο κενό στον τόπο.
Από εκείνον πρωτάκουσα για την Κατερίνα Σακελλαροπούλου ή, κυριολεκτικότερα, πρωτάκουγα, όχι μία αλλά πολλές φορές. Συχνά την ανέφερε σε κουβέντες μας, «η Κατερίνα ετούτο», «η Κατερίνα το άλλο», και όταν κάποια στιγμή τον ρώτησα ποια ήταν τέλος πάντων αυτή η Κατερίνα για την οποία μίλαγε με τέτοιο βαθύ σεβασμό, τέτοιο γνήσιο θαυμασμό, εκείνος μου είπε, σαν να λέει το αυτονόητο, «μα, η Σακελλαροπούλου». Και όταν εγώ, που δεν είχε τύχει να έχω καμία ιδιαίτερη επαφή με το Συμβούλιο της Επικρατείας -η Κατερίνα Σακελλαροπούλου ήταν τότε εκ των αντιπροέδρων του-, ρώτησα αφελώς ποια είναι αυτή, εκείνος με κοίταξε με ένα χαρακτηριστικό ύφος του. Μισόκλειστα τα μάτια, λίγο γυρμένο στο πλάι το κεφάλι, το στόμα μισάνοιχτο και οι ώμοι ελαφρώς ανασηκωμένοι, όλα συνθέτοντας κάτι σαν επίπληξη: «Μα δεν ξέρεις την Κατερίνα Σακελλαροπούλου;» με ρώτησε. Και όταν του είπα πως όχι, δεν την ήξερα, μου απάντησε μόνο με μια λέξη: «Κακώς».
Είχα προς δικαιολογία μου, βέβαια, ότι οι σπουδαίοι δικαστές στην Ελλάδα, αντίθετα από κάποιες άλλες χώρες, δεν είναι ευρύτερα γνωστοί - κακώς, πράγματι, γιατί ένας σπουδαίος δικαστής είναι με το λειτούργημα και το έργο του στήριγμα της δημοκρατίας και μάθημα ζωντανό για όλους εμάς τους άλλους, που θέλουμε να αξιωνόμαστε τον τίτλο του ενεργού πολίτη.
Το παραξένεμα του Σταύρου που δεν ήξερα την Κατερίνα του το ακολούθησε το δικό μου, όταν συνειδητοποίησα λίγο αργότερα πως, αντίθετα απ' ό,τι του είχα πει, την Κατερίνα Σακελλαροπούλου την ήξερα. Την είχα συναντήσει μερικές φορές σε δημόσιες εκδηλώσεις με πνευματικό περιεχόμενο, όπου είχαμε ανταλλάξει λίγες ουσιαστικές κουβέντες, χωρίς όμως να ξέρω ποτέ ποια ακριβώς είναι. Ετσι, μιλούσαμε σαν να γνωριζόμαστε, χωρίς όμως να έχουμε δηλώσει τα ονόματά μας. Και όταν στο ιστορικό τελευταίο μάθημα του Σταύρου Τσακυράκη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την είδα και εκείνην ανάμεσα στους εκατοντάδες που γέμιζαν την αίθουσα και τη χαιρέτησα εγκάρδια -ως καλά γνώριμη μορφή- τότε μόνο έμαθα από κάποιον της παρέας, ότι αυτή η γυναίκα με τη διακριτική παρουσία, το σεμνό, κάπως ντροπαλό, σαν παιδιάστικο χαμόγελο, αλλά ταυτόχρονα το βαθύ βλέμμα, που αστράφτει εξυπνάδα και εσωτερικότητα, ήταν η Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ημουν στην Οξφόρδη όταν αναδείχθηκε σε πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στην ιστορική πανεπιστημιακή πόλη της Αγγλίας τυχαίνει να βρίσκονται πολλοί αγαπημένοι φοιτητές του Σταύρου, άλλοι καθηγητές και άλλοι για μεταπτυχιακό ή διδακτορικό, οπότε στην παρέα κυκλοφόρησε αμέσως η απορία: πώς ήταν δυνατόν να συνέβη κάτι τόσο όμορφο και σπουδαίο, δηλαδή να ορισθεί μια τέτοια εκλεκτή προσωπικότητα ως κορυφαία δικαστής από μια κυβέρνηση που δεν είχε δώσει ώς τότε καλά δείγματα στις επιλογές της στη Δικαιοσύνη - τουναντίον μάλιστα. Ενας οξύνους νεαρός έδωσε την πειστικότερη απάντηση. «Η Κατερίνα -σε όλους τους αγαπημένους του Σταύρου αναφερόταν πάντα με το μικρό της όνομα-είναι τόσο ακέραια, που η κυβέρνηση έχει τη σιγουριά ότι αν χάσει τις εκλογές, αποκλείεται να χειραγωγηθεί από τους επόμενους». Ευστοχότατο το σχόλιο: κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια, οι προηγούμενοι κυβερνώντες πίστευαν οι κορυφαίοι δικαστές είναι πειθήνια όργανα της πολιτικής εξουσίας. Από τα όσα όμως ήταν γνωστά για τη Σακελλαροπούλου έβλεπαν ότι με εκείνη κάτι τέτοιο αποκλείεται να συμβεί. Οπότε, αν γινόταν το κακό γι' αυτούς -μύριζε ήδη εκλογές το κλίμα- και έχαναν την εξουσία, ήξεραν ότι θα είχαν στην κορυφή της Δικαιοσύνης μια δικαστή που δεν θα πήγαινε με τους καινούργιους. Κι αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι δεν θα πήγαινε με κανέναν - με κανέναν δηλαδή παρά τον όρκο της και τη συνείδησή της.
Στον ένα και κάτι χρόνο που βρέθηκε στην κορυφή του Συμβουλίου της Επικρατείας η Κατερίνα Σακελλαροπούλου επιβεβαίωσε όλα όσα ξέραμε γι' αυτήν από τον Σταύρο Τσακυράκη, ότι ήταν δηλαδή ένα καθαρό διαμάντι, που καθώς έπεσε πάνω του το φως της ανώτατης εξουσίας δεν φανερώθηκε το παραμικρό ψεγάδι. Ετσι όμως τα έφεραν τα πράγματα και, αν και λόγω της ηλικίας της, η Κατερίνα Σακελλαροπούλου είχε ακόμη χρόνια μπροστά της στο υψηλό της αξίωμα, ήρθε η ώρα για να πάει σε ένα άλλο, ακόμα υψηλότερο, όπου όσοι την ξέρουμε είμαστε βέβαιοι ότι θα αριστεύσει.
Πράγματι, καλύτερη επιλογή δεν μπορούσε να κάνει ο πρωθυπουργός για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, και συμβολικά αλλά και ουσιαστικά. Εύχομαι αυτό να το καταλάβουν όσο περισσότεροι γίνεται βουλευτές και να τιμήσουν το λειτούργημά τους ψηφίζοντας την Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Αν δεν το κάνουν, δική τους θα 'ναι η απώλεια: εκείνοι θα στερηθούν το εύσημο ότι είχαν μπροστά τους το ιδανικό και το αγνόησαν.
Οσο για μένα, που γράφω αυτά τα λίγα λόγια, αν και δεν βλέπω τηλεόραση -είδα χθες μόνο κατά τύχη το διάγγελμα του πρωθυπουργού-, θα κάνω εξαίρεση στην ορκωμοσία της νέας Προέδρου της Δημοκρατίας. Και εκεί θα νιώσω πάλι περηφάνια και πάλι συγκίνηση, ακόμα μεγαλύτερη καθώς θα τη βλέπω να αναλαμβάνει το ύπατο αξίωμα της δημοκρατικής μας πολιτείας. Προαισθάνομαι μάλιστα πως θα νιώσω να ψηλώνω μερικούς πόντους, επειδή θα ανήκω σε μια χώρα που έχει έναν τέτοιον άνθρωπο ως πρώτο πολίτη. Δύο στενοχώριες θα έχω μόνο: που το Συμβούλιο της Επικρατείας χάνει μια εξαιρετική πρόεδρο - αν και είμαι σίγουρος ότι θα γίνει καλή επιλογή και θα βρεθεί ο ή η δικαστής που θα τιμά την παραλαβή της σκυτάλης. Και η δεύτερη στενοχώρια, η μεγαλύτερη, θα είναι που δεν ζει ο Σταύρος για να δει, να χαρεί και να καμαρώσει, την αγαπημένη του Κατερίνα να φτάνει τόσο ψηλά, τόσο ψηλά που εκείνος ήξερε πάντα ότι αξίζει να φτάσει. Μα παρηγοριέμαι για ετούτο, γιατί ξέρω ότι μέσα σε ό,τι καλό υπάρχει σε αυτό τον τόπο, σε ό,τι φτιάχνει αυτό που λέμε Καλή Ελλάδα, ζουν και αναπνέουν οι αρχές και οι αξίες του Σταύρου Τσακυράκη, τόσο που είναι σαν να ζει ακόμα, σαν να μην τον χάσαμε ποτέ.
Μέσα στον κόσμο αυτών των αρχών και αυτών των αξιών, που πρεσβεύει σε όλη της τη ζωή με έργο και λόγο και η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, δημιουργείται ο ιερός χώρος ώστε στη δική μας χαρά και στο δικό μας καμάρι για τη νέα μας Πρόεδρο να μετέχει σίγουρα από κάπου και ο Σταύρος. Γιατί τώρα πια η δική του Κατερίνα, η Κατερίνα του Σταύρου, θα είναι η Κατερίνα όλης της Ελλάδας.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερου του Σαββάτου, 18 Ιανουαρίου