Του Γιάννη Παπαθεοδώρου
Παραμονές γιορτών, η υπουργός Εργασίας κ. Έφη Αχτσιόγλου εμφανίστηκε στην ΕΡΤ, προκειμένου να ανακοινώσει ακόμη ένα χριστουγεννιάτικο δώρο της κυβέρνησης. Πρόκειται για το εφάπαξ επίδομα «νεανικής αλληλεγγύης» 400 ευρώ, το οποίο θα δίδεται σε κάθε άνεργο ηλικίας από 18 έως 24 ετών. Όπως διευκρίνισε μάλιστα η κ. υπουργός, οι δικαιούχοι του επιδόματος θα είναι όλοι οι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του ΟΑΕΔ, κατά τον Οκτώβριο, που δεν λαμβάνουν επίδομα ανεργίας.
Λίγο αργότερα, ο ίδιος ο πρωθυπουργός έσπευσε να εντάξει τη συγκεκριμένη επιδοματική πολιτική σε ένα ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο αναπτυξιακής προοπτικής. «Η απόδοση του κοινωνικού μερίσματος», είπε ο πρωθυπουργός, «δεν είναι πράξη ευαισθησίας αλλά κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι νέοι μας είναι πιο ευάλωτοι στις πιέσεις της οικονομικής κρίσης αλλά είναι κι η ελπίδα μας για το μέλλον. Το επίδομα νεανικής αλληλεγγύης σε εγγεγραμμένους του ΟΑΕΔ μαζί με τα προγράμματα αντιμετώπισης της ανεργίας των νέων που εξήγγειλε σήμερα η υπουργός Εργασίας είναι η πρόθεση μας να φέρουμε στο προσκήνιο την ελπίδα, να επενδύσουμε σε αυτήν. Ο δυναμισμός των νέων μας θα αλλάξει τη χώρα. Τους εύχομαι καλές γιορτές».[1]
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο τόνος των κυβερνητικών εξαγγελιών γίνεται, ασυνείδητα ίσως, ειρωνικός. Ούτε είναι η πρώτη φορά που ο μποναμάς των Χριστουγέννων συγχέεται με το κράτος πρόνοιας. Αυτό που εντυπωσιάζει στις δηλώσεις για τις παροχές είναι η αλαζονική και ταυτόχρονα εξοργιστική φαντασίωση της κυβέρνησης πως ο «δυναμισμός» —ίσως και η ψήφος— των νέων θα κερδηθεί ξανά… με 400 ευρώ! Η αντίληψη αυτή έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από τον συμβολισμό ενός μικρού επετειακού δώρου προς τους μελλοντικούς ψηφοφόρους, που καλούνται πλέον να μετρήσουν την απόσταση που χωρίζει τις σειρήνες τις αποχές από την ανταποδοτική προτίμηση στην κάλπη. Από μια άποψη, το επίδομα «νεανικής αλληλεγγύης» είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική αποτυχία της κυβέρνησης, για το σχεδιασμό του μέλλοντος της χώρας. Ακριβώς επειδή αφορά τους νέους.
Η κυβέρνηση σερβίρει διαρκώς μια πολύ παλιά και αποτυχημένη «αριστερή» συνταγή γύρω από το κράτος πρόνοιας: την ισοπεδωτική και οριζόντια αντιμετώπιση των κοινωνικών παροχών είτε ως επιδομάτων «ταξικής μεροληψίας» είτε ως μισθών φτωχοποιημένης «απασχολησιμότητας». Όπως όμως σωστά παρατηρεί στο πρόσφατο βιβλίο του για τη «σοσιαλδημοκρατία σήμερα» ο Ξενοφών Κοντιάδης, «το κράτος πρόνοιας παραμορφώνεται όταν περιορίζεται στην αναδιανομή του κοινωνικού προϊόντος, αποστερούμενο λειτουργιών που αποσκοπούν στην ανανοηματοδότηση του πολιτικού και κοινωνικού πλουραλισμού, την αναβίωση της πολιτικής συμμετοχής και την επιδίωξη της κοινωνικής δημοκρατίας».[2]
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο Metarithmisi.gr