Κάπου διάβασα ότι «υπάρχει ζωή και με πληθωρισμό» και το βρήκα πολύ πνευματώδες. Δεν ξέρω αν το πιστεύει η κυβέρνηση που όλο σενάρια επεξεργάζεται, εγώ πάντως θυμάμαι περιόδους της νεότητας μου που οι τράπεζες έδιναν επιτόκιο καταθέσεων 25%. Δηλαδή σε τέσσερα χρόνια διπλασίαζες τα λεφτά σου, αν είχες φυσικά λεφτά να αποταμιεύσεις. Και τότε η αξία της γης και της κατοικίας ήταν στα ύψη, λογικό αφού το μετρητό έχανε διαρκώς την αξία του με πληθωρισμό 15-18%.
Τα κατάλοιπα εκείνης της πληθωριστικής τριακονταετίας (1950-1990) δημιούργησαν εν πολλοίς τον ελληνικό μύθο του «κεραμιδιού πάνω απ’ το κεφάλι μας». Όλοι ήθελαν να αγοράσουν ένα σπίτι αφού η αξία του ανέβαινε διαρκώς, ενώ η πραγματική αξία της δόσης του δανείου που πλήρωναν γι αυτό ροκανιζόταν χρόνο με τον χρόνο από τον πληθωρισμό. Εκείνες τις δεκαετίες, όποιος κρατούσε μετρητό θεωρούνταν ηλίθιος.
Και μάλλον ήταν. Είχαν έναν ταλαίπωρο μπάρμπα που έφυγε το 1969 μετανάστης στη Γερμανία, δούλεψε σκυλίσια τέσσερα χρόνια, κράτησε τα λεφτά αντί να αγοράσει κάποιο ακίνητο και μερικά χρόνια αργότερα μπόρεσε ν’ αγοράσει μ’ αυτά μόλις ένα σαλόνι και ένα πλυντήριο στην κόρη του που παντρεύτηκε. Δυο γενιές Ελλήνων συσσώρευσαν τότε ακίνητα ή χρέη από δάνεια που πήγαν για ακίνητα, ανάλογα με τις δυνατότητες του ο καθένας.
Η «εθνική» αυτή τάση συνεχίστηκε και στις δεκαετίες της ευμάρειας, ενώ αναμενόμενο ήταν η φορολογία να κατευθυνθεί σταδιακά προς τα ακίνητα, επιβαρύνοντας τα δραματικά. Κι όταν ήρθε η κρίση χρέους το 2010, βρήκε τους Έλληνες καταχρεωμένους με δάνεια και με ακίνητα που κόστιζαν πολύ. Ο ΕΝΦΙΑ ήταν το αποκορύφωμα. Τότε ξαφνικά ανακαλύψαμε την αξία των μετρητών, αλλά ποιος είχε μετρητά;
Το ακίνητο απαξιώθηκε για μια δεκαετία (με 5.000 ευρώ αγόραζες δυάρι στο κέντρο) με το ρευστό να είναι θεοποιημένο. Και πάνω που προσαρμοστήκαμε σ’ αυτή την πραγματικότητα, ήρθε η ανάκαμψη και τα ακίνητα εκτοξεύτηκαν, οι τιμές πώλησης πήγαν στα ύψη, τα νοίκια στον Θεό. Τώρα ξανάρθε ο πληθωρισμός, που σημαίνει ότι το μετρητό φθίνει, θα μάθουμε πάλι να ζούμε μ’ αυτό. Έτσι είναι η οικονομία, κάνει απρόσμενους κύκλους, όποιος είναι μάγκας και τους μυρίζεται στην αρχή τους κερδίζει, όποιος τρέξει να τους προλάβει εκ των υστέρων συνήθως χάνει.
Οι κυβερνήσεις τις τρέμουν αυτές τις αλλαγές των κύκλων, συνήθως κάθε διαταραχή αυτών που γνωρίζει ο μέσος πολίτης αποβαίνει εναντίον αυτών που κυβερνούν. Οι αντιπολιτεύσεις πάλι προσπαθούν πάντα να τις εκμεταλλευτούν προς όφελος τους. Ο δικός μας ΣΥΡΙΖΑ για παράδειγμα, πιστεύει ότι δεν υπάρχει γενικώς ζωή του πληθυσμού με πληθωρισμό, αλλά κατά έναν παράδοξο τρόπο ο πληθωρισμός θα δώσει ζωή στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να βλέπει τους κύκλους της ιστορίας.