Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Πολλά χρόνια μετά την πτώση του καθεστώτος —και με δεδομένο, θέλω να πιστεύω, ότι δεν θα έχουν χαθεί εδάφη μέχρι τότε— θα συζητάμε για το ποιο υπήρξε το πιο καταστροφικό από όλα τα πλήγματα που κατάφερε στο σώμα της χώρας, και δεν θα βγάζουμε άκρη. Άλλος θα υποστηρίζει το ένα, άλλος το άλλο, άλλος θα θυμίζει το τρίτο, και άλλοι άλλα. Γιατί είναι πολλά.
Γιατί είναι πολλά, και φρικτά όλα τους, μικρά και μεγάλα. Από την οικονομία μέχρι την παιδεία, και από την υγεία μέχρι την ενδυνάμωση και την εδραίωση του φασισμού, του απομονωτισμού και του εθνικισμού, η τετραετία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ένα Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ For Dummies, ήταν ό,τι χειρότερο συνολικά και σε κάθε τομέα έχει να παρουσιάσει η σύγχρονη πολιτική ιστορία του τόπου. Αυτό είναι δεδομένο. Fact.
Αλλά το πιο αστείο απ' όλα (όχι το πιο κακό: το πιο αστείο) ήταν και θα είναι το Μνημείο των Νεκρών τής ΕΡΤ — ο ορισμός της ύβρεως, της κακοζηλίας και της κακογουστιάς μεν, αλλά και κάτι που πραγματικά μάς χάρισε άφθονο γέλιο. Σαν κακογυρισμένη δραματική φωσκολιάδα της χούντας που άθελά της σε κάνει να ξεκαρδίζεσαι όταν τύχει και τη δεις σήμερα, κανένα μιλιτέρ συνολάκι τού Αμύνης, καμία παρόλα κανενός βουλευτάκου, κανένας καλαματιανός στο Σύνταγμα, καμία απολύτως κωλοτούμπα, κανένας καλεσμένος τού ΣΥΡΙΖΑ με τις σαγιονάρες μέσα στη Βουλή, καμία επιτροπή χρέους, κανένας από τους δεκάδες γραφικούς τύπους που απαρτίζουν αυτό το Πράγμα που κυβερνά, κανένας και τίποτε δεν μπορεί να διεκδικήσει επί ίσοις όροις το καθ' ημάς Όσκαρ Γέλωτος όσο αυτό: το Μνημείο των Νεκρών τής ΕΡΤ. Η απόλυτη παρωδία. Η γελοιογραφία της Κρίσης.
Και ήταν ακριβώς αυτό που στάθηκε αφορμή για να ξεκινήσει ακόμη μία συζήτηση —ανάμεσα σε κατά τα άλλα εξόχως μετριοπαθείς πολίτες— για το εκ νέου κλείσιμο της κρατικής τηλεόρασης όταν με το καλό αποκατασταθεί η δημοκρατική πορεία της χώρας προς την πρόοδο και την ανάπτυξη, και προς τη σύγκληση με τις προηγμένες κοινωνίες της Ευρώπης. Επαναλαμβάνω, το γελοίο μνημείο στάθηκε απλώς η αφορμή, καθώς οι λόγοι είναι πολλοί, διαρκείς και πολλαπλασιαζόμενοι έκτοτε με γεωμετρική πρόοδο.
Τα κρατικά κανάλια, με όχημα τις «ειδήσεις» και διάφορες ψευδοενημερωτικές εκπομπές, άλλο δεν κάνουν παρά να παίζουν τον ρόλο των Επικαίρων της χούντας, προσπαθώντας να πείσουν (ποιον άραγε; ποιος είναι τόσο ηλίθιος; ποιος έχει υποστεί τέτοια ιδεολογική λοβοτομή;) για το ήθος, την ποιότητα και τις επιτυχίες της Εθνοσωτηρίου Κυβερνήσεώς μας — η κρατική τηλεόραση του ΣΥΡΙΖΑ, μολονότι δεν καταφέρνει να σημειώνει «νούμερα» (αν και γεμάτη από δαύτα), και μολονότι δεν στοιχίζει και λίγο στην τσέπη των πολιτών, είναι ό,τι το φιλοκυβερνητικό «Χωνί» σε τηλεοπτικό δίαυλο. Μία από τις πρώτες ενέργειες, λένε μάλιστα ολοένα και περισσότεροι, της νέας κυβέρνησης οφείλει να είναι το κλείσιμο, το σφράγισμα, η οριστική «κατεδάφιση» του Ραδιομεγάρου.
Δηλαδή αυτό περίπου που έγινε και σαν χθες, στις 11 Ιουνίου του 2013, όταν η συγκυβέρνηση που κατάφερε να ανατάξει την πορεία της χώρας και, έστω την τελευταία στιγμή, να τη σώσει από την καταστροφή, έκλεισε την ΕΡΤ από τη μία μέρα στην άλλη, με σκοπό να την ανασυντάξει και να τη θέση σε επαναλειτουργία πάνω σε υγιείς αυτή τη φορά βάσεις.
Για την ενέργεια εκείνη τής τότε κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου έχουν ειπωθεί πολλά (βιαστική, επιπόλαιη, στοίχισε, συσπείρωσε, αφιόνισε και «ριζοσπαστικοποίησε» μεγάλα και ετερόκλητα κομμάτια ψηφοφόρων κλπ. κλπ.), και δεν θα τα συζητήσω εδώ. Δεν ξέρω (δεν μπορούμε να ξέρουμε) αν πράγματι, και πόσο, συνέβαλε στην πορεία για τη δαιμονιώδη ανάρρηση στην εξουσία τού ΣΥΡΙΖΑ όσο λέγεται.
Αλλά ξέρω πως η ΕΡΤ δεν μπορεί και δεν πρέπει να ξανακλείσει. Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση. Ναι μεν η ΕΡΤ ήταν και είναι μία εστία σκανδάλων, κακοδιαχείρισης και προπαγάνδας σχεδόν βορειοκορεατικού πλέον τύπου, ναι μεν ακόμη και η σκέψη για την ανασύνταξή της μοιάζει απέλπιδα, ναι μεν ακόμη και οι αγαθότερες των προθέσεων σπάνε τα κεφάλια τους πάνω στα τείχη της όποτε επιχειρήθηκε οποιοσδήποτε εξορθολογισμός της διοίκησης και της λειτουργίας της, αλλά τίποτε δεν είναι αδύνατον εάν υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση — και ισχυρή κυβέρνηση που να την εκφράζει. Αυτό δηλαδή που θα έρθει μέσα στους επόμενους μήνες.
Ξέρω επίσης, ας μου επιτραπεί, πως δεν είναι… αντιφιλελεύθερο το να υπάρχει και να υποστηρίζεται η δημόσια ραδιοτηλεόραση. Μία υγιής και απροκατάληπτη, σύγχρονη και ανταγωνιστική μιντιακή επιχείρηση θα ήταν (διάβαζε: θα μπορούσε, θα έπρεπε, θα επιβαλλόταν να είναι) με το μέρος του πολίτη. Και αυτό είναι φιλελεύθερο.
Ναι, είναι και δύσκολο να γίνει. Πολύ. Όπως άλλωστε και η πολιτική. Όπως άλλωστε και η ζωή η ίδια.
Ε και;