Γιατί το κράτος δεν ψάχνει πια, στις ντουλάπες του;

Γιατί το κράτος δεν ψάχνει πια, στις ντουλάπες του;

Του Ανδρέα Ζαμπούκα

Όσο περνούν τα χρόνια, η αίσθηση του γελοίου γίνεται όλο και πιο δυνατή. Στη δουλειά μας, στο δρόμο, στην πολιτική, στη διακυβέρνηση του κράτους. Πριν από λίγο καιρό, κάποιος είχε παρκάρει πάνω στις γραμμές του τραμ, άλλοι δεν ήξεραν πόσα μηδενικά έχει το δισεκατομμύριο, ένας υπουργός δεχόταν συγχαρητήρια που αύξησε τις ασφαλιστικές εισφορές, κάποιος βουλευτής διετέλεσε «σπερματεγχύτης» και μια ολόκληρη ομάδα αστυνομικών δεν μπόρεσε να βρει έναν κλέφτη που κρυβόταν σε μία ντουλάπα.

Η πιο φαντεζί όμως, κατάσταση εξαπλώνεται στο ίδιο το κράτος. Από παντού εμφανίζονται ταχυδακτυλουργοί, ακροβάτες, κλόουν, ψεκασμένοι και απίθανες καρικατούρες ηρώων του ΄21, της Εθνικής Αντίστασης και κάθε άλλου «έπους» που πλάθει η ασυγκράτητη φαντασία μας.

Έτσι ήταν πάντα; Υπήρχε ανέκαθεν μία «διονυσιακή» τάση στο ελληνικό γονίδιο αλλά όχι κι έτσι. Η ακάθεκτη πορεία προς το γελοίο, πρέπει να άρχισε από την δεκαετία του ΄80. Τότε που όλοι προσπαθούσαμε να αποκτήσουμε ταυτότητα μεταξύ «πασοκαρίας» και βιντεοκασέτας. Εκείνη δηλαδή την περίοδο που καταλάβαμε το κράτος, μετά από πολιορκία δεκαετιών, και μετά, αράξαμε στον καναπέ μας για να αναπαυτούμε πάνω στις δάφνες μας…

Όπως και να χει, τα χρόνια πέρασαν και καταλήξαμε να διαθέτουμε ένα τραγελαφικό σύστημα, διασπασμένο και κατακερματισμένο στα «καπετανάτα» του, χωρίς καμία αίσθηση ευθύνης και αξιοπρέπειας των λειτουργών του. Και όπως είναι φυσικό, η διαχρονική βαρεμάρα της ξεγνοισιάς έφερε και τα ανάλογα αποτελέσματα. Δημόσιοι υπάλληλοι που «σαπίζουν» από κατάθλιψη, «μεθυσμένοι» ηγετίσκοι που πεθαίνουν από πλήξη όταν δεν έχουν εξουσία και εκτελεστικά «όργανα» που βαριούνται να ρίξουν μια ματιά στην ντουλάπα...

Με λίγα λόγια, από τον σημερινό Έλληνα λείπει το πάθος του ρόλου και της ταυτότητας. Και κυρίως από αυτόν που αναλαμβάνει την ευθύνη να εκτελέσει αποφάσεις, όταν χρειάζεται. Πολλές φορές μου έρχεται στον νου, ο καχύποπτος αστυνόμος Μπέκας. Ακόμα και ο πιο ανθρώπινος Χαρίτος του Πέτρου Μάρκαρη. Είναι άνθρωποι που ζουν μέσα από την δουλειά τους, την ευθύνη τους, την ιδιότητά τους. Ξυπνούν και κοιμούνται με την έννοια του ρόλου τους και ολόκληρη η ζωή τους δεν θα είχε κανένα νόημα αν δεν υπήρχαν οι ιστορίες τους.

Είναι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες και δεν υφίστανται; Mπορεί, αλλά ας μου επιτραπεί να θυμάμαι πιο πολλούς παθιασμένους Έλληνες στο παρελθόν, σε διάφορα πόστα. Στα σχολεία, στις υπηρεσίες, στα δικαστήρια, στην πολιτική, στην αστυνομία. Ανθρώπους που ζούσαν τον δικό τους «μύθο» μέσα από τον χαρακτήρα τους και έδιναν μέσω αυτού, νόημα στην ζωή τους.

Και σήμερα, μετά από δεκαετίες απαξίωσης της προσωπικής μας αφήγησης, βουτηγμένοι μές στον λαϊκισμό και στην αδιαφορία, κάποιοι βαριούνται να ανοίξουν μία ντουλάπα σε σπίτι που ψάχνουν ληστές. Όταν κι ένα μικρό παιδάκι, υποψιασμένο από την ερευνητική του αφέλεια, ψάχνει για κακούς Ινδιάνους κάτω από το κρεβάτι του.

Μ΄αυτά και μ΄αυτά, φτιάξαμε ένα κράτος με νωχελικούς κομπάρσους, χωρίς ρόλο και πάθος για το αντικείμενό τους. Κάτι μεταξύ Τσίπρα στην υποδοχή του Ομπάμα και Καραμανλή σε ταβέρνα. Ποιος αστυνομικός, ποιος δικαστής, ποιος δάσκαλος και ποιος πολιτικός να σπρώξει τη χώρα, όταν δεν βρίσκει νόημα, παρά μόνο στο μίζερο μισθό του  και στη  καρέκλα του;

Να βρούμε έναν τρόπο να πάρουμε ηδονή από την ευθύνη μας. Και να ανοίγουμε πιο συχνά τις «ντουλάπες» μας. Όχι μόνο, όταν απλώνεται η δυσοσμία γύρω μας.

Αυτό να μας μάθει το σχολείο, το κράτος και το σπίτι μας. Κι όλα τα άλλα θα έρθουν, σιγά σιγά,  από μόνα τους…