Γεώργιος Ν. Σχορετσανίτης:  «Tα καλύτερα ταξίδια, όπως και οι καλύτεροι έρωτες δεν τελειώνουν ποτέ!»

Γεώργιος Ν. Σχορετσανίτης: «Tα καλύτερα ταξίδια, όπως και οι καλύτεροι έρωτες δεν τελειώνουν ποτέ!»

«Ταξιδεύουμε άραγε για να χάσουμε τον εαυτό μας μέσα σε άγνωστους προορισμούς; Μήπως ταξιδεύουμε για να βρούμε, εν τέλει, τους εαυτούς μας; Ταξιδεύουμε για να ανοίξουμε και να πλουτίσουμε τις καρδιές και τα μάτια μας και να μάθουμε περισσότερα για τον κόσμο; Ταξιδεύουμε για να πλουτίσουμε την άγνοια και τις γνώσεις μας με κάτι διαφορετικό ή άγνωστο έως τώρα, σε εκείνα τα μέρη του πλανήτη στα οποία οι συνθήκες είναι κάπως έξω από τα συνηθισμένα; Και μήπως ταξιδεύουμε, στην ουσία, για να γίνουμε νέοι κι ανόητοι και πάλι, για να επιβραδύνουμε το χρόνο, να ερωτευτούμε για μια ακόμη φορά, αφού κι αυτή η παράμετρος υπεισέρχεται κατά κόρον και ύπουλα στο χώρο της προηγούμενης;»

Στην αναγεννησιακή ζωή του Γεωργίου Ν. Σχορετσανίτη, Διευθυντή Χειρουργικής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου «Όλα ταξίδεψαν παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια. Ιατρική, χειρουργική, ταξίδια, συναντήσεις και επαφές με άλλους, λογοτεχνία, ποίηση, αναγνώσεις και μεταφράσεις», όπως θα παραδεχτεί στο Liberal.gr. Κι γι’ αυτό θα του ζητήσουμε να μας μιλήσει παράλληλα, για τον ανθρώπινο πόνο που ενώνει αναπόσπαστα τον γιατρό με τους ασθενείς, τα ταξίδια του ως τα πέρατα της γης και την φυσική τους συνέχεια, μια εξαιρετική ταξιδιωτική λογοτεχνία, όπου όλα ενώνονται και αλληλλοεπηρεάζονται: ποίηση και λογοτεχνία, ταξίδια, ιατρική.

Στα σαράντα και παραπάνω, εξάλλου, βιβλία του, «Η ιστορία της ισλαμικής ιατρικής», «Οδοιπορικό στη Σοβιετική και Νέα Βαλτική, «Μυθικές πόλεις της Ανατολής, «Βιετνάμ: Η γη των ατελείωτων ορυζώνων», «Περιδιαβαίνοντας στις μυθικές πολιτείες του Ουζμπεκιστάν», «Σύντομη ιστορία της Κου Κλουξ Κλαν», «Τα νέγρικα μπλουζ και οι ιατρικές αναφορές τους» ακόμα και πλέον πρόσφατο «Η Αντζελίνα Ουέλντ Γκρίμκι και ο κόσμος της», το οποίο, όπως άλλα πολλά, εκδόθηκε από την «Οδό Πανός», διαφαίνεται όλη η ζωή και η διαδρομή του. 

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα

-Κύριε Σχορετσανίτη, τόσα χρόνια με την ιατρική, με την λογοτεχνία και τα ταξίδια, Ιατρική και Λογοτεχνία, Ιατρική και Ποίηση που μεταφράζετε κιόλας, βίοι παράλληλοι;

Βίοι που πορεύτηκαν και ακόμα αρκετοί πορεύονται μαζί. Κάποιες φορές δίπλα-δίπλα, άλλες να αφίστανται πρόσκαιρα φυσικά, μερικές να συγκλίνουν και να προσκρούουν μεταξύ τους με αφορμή ένα δραματικό γεγονός, αυστηρώς προσωπικό ή ειδικότερα επαγγελματικό. Όλα ταξίδεψαν παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια. Ιατρική, χειρουργική, ταξίδια, συναντήσεις και επαφές με άλλους, λογοτεχνία, ποίηση, αναγνώσεις και μεταφράσεις. Κι’ όλα μετουσιώθηκαν σε εκείνο που σήμερα θα μπορούσα να αποκαλέσω με κάποια υφέρπουσα και συγκεκαλυμμένη εγωιστική διάθεση, προσωπικό  συγγραφικό έργο και ανάλογη πορεία. Γιατί πολλές φορές με αφορμή τη μια απασχόληση ή την εμπλοκή μου σε κάτι απ’ όλα αυτά, δρομολογήθηκε η γένεση ενός άλλου. Αναπόφευκτα! 

-Αλήθεια πού αποδίδετε εσείς το ότι σπουδαίοι λογοτέχνες υπήρξαν ιατροί;

Αποστολή του γιατρού είναι η θεραπεία της ασθένειας του συγκεκριμένου ατόμου το οποίο τον εμπιστεύεται. Ειδικότερα για τον χειρουργό, η όλη θεωρητική και πρακτική εκπαίδευσή του, μετά το πτυχίο της ιατρικής φυσικά, αποσκοπεί στην άψογη εκτέλεση μιας συγκεκριμένης επέμβασης, στο σωστό χρόνο. Η πείρα όμως δείχνει ότι ακόμα και μία επιτυχημένη επέμβαση πολλές φορές δημιουργεί καινούργια προβλήματα και εμπλέκει τα πράγματα περισσότερο. Η άσκηση της σύγχρονης Ιατρικής με την πληθώρα των εργαστηριακών και παρακλινικών εξετάσεων στα χέρια του γιατρού έχει μεγαλώσει την απόσταση γιατρού-ασθενούς,  κάτι το οποίο ήταν κανόνας για πολλούς αιώνες. Από φιλοσοφική, και όχι μόνο άποψη, όταν πάσχει ένα όργανο, πάσχει ολόκληρος ο οργανισμός του ασθενούς, κάτι το οποίο οι γιατροί έχουν ξεχάσει! Ειδικότερα οι χειρουργοί, όλων των υποειδικοτήτων, με τον πλέον επεμβατικό ρόλο στο σώμα του ασθενούς, μπορεί φαινομενικά να έχουν διαχωρίσει τη θέση τους από τα προσωπικά και ψυχολογικά προβλήματα των ασθενών τους που έχουν σχέση βέβαια με την επέμβαση αυτή καθ’ εαυτή, και παραπέμπουν όλα τα άλλα πλην της εγχείρησης σε ειδικούς, αλλά στην πραγματικότητα είναι θέμα αποκλειστικά δικό τους. Αυτό φαίνεται ακόμα πιο πολύ σε ακρωτηριαστικές επεμβάσεις οι οποίες αλλοιώνουν όχι μόνο την εικόνα των ασθενών αλλά επηρεάζουν και την ψυχολογική τους κατάσταση. Η επαφή με όλα αυτά επί καθημερινής βάσεως αναγκαστικά επηρεάζουν τη δομή της προσωπικότητας και του γιατρού και τροποποιούν τη γενικότερη παιδεία και κουλτούρα του.

Η λογοτεχνία ανέκαθεν αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος των ανθρωπιστικών επιστημών, ένα άκρως ενδιαφέρον πεδίο που ενσωματώνει συγκεκριμένους τρόπους σκέψεως, κρίσεως και  διατύπωσης εν τέλει των πηγών και των αποσταγμάτων της ανθρωπότητας. Επιπλέον, υπάρχει ένα κοινωνικό πεδίο για μια τέτοια προσπάθεια, δεδομένου ότι μέσω της χρήσεως της γλώσσας μας, μας επιτρέπεται να μοιραζόμαστε τις αντιδράσεις και τα συναισθήματά μας με τους άλλους, τους πέριξ ημών. Για τους σύγχρονους επαγγελματίες ιατρικούς συγγραφείς, όπως ο Μάιλκ Κράιτον, η αφομοίωση σημαντικών ιατρικών και νοσηλευτικών εμπειριών, μας υποχρεώνει κατά κάποιο τρόπο, μας δίνει το απαραίτητο κίνητρο να γράψουμε για αυτές.   

Η λογοτεχνική εμπειρία είναι δυνητικά ένας παράγων εξανθρωπισμού οποιασδήποτε μορφής ζωής, αλλά αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους επαγγελματίες στο χώρο της υγείας, οι οποίοι λόγω των μακροχρόνιων, έντονων και στρεσσογόνων βιωμάτων τους, πρέπει να επιδεικνύουν μεγαλύτερη συμπάθεια και συμπόνια προς την ανθρώπινη ασθένεια και ακόμα βεβαίως προς το θάνατο, ειδικά όταν αυτός πλησιάζει αργά και απειλητικά. Οι γιατροί που έχουν και δεικνύουν με τα γραπτά τους ενισχυμένη ευαισθησία στην γλώσσα, μπορούν κάλλιστα να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι ούτως ώστε να κατανοήσουν σε μεγαλύτερο βάθος τις αξίες, τα συναισθήματα και τις ευαισθησίες των ασθενών τους. Στην προσπάθειά τους να εξετάσουν και να επαναπροσδιορίσουν τις προϋποθέσεις στις οποίες βασίζεται η επαγγελματική και προσωπική τους ζωή, οι γιατροί συγγραφείς στα λογοτεχνικά τους έργα, αναγκάζονται να επιστρέψουν στον ανθρώπινο πόνο, να αφηγηθούν όχι μόνο τις εμπειρίες τους, αλλά και να μοιραστούν με τους αναγνώστες τα έντονα συναισθήματά τους, τις βαθύτερες σκέψεις, τις σοβαρές κρίσεις και τις αποφάσεις τους. Η ιστορία μας έχει δώσει στο διάβα της σπουδαίους γιατρούς που ήταν ταυτόχρονα και ακόμα καλύτεροι λογοτέχνες, τόσο στο δικό μας χώρο όσο και στο εξωτερικό. 

- Το ταξίδι πως μπήκε στη ζωή σας και τι είναι στη ζωή και στο έργο σας;

Όλα άρχισαν με τη φυγή από την γενέθλια πόλη των Τρικάλων και την κάθοδο στην Αθήνα για τις πανεπιστημιακές σπουδές. Το ταξίδι φάνταζε μια διέξοδος από τα όσα δραματικά διαδραματίζονταν στον περίγυρο. Κι’ όταν έγινε η αρχή, η λεωφόρος στη συνέχεια άνοιξε διάπλατα! Πανάρχαιο φυσικά το ερώτημά σας. Πολλές οι απαντήσεις και πολύ περισσότερα τα ερωτήματα. Ταξιδεύουμε άραγε για να χάσουμε τον εαυτό μας μέσα σε άγνωστους προορισμούς; Μήπως ταξιδεύουμε για να βρούμε, εν τέλει,  τους εαυτούς μας; Ταξιδεύουμε για να ανοίξουμε και να πλουτίσουμε τις καρδιές και τα μάτια μας και να μάθουμε περισσότερα για τον κόσμο, απ’ ότι τα σύγχρονα μέσα, εφημερίδες και περιοδικά μας προσφέρουν; Ταξιδεύουμε για να πλουτίσουμε την άγνοια και τις γνώσεις μας με κάτι διαφορετικό ή άγνωστο έως τώρα, σε εκείνα τα μέρη του πλανήτη στα οποία οι συνθήκες είναι κάπως έξω από τα συνηθισμένα; Και μήπως ταξιδεύουμε, στην ουσία, για να γίνουμε νέοι κι ανόητοι και πάλι, για να επιβραδύνουμε το χρόνο, να ερωτευτούμε για μια ακόμη φορά, αφού κι αυτή η παράμετρος υπεισέρχεται κατά κόρον και ύπουλα στο χώρο της προηγούμενης; 

-Τι είναι εκείνο που προσέχετε ιδιαίτερα σε ένα ταξίδι και τι είναι αυτό που σας αφήνει πρωτίστως κάθε ταξίδι;

Μνημεία μεγάλων προσωπικοτήτων, ξέχωρες νοοτροπίες, ιστορικές τοποθεσίες,  περίεργες συμπεριφορές ανθρώπων, αγωνίες και ελπίδες  που συνήθως είναι  οι ίδιες, σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη μας. Το ταξίδι μάς οδηγεί προς μια καλύτερη ισορροπία σοφίας και συμπόνιας, να δούμε τον κόσμο με σαφήνεια, να τον αισθανθούμε πραγματικά. Για πολλούς, ίσως είναι απλώς η πολυτέλεια να μείνουν πίσω όλες τις πεποιθήσεις και βεβαιότητες και να δουν ότι νόμιζαν ότι ήξεραν καλά κάτω από  ένα διαφορετικό φως ή από μια άλλη γωνία ή κάτω από κάποιο πρίσμα, αναθεωρώντας έτσι παλιές και βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις, κάτι που επιτελείται σε άλλοτε άλλο βαθμό σε όλους. Μαζί με αυτά βέβαια αναποδογυρίζουν οι καθημερινές συνήθειες και το ίδιο το διαβατήριό μας αποδεικνύεται το αρχικό έναυσμα για μια πορεία σύγκρουσης σε ένα πολιτιστικό θέμα, να ταρακουνήσουμε κάπως την αυταρέσκειά μας, παρατηρώντας όλες τις ηθικές και πολιτικές επείγουσες καταστάσεις, τα διλήμματα της ζωής και του θανάτου, κάτι που σπάνια έχουμε την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε στον τόπο μας. Το ταξίδι φαίνεται ότι αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για τη διάσωση του ανθρωπισμού των τόπων, για τη σωτηρία τους από την παραποίηση και την άλλη ιδεολογία, μια διαδικασία στην οποία σίγουρα δεν μπορεί να ξέρει κάποιος τι και σε ποιο βαθμό παίρνει και τι αφήνει εκεί που πάει! Μια από τις μικρότερες προκλήσεις του ταξιδιού, είναι να μάθουμε πώς να δεχτούμε, αλλά και να μεταδώσουμε απραγματοποίητα όνειρα με τη σχετική τρυφερότητα που αρμόζει στην κάθε περίσταση. 

-Στα ταξίδια σας συναντάτε και τους συγγραφείς, τους ποιητές που έζησαν και περπάτησαν στις χώρες που επισκέπτεστε κατά καιρούς;

Φυσικά όσο και όποτε αυτό είναι εφικτό. Αλλά πρέπει ταυτόχρονα να κουβαλάμε μαζί μας και την αίσθηση του προορισμού. Μερικά από τα καλύτερα ταξιδιωτικά βιβλία τα τελευταία χρόνια, έχουν αποδειχτεί εκείνα που αναλαμβάνουν ένα παράλληλο ταξίδι, το οποίο όμως ταιριάζει με τα φυσικά στάδια ενός ταξιδιού-προσκυνήματος, με τα μεταφυσικά βήματα ενός ερωτηματολογίου που αναμένει εναγωνίως συγκεκριμένες απαντήσεις. Οι πιο απομακρυσμένες ακτές, μας υπενθυμίζουν συχνά, βρίσκονται στα  άτομα  που πορεύονται δίπλα μας, και τα ταξίδια  είναι απλά ένας γρήγορος τρόπος για να διατηρηθεί το μυαλό μας εν εγρηγόρσει. Οι ρομαντικοί ποιητές εγκαινίασαν μια καινούργια εποχή στο ταξίδι, επειδή ήταν οι μεγάλοι απόστολοι των ανοικτών οφθαλμών. Κι’ αν το ταξίδι είναι σαν την αγάπη, είναι τελικά γιατί κυρίως είναι μια κατάσταση αυξημένης ευαισθητοποίησης, στην οποία είμαστε αρκετά προσεκτικοί, δεκτικοί και έτοιμοι  να μεταμορφωθούμε. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα καλύτερα ταξίδια, όπως και οι καλύτεροι έρωτες, ποτέ πραγματικά δεν τελειώνουν!

-Θα μπορούσατε να αναφέρετε ταξίδια σας αλησμόνητα;

Ο αριθμός αυτών των ταξιδιών είναι μεγάλος, αλλά αν μου ζητούσατε να εστιασθώ κάπου είναι η επίσκεψη των τάφων των ποιητών στην πόλη Σιράζ, του Ιράν. Την πόλη των ποιητών, του κρασιού και των λουλουδιών. Την πατρίδα των περίφημων μυστικιστών ποιητών Σααντί και Χαφέζ. Εξαίσια μαυσωλεία, περιποιημένοι τάφοι, κήποι με πλούσια βλάστηση, άφθονες τριανταφυλλιές, αποζημιώνουν τον υπομονετικό και υποψιασμένο περιηγητή. Όταν βρέθηκα εκεί, η καλή μέρα επέτρεπε στους κατοίκους της Σιράζ, να γεμίσουν τον περιβάλλοντα χώρο, φαινόμενο σχεδόν καθημερινό κατά τα λεγόμενα των Ιρανών ξεναγών. Γύρω από τις ταφόπλακες Ιρανές όλων των ηλικιών να προσεύχονται γονατισμένες ψιθυρίζοντας κάτι μέσα στα χείλη τους. Στα πλακάκια του τοίχου στίχοι του Σααντί υπενθυμίζουν στους Ιρανούς τα λόγια του αγαπημένου τους ποιητή, ρίχνοντας λίγο φως στο παλίμψηστο των σκέψεών του.

 Σε μια άλλη αίθουσα, δίπλα, κι ανοιχτή από τα πλάγια, μια άλλη έκπληξη. Ο τάφος ενός άλλου λυρικού ποιητή, του Muhammad Taqi Shourideh Shirazi (1855-1926). Διαβάζω στις λίγες πληροφοριακές γραμμές της μαρμάρινης πινακίδας, πως γεννήθηκε εδώ στην πόλη της Σιράζ και πως στην ηλικία των έξι ετών, έχασε την όρασή του. Τα τελευταία  χρόνια του βίου του ανέλαβε την επιστασία του τάφου του Σααντί και μάλιστα συνέβαλε, όσο του επέτρεπε η κατάστασή του, τα μέγιστα στην περιποίηση  και συντήρησή του. Όταν πέθανε, θάφτηκε εδώ δίπλα στον Σααντί που τόσο αγαπούσε. Να τον συνοδεύει έτσι παντοτινά!  

Δεν θα μπορούσα φυσικά, απαντώντας στην ερώτησή σας, να λησμονήσω μια άλλη εμπειρία, τελείως διαφορετική από την προηγούμενη, και η οποία αφορούσε και αναφέρεται σε  σύγχρονες κοινωνικές καταστάσεις. Όταν, συγκεκριμένα, βρέθηκα στην έρημο της Πολιτείας της Αριζόνα, ανάμεσα από την πόλη Τουσόν και την άλλη που ακούσει στο όνομα Νογκάλες. Η τελευταία είναι χωρισμένη στη μέση, με τη μισή να ανήκει στην Αριζόνα και την άλλη μισή στο Μεξικό. Στη μέση, σιδερένιο διαχωριστικό τείχος πολλών χιλιομέτρων. Μια κατάσταση που λίγο πολύ προσομοίαζε σε εκείνη των βόρειων συνόρων της χώρας μας, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Μετανάστες νόμιμοι και παράνομοι, κυκλώματα λαθρεμπορίας και διακίνησης ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων πολλών παιδιών, πολλοί να κρύβονται σε θάμνους και να αντιμετωπίζουν κατά τα λεγόμενα των ντόπιων την πληθώρα των επικίνδυνων κροταλιών, να εργάζονται παράνομα για δέκα και δεκαπέντε δολάρια την ημέρα, δραματικές καταστάσεις που μπορεί κάποιος να φαντασθεί κατά τι, αν έχει λίγη υπομονή και θυμηθεί ή παρακολουθήσει επισταμένως την κινηματογραφική ταινία ‘Οι τρεις ταφές του Μελκάδες Εστράδα’, σε σκηνοθεσία του Τόμι Λι Τζόουνς, με τα δύσκολα περάσματα εκείνων των συνοριακών γραμμών. 

-Λογοτεχνικοί συνειρμούς που σας προέκυψαν σε σχέση με την Ιατρική; 

O Άρθουρ Σοπενχάουερ αρκετά συχνά έρχεται στην επικαιρότητα, ίσως γιατί είναι ο στοχαστής όλων των εποχών παρακμής, ίσως γιατί εκφράζει καλύτερα και πιστότερα την «εικόνα της κενότητάς τους», όπως θα έλεγε και ο Didier Raymond, πιθανόν γιατί η κοινωνία μας σε μεγάλο ποσοστό δεν πιστεύει πια σε τίποτα, και ακόμα πιθανότερο γιατί «…αφήνουμε τις όμορφες μέρες να περνούν απαρατήρητες και μόνο όταν έρχονται άσχημες μέρες αρχίζουμε να τις νοσταλγούμε». Μεταξύ των τελευταίων κειμένων που έγραψε η πένα του Άρθουρ Σοπενχάουερ (1788-1860) είναι και μια συλλογή δοκιμίων και αφορισμών, η οποία επιγράφεται «Τα πάθη του κόσμου». Ξεκινώντας ο μεγάλος στοχαστής λέει, πως «Αν η ύπαρξή μας δεν έχει για άμεσο σκοπό τον πόνο, μπορεί κανείς να πει ότι ο άνθρωπος δεν έχει κανένα λόγο παρουσίας στον κόσμο. Γιατί είναι παράλογο να δεχτούμε ότι ο ατέλειωτος πόνος που γεννιέται από την συνυφασμένη με τη ζωή αθλιότητα, η οποία κατακλύζει τον κόσμο, δεν είναι παρά ένα ατύχημα και όχι αυτός τούτος ο σκοπός της ζωής. Κάθε ιδιαίτερη δυστυχία εμφανίζεται, είναι αλήθεια, ως εξαίρεση, ωστόσο η γενική δυστυχία αποτελεί τον κανόνα…». Αφήνοντας προσωρινά τον Σοπενχάουερ, όμως, παρατηρούμε ότι  η γενική δυστυχία και τα βάσανα όλης της ανθρωπότητας υπήρξαν οι ανησυχίες και αρκετών εικαστικών καλλιτεχνών, οι οποίοι παρατηρώντας και βιώνοντας τον μεγάλο αριθμό των ανθρώπινων ταλαιπωριών και διαχρονικών συγκρούσεων, χρησιμοποίησαν τα δικά τους χρώματα και τα επιθυμητά σύμβολα ώστε να μας παρουσιάσουν, με τον δικό τους φυσικά ελκυστικό τρόπο, τα ανυπόφορα πάθη της ανθρώπινης εμπειρίας. Καλλιτέχνες όπως ο Φρανθίσκο Γκόγια, ο Ιερώνυμος Μπος και ο Έντβαρτ Μουνκ έχουν καταφέρει να κερδίσουν μια διαχρονική φήμη λόγω της συμβολής τους στη σύνταξη και απεικόνιση των όποιων δεινών του ανθρώπου και στη γλώσσα του πόνου. 

Φυσικά και η λογοτεχνία, δεν έμεινε αμέτοχη! Να θυμηθούμε τη θέση του μυθικού ήρωα Ελπήνορα που αποτελεί και το σημείο εκκίνησης της λογοτεχνικής διαδρομής του γιατρού και λογοτέχνη Τάκη Σινόπουλου; Τα σωματικά και ψυχικά ράκη που αφήνουν στο τέλος τους τα μυθιστορήματα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ; Τα όσα διαδραματίστηκαν στο ‘Κάστρο’ του Κρόνιν; Και βέβαια, ο σχετικός κατάλογος ατελείωτος. Στο ποίημά του ‘Ars Poetica’, ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας, Τσέσλαβ Μίλος, το 1980, εξηγεί τον σκοπό της ποίησης  προς στο τέλος ενός ποιήματός του. Ο σκοπός της ποίησης είναι να μας υπενθυμίσει, λέει, πόσο δύσκολο είναι να παραμείνουμε μόνο ένα άτομο, με το σπίτι μας ανοιχτό, χωρίς κλειδιά στις πόρτες και με τους αόρατους επισκέπτες να μπαινοβγαίνουν κατά βούληση… Οι γιατροί, βέβαια, όπως οι ποιητές, δεν έχουν το χρόνο να είναι μόνο ένα  άτομο, ούτε μπορεί να σταματήσουν να κατηγορούν τους εαυτούς τους, παραπαίοντας και εξισορροπώντας ανάμεσα στο σωστό και το λάθος στην καθημερινή άσκηση της ιατρικής. Είναι δύσκολο όμως να διαχωρίσουμε το σφάλμα από το γιατρό, από την απολογία, αλλά και από την συγχώρεση. Κάποιοι γιατροί κρατούν ενδιάμεση στάση και συγχωρούν τους εαυτούς κατά ένα ποσοστό, έτσι ώστε να μην ξεχάσουν το δυσάρεστο περιστατικό στο μέλλον της επαγγελματικής τους καριέρας και φυσικά της ζωής τους. Όλα αυτά αναφέρονται δεδομένης της μεγάλης πιθανότητας ιατρικών λαθών στην άσκησή της. Άλλωστε η περισσότερη ύλη της χειρουργικής, για να εστιασθώ περισσότερο, αφορά τις επιπλοκές και όχι την ομαλή εξέλιξη της όποιας παρέμβασης. Τα ιατρικά λάθη βεβαίως, είναι ευκολότερο να τα δεχτεί κάποιος στη θεωρία παρά στην πράξη. Στον πρόλογο ενός ποιητικού βιβλίου, ο Τσέσλαβ Μίλος εξηγεί τι πρέπει τελικά να εκπληρώνει η ποίηση: «Κατ’ αρχάς, απλή ομιλία στη μητρική γλώσσα/Ακούγοντας αυτό, θα πρέπει να είσαι σε θέση να δεις/μηλιές, ένα ποτάμι, τη στροφή ενός δρόμου/σαν μια λάμψη καλοκαιρινής αστραπής/Και θα πρέπει να περιέχει κάτι περισσότερο από εικόνες/Δελεασμένη από τραγούδια/την ονειροπόληση, τη μελωδία. Ανυπεράσπιστη/προσπεράστηκε από τον απότομο, ξηρό κόσμο. Συχνά αναρωτιέσαι γιατί αισθάνεσαι ντροπή/κάθε φορά που βλέπεις μέσα από ένα βιβλίο ποίησης/σαν ο συγγραφέας, για αδιευκρίνιστους λόγους για σένα/ασχολήθηκε με τη χειρότερη πλευρά του χαρακτήρα σου/παραμερίζοντας σκέψεις, δόλιες σκέψεις».  

Ο  Τζων Κητς ο οποίος εγκατέλειψε  την ιατρική εκπαίδευσή του, για να γίνει ποιητής, επινόησε τον  όρο ‘αρνητική ικανότητα’ σε μια επιστολή  προς τον αδελφό του. Σε ένα από  τα τελευταία του ποιήματα (This living Hand, 1819), ανεβάζει τον πήχη για αυτοθυσία: «Αυτό το ζωντανό χέρι, τώρα ζεστό και ικανό/να νιώθει, αν ήταν κρύο/και μέσα στην παγωμένη σιωπή του τάφου/θα στοίχειωνε τις μέρες σου και θα πάγωνε τις νύχτες τα όνειρά σου/που θα ευχόσουν η καρδιά σου να στέγνωνε από αίμα/ έτσι που στις φλέβες μου να έρεε ξανά κόκκινη ζωή/ και τότε θα ηρεμούσες –να, εδώ είναι- /Τ’ απλώνω προς εσένα».

 Ο Τζων Κητς πέθαινε από φυματίωση όταν έγραψε αυτό το ποίημα. Εκείνες τις εποχές υπήρχε η φυματίωση, η ιλαρά, η  ευλογιά, αργότερα ήρθε το AIDS, σήμερα μας επισκέφτηκε η πανδημία του κορονοϊού. Όλα ήταν και είναι και έτσι θα είναι πάντα, διαπλεκόμενα και αλληλένδετα! Πέρα από προσωπικές απόψεις, ήσσονες συμπεριφορές, επιπόλαιες και πεζοδρομιακού χαρακτήρα  θεωρήσεις των πραγμάτων, γιατροί, αρρώστιες και ασθενείς είναι καταδικασμένοι να πορεύονται μαζί εις το διηνεκές, και φυσικά μαζί τους και η λογοτεχνία. Οι πολύπειρες, σκοτεινές και μουχλιασμένες σελίδες της ιστορίας, το γνωρίζουν πολύ καλά!