Του Σταύρου Καλαφάτη*
«Αχός βαρύς ακούστηκε» από την κυβερνητική πλευρά μετά την ανεξαρτητοποίηση βουλευτή των ΑΝΕΛ, εξαιτίας της στάσης του αρχηγού του για το Σκοπιανό. Κυβερνητικές πηγές έσπευσαν να ισχυριστούν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο αποστασίας, φωτογραφίζοντας μάλιστα ως υποκινητές συγκεκριμένους οικονομικούς παράγοντες. Χωρίς να δίνουν κανένα στοιχείο για τους ισχυρισμούς τους, έθεταν στην πυρά συναδέλφους τους που στηρίζουν την κυβέρνηση και προσπαθούσαν να βάλουν στο κάδρο τη Νέα Δημοκρατία.
Λίγο αργότερα, εξαιτίας μιας απόπειρας εισβολής στο γραφείο άλλου βουλευτή των ΑΝΕΛ, ο επικεφαλής του μιλούσε για προπαρασκευαστικές ενέργειες ανατροπής του πολιτεύματος. Πλην, όμως, την ευθύνη ανέλαβαν οι Ρουβίκωνες. Και ετέθη το ερώτημα πώς μπορεί να υπονομεύουν την κυβέρνηση οι «ακτιβιστές» που η ίδια θεωρεί δικά της παιδιά; Πώς γίνεται όταν εισβάλλουν στη Βουλή και όταν καταστρέφουν γραφεία αντιπολιτευομένων να μην τρέχει τίποτε και όταν επιχειρούν να προσεγγίσουν γραφείο συμπολιτευόμενου βουλευτή να καταγγέλλονται για ενέργειες ανατροπής του πολιτεύματος; Και γιατί, στο κάτω κάτω της γραφής, δεν συλλαμβάνονται;
Φάνηκε, έτσι, ότι οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί για δήθεν αποστασίες και δήθεν προπαρασκευαστικές ενέργειες ανατροπής του πολιτεύματος είναι τουλάχιστον γελοίοι, αλλά όχι αθώοι. Είχαν, άλλωστε, ως στόχο να τρομοκρατήσουν βουλευτές και να καλλιεργήσουν κλίμα ανασφάλειας και αναταραχής. Ήταν διασπορά ψευδών ειδήσεων εις βάρος της Δημοκρατίας και του πολιτεύματος που δεν μπορεί να προσπερνάται, όσο φαιδρή και αν αποδεικνύεται. Και όλα αυτά τη στιγμή που η κυβέρνηση είχε ήδη προαναγγείλει αποστασία αντιπολιτευόμενων βουλευτών για λογαριασμό της.
Μόλις λίγες ημέρες πρωτύτερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, απαντώντας στο ερώτημα τι θα γίνει με δεδομένη την απόφαση του αρχηγού των ΑΝΕΛ να καταψηφίσει τη συμφωνία των Πρεσπών, δήλωνε πομπωδώς ότι υπάρχει εξασφαλισμένη η πλειοψηφία για την κύρωσή της και πρόσθετε ότι αμέσως μετά ο πρωθυπουργός θα ζητήσει και θα πάρει -με επίσης ευρεία πλειοψηφία- ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Αποκάλυπτε, δηλαδή, ότι η κυβέρνηση έχει ήδη οργανώσει αποστασία, που δεν περιορίζεται στην ψήφιση της συμφωνίας, αλλά εκτείνεται και στην προσχώρηση ικανού αριθμού βουλευτών στο κυβερνητικό σχήμα.
Μην τα προσπερνούμε, λοιπόν. Η ομολογία αυτή του κυβερνητικού εκπροσώπου συνιστά σοβαρότατο ζήτημα πολιτικής, δημοκρατικής και ηθικής τάξεως. Πώς, άλλωστε, γνωρίζει ότι είναι εξασφαλισμένη η πλειοψηφία, όταν ο κυβερνητικός εταίρος του έχει δηλώσει ότι δεν θα ψηφίσει την κύρωση της συμφωνίας στη Βουλή; Ποιοι είναι οι βουλευτές που θα στηρίξουν όχι μόνο τη συμφωνία, αλλά και την κυβέρνηση; Από ποιο κόμμα προέρχονται; Ανήκουν στους ΑΝΕΛ; Ανήκουν σε άλλο κόμμα; Πώς τους βρήκε η κυβέρνηση; Πότε τους βρήκε; Ποιος έκανε τις σχετικές συμφωνίες; Με ποια ανταλλάγματα;
Η κυβέρνηση, λοιπόν, όχι μόνο δεν μπορεί να καταγγέλλει άλλους, αλλά οφείλει να δώσει εξηγήσεις για την αποστασία που -κατά τον εκπρόσωπό της- η ίδια έχει ήδη προετοιμάσει. Δεν μπορεί να επικαλείται φαντάσματα για να εμφανίσει συνωμοσίες. Δεν μπορεί με φαιδρότητες να παριστάνει τον κατήγορο για όσα η ίδια -κατά τη δική της ομολογία- απεργάζεται. Δεν μπορούν, όσο πανικοβλημένοι και να είναι, να λειτουργούν σαν κοινοί συκοφάντες και υπονομευτές της ομαλότητας. Είναι ζήτημα ουσίας και ποιότητας της Δημοκρατίας.
* Ο κ. Σταύρος Καλαφάτης είναι Βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας.
** Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 2 Ιουλίου.