Της Σοφίας Νικολάου*
Όταν στην Ισπανία απελευθερώθηκαν οι πλειστηριασμοί με τις Τράπεζες και το Δημόσιο να μπορούν να βγάζουν στο σφυρί τις κατοικίες των πολιτών, η μεγάλη κοινωνική έκρηξη δεν ήρθε άμεσα. Η μεγάλη κοινωνική έκρηξη έλαβε χώρα, όταν στην πόρτα των σπιτιών κατέφθασε ο αντίστοιχος Ισπανός κλητήρας, συνοδευόμενος από αστυνομική δύναμη και με τη βία πετούσαν κυριολεκτικά έξω από τα σπίτια του τον κόσμο. Στην Ελλάδα, το κλίμα είναι ήδη τεταμένο, λόγω των επεισοδίων στα κατά τόπους Ειρηνοδικεία της Επικράτειας. Άραγε, υπάρχει τρόπος να αποφευχθούν ανάλογα φαινόμενα; Ή προβλέπεται μια δεύτερη Ισπανία;
Βασικό ζητούμενο είναι η όποια λύση να δοθεί με δικαιοκρατικά κριτήρια και συμμορφούμενη προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Θα πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη της το σοβαρό πρόβλημα που επωάζεται, αλλά και την αναγκαιότητα να διαχωριστούν οι περιπτώσεις μεταξύ των πράγματι αναξιοπαθούντων και των εκ πεποιθήσεως «μπαταχτσήδων».
Η κυβερνητική επωδός είναι γνωστή: Είναι επαρκής η παρεχόμενη προστασία της πρώτης κατοικίας και δεν χρειάζεται κάποια περαιτέρω νομοθετική παρέμβαση. Είναι όμως πράγματι έτσι; Τα διάφορα κυβερνητικά στελέχη, που τριγυρνούν στα τηλεοπτικά πάνελ και φενακίζονται πως λύσεις υπάρχουν, αναφέρονται μόνο στον γνωστό Νόμο Κατσέλη, που φυσικά δεν αποτελεί αυτόματη προστασία της κατοικίας, αλλά πρέπει να προηγηθεί αίτηση του οφειλέτη και προσφυγή στη δικαστική σκέπη. Αν θέλουμε να αποφύγουμε τα ισπανικά φαινόμενα, η λύση είναι μόνο μία και απαιτεί νομοθετική παρέμβαση.
Διάφορες Ενώσεις, με τελευταία την Ένωση Περιφερειών Ελλάδος, αλλά και πλείστες όσες δημόσιες φωνές, αξιώνουν εσχάτως συνταγματική αναθεώρηση, προκειμένου να προστατευθεί απολύτως και πλήρως η φτωχή λαϊκή κατοικία. Κατά την άποψη μου, κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο. Και μάλιστα, η συζήτηση γύρω από το θέμα, φρονώ πως περισσότερα προβλήματα δημιουργεί παρά λύνει, καθώς αφήνει την εντύπωση πως η υπάρχουσα συνταγματική προστασία δεν είναι αρκετή. Η παράγραφος 4 του άρθρου 21 του Συντάγματος είναι σαφέστατη: «Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που τη στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης φροντίδας του Κράτους». Ποιά προσθήκη, ή ποιά τροποποίηση απαιτεί αυτή η ρύθμιση; Κάποιος, μάλλον κακόβουλα, θα μπορούσε να ισχυριστεί πως θα πρέπει πρώτα να στερηθείς την κατοικία σου, προκειμένου το Κράτος να προστρέξει προς αρωγή σου. Νομίζω όμως πως αυτό είναι ένας άκρατος θετικισμός και μία ερμηνεία που προσκολλάται στο γράμμα της διατύπωσης σε προφανή αντίθεση με το πνεύμα της διάταξης. Βάσει αυτού επιβάλλεται η κρατική παρέμβαση για την μη απώλεια της στέγης. Το σημαντικότερο είναι, όμως, πως όσο το θέμα δεν κλείνει, τόσο οι λάτρεις της απολύτου διατυπώσεως θα εφευρίσκουν επιχειρήματα, προκειμένου να θεωρούν αναγκαία την καταστατική αναθεώρηση.
Καθώς, όμως, το Σύνταγμα είναι απλά το «κρατικό ευαγγέλιο», δίχως διοικητική εκτελεστότητα, εκείνο που μπορεί και πρέπει να γίνει είναι η διαμόρφωση ενός εκ προοιμίου προστατευτικού νομοσχεδίου για την λαϊκή κατοικία. Φυσικά, οι εποχές των ισοπεδωτικών ρυθμίσεων έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η αξίωση για οριζόντια προστασία χωρίς κριτήρια είναι μάλλον ανεδαφική. Υπάρχουν, όμως, κριτήρια, που είναι και δίκαια, αλλά και επαρκή: η αξία του ακινήτου, το ποσοστό αποπληρωμής, η συνέπεια του δανειολήπτη και φυσικά οι αντικειμενικές οικονομικές του δυνατότητες.
Με τον τρόπο αυτό θα διαχωριστούν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές και όσοι φρόντισαν να βγάλουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό, από όσους ήταν συνεπείς για όσο μπορούσαν και κάποια στιγμή – την περίοδο της κρίσης – περιήλθαν σε δύσκολη θέση. Οι Τράπεζες υπολογίζουν τα ακίνητα αυτά των «στρατηγικών κακοπληρωτών» σε περίπου 20.000, που είναι και ο στόχος του 2018.
Υπάρχει, λοιπόν, τρόπος, να αποφευχθεί το ισπανικό φαινόμενο. Αρκεί η κυβέρνηση να νομοθετήσει με κριτήρια αντικειμενικά και όχι λαϊκισμού. Μάλλον δύσκολο, ε;
* Η κα Σοφία Νικολάου είναι Δικηγόρος.