Όσοι Έλληνες πρωθυπουργοί επιχείρησαν στο παρελθόν να θέσουν τα ελληνοτουρκικά σε ένα πλαίσιο διαλόγου και επίλυσης με την «φίλη και σύμμαχο Τουρκία» συνάντησαν αργά ή γρήγορα την άρνηση του βαθέως κράτους της γειτονικής χώρας. Και δεν ήταν ο Ερντογάν ο «κακός»! Στις τάξεις της τουρκικής… νομενκλατούρας επικρατούσε η άποψη ότι η Ελλάδα θα έπεφτε κάποια στιγμή ως ώριμο φρούτο. Τι άλλαξε στο μεταξύ;
Τέσσερα πράγματα άλλαξαν και «ανάγκασαν» την Τουρκία να αλλάξει ρότα. Το ένα είναι οι καλές προοπτικές για την Οικονομία της Ελλάδας. Μία Ελλάδα ισχυρή οικονομικά γίνεται αυτόματα και ισχυρή πολιτικά, μειώνοντας έτσι αισθητά τις πιθανότητες να γίνει βορά στις ορέξεις της Τουρκίας. Το άλλο είναι οι αντίστοιχες κακές προοπτικές για την Οικονομία της Τουρκίας. Μπορεί το όνειρο της αναβίωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να συναρπάζει ένα μέρος του πληθυσμού στην Τουρκία, αλλά η φτώχεια και η προοπτική των συσσιτίων είναι εφιαλτική για τον οποιονδήποτε λαό. Το τρίτο είναι η πιθανότητα να αλλάξει η διοίκηση στην Ουάσιγκτον και να χάσει έτσι η Άγκυρα έναν σημαντικό σύμμαχο στις επιδιώξεις της, όπως είναι ο Τραμπ και το τελευταίο οι επιτυχίες που σημείωσε η Τουρκία σε Συρία και Λιβύη και οι οποίες έχουν πείσει τον Ερντογάν ότι ο δρόμος που έχει πάρει είναι και ο σωστός.
Η Τουρκία προετοιμαζότανε επί δεκαετίες για αυτήν ακριβώς την στιγμή! Την ώρα που εμείς θα βρισκόμαστε στο χειρότερο δυνατό σημείο και η ίδια στο καλύτερο δυνατό. Από εδώ και πέρα οι σχέσεις φαίνεται να μεταβάλλονται, με την Ελλάδα να ισχυροποιείται και την Τουρκία να δοκιμάζεται, κυρίως στον τομέα της Οικονομίας. Αν υπήρχε, λοιπόν, λογική στην στρατηγική του ώριμου φρούτου, αυτή θα πρέπει να δικαιωθεί τώρα!
Κι είναι φανερό ότι αυτά που βλέπουμε σήμερα είναι προϊόν μιας μελετημένης στρατηγικής που αποφασίστηκε μετά από την νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές. Επειδή ακριβώς το στοιχείο που άλλαξε με τις εκλογές ήταν αυτό των οικονομικών προοπτικών, όπως φάνηκε και από τις αντιδράσεις της αγοράς. Ο Έβρος, λοιπόν, δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός, αλλά η πρώτη πράξη από ένα καλά μελετημένο σχέδιο για πιεστεί η χώρα μας και να εξαναγκαστεί να δώσει τα πάντα στην Τουρκία.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης «διάβασε» από νωρίς τις προθέσεις της Τουρκίας. Κι έτσι έδωσε μεγαλύτερη βάση στις πληροφορίες για την «εισβολή στον Έβρο» από ότι σε εκείνες για τις «διαβεβαιώσεις» του Ταγίπ Ερντογάν για ένα ειρηνικό μέλλον κάτω (πάντα) από ορισμένες προϋποθέσεις. Η επίθεση στον Έβρο αποκρούστηκε επειδή η ελληνική πλευρά ήταν καλά προετοιμασμένη. Και τα σχέδια σήμερα της Τουρκίας δεν είναι τόσο «εύκολα υλοποιήσιμα» όσο φάνταζε στην αρχή της κρίσης, επειδή η ελληνική κυβέρνηση ήταν και πάλι «υποψιασμένη». Οι συμμαχίες δεν κτίζονται σε μία νύκτα…
Δεν είναι αληθές ότι οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις αντιμετώπισαν με ελαφρότητα τον τουρκικό κίνδυνο. Είναι όμως ακριβές ότι δεν αξιολόγησαν σωστά την άρνηση της Τουρκίας να είναι ένας αξιόπιστος συνομιλητής και έτσι εγκατέλειψαν με σχετική ευκολία πολιτικές που είχαν κτιστεί στο παρελθόν από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου σε αυτή ακριβώς την λογική και οι οποίες μας είχαν οδηγήσει σε σημαντικά εξοπλιστικά προγράμματα και σε μία σχετική ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο. Και μην πει κανείς ότι δεν υπήρχαν τα χρήματα! Χρήματα υπήρχαν και μάλιστα πολλά. Σπαταλήθηκαν όμως την δεκαετία προ της κρίσης σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων και στην αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης.
Η Τουρκία πιστεύει ότι έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας και γι αυτό έχει κινητοποιήσει μεγάλες δυνάμεις. Είναι σαφές ότι τα πράγματα δεν της πάνε όπως τα περίμενε. Κι αυτό της δημιουργεί μεγαλύτερο εκνευρισμό και την κάνει ακόμη πιο ευάλωτη στο «λάθος». Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα έχει καταφέρει κάτι που δεν είχε χτες. Δεν είναι μόνη! Διότι η τουρκική επιθετικότητα υπήρχε και χτες…
Δεν ξέρουμε τι θα συμβεί στο πεδίο της μάχης. Αλλά στο τέλος οι ουσιαστικές μάχες κερδίζονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θανάσης Μαυρίδης