Τεράστια οικονομικά συμφέροντα, απρονοησία της ευρωπαϊκής ηγεσίας να θωρακιστεί απέναντι σε μια κρίση που ήξερε ότι θα έρθει, το γεγονός ότι ο ανεπτυγμένος Βορράς δεν ανησυχεί αφού έχει πλουσιότερο ενεργειακό μείγμα, περισσότερες διασυνδέσεις, καλύτερη λειτουργία αγορών, όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα, οι τιμές να κάνουν ράλι, και η Ευρώπη να κρατά ρόλο παρατηρητή, τονίζει στο Liberal ο πρώην υπουργός Ενέργειας Γιάννης Μανιάτης. «Δεν αισθάνεται κανείς στην Ευρώπη υποχρεωμένος να απολογηθεί για τα 350 δισ ευρώ που θα φύγουν από τις τσέπες των καταναλωτών, αυξάνοντας την ενεργειακή φτώχεια, πολλώ δε μάλλον όταν θα καταλήξουν απευθείας στα ταμεία και τους προϋπολογισμούς των εταιρειών προμήθειας LNG ή σε μεγάλες εταιρείες, όπως η Gazprom», διερωτάται ο πρώην υπουργός.
Συνέντευξη στο Γιώργο Φιντικάκη
Τα μηνύματα για την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης είναι δυσοίωνα, με την Ε. Ένωση να αδυνατεί να βρει μια ενιαία γραμμή αντιμετώπισης και με τις τιμές να καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Ποιες οι εκτιμήσεις σας;
Είναι δυστυχώς απολύτως βέβαιο ότι η ανοδική πορεία θα συνεχιστεί και ας ελπίζουμε να μην είναι με τον ρυθμό των τελευταίων εβδομάδων. Αυτό όμως που θέλω να σχολιάσω είναι η θλιβερή παρουσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία στην πραγματικότητα δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα, παρά να εκδώσει τη λεγόμενη εργαλειοθήκη (toolbox), μερικές δηλαδή σελίδες οδηγιών, όπου απλώς έχει καταγράψει τα μέτρα που έχουν ήδη λάβει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Αποτελεί ένα πολύ ηχηρό μήνυμα για το πως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναδιαρθρώσει τις κεντρικές της στρατηγικές ως προς την ακολουθούμενη ενεργειακή πολιτική και κυρίως ως προς τις διαδικασίες άμεσης αντίδρασης. Από μόνη της, η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να αποτελεί το νέο ενεργειακό δόγμα της Ευρώπης. Το νέο ενεργειακό δόγμα της Ευρώπης, που θα ξεπερνά τις αδυναμίες του 2000 και θα προσαρμόζεται στις ανάγκες του 2020 και του 2030, πρέπει να βασίζεται στις τρεις πλευρές του περίφημου ισόπλευρου τριγώνου της βιώσιμης ενέργειας. Ταυτόχρονα και ισότιμα, και πράσινη μετάβαση και ενεργειακή ασφάλεια και φθηνές τιμές. Δυστυχώς, το τελευταίο διάστημα, η Ευρώπη ασχολείται μόνο με την πράσινη μετάβαση, έχοντας ξεχάσει τις δικές της πολιτικές για Ασφάλεια Ενεργειακού Εφοδιασμού και για καταπολέμηση της Ενεργειακής Φτώχειας. Πολύ ορθά πρέπει να προχωρήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση με ακόμη ταχύτερα βήματα, ωστόσο αν ξεχάσουμε τις άλλες δύο συνιστώσες, τότε η Ευρώπη θα έχει βάλει τρικλοποδιά στον ίδιο της τον εαυτό. Το πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα της πράσινης μετάβασης θα κινδυνεύσει με αποτυχία.
Το γεγονός ότι κάθε κράτος καλείται στην ουσία να τα βγάλει πέρα μόνο του, θα οδηγήσει σε αύξηση της ενεργειακής φτώχειας, νέα γενιά κακοπληρωτών και πλήγμα του στόχου της πράσινης μετάβασης;
Μετά την εξαιρετικά θετική και γρήγορη αντίδραση της Ευρώπης στο παγκόσμιο πρόβλημα της πανδημίας και την απόφαση για κοινή και ενιαία προμήθεια εμβολίων που δόθηκαν δωρεάν σε όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, δυστυχώς στο σκέλος της ενέργειας η εικόνα είναι αντιστρόφως ανάλογη. Κανένα αποτέλεσμα σε καμία μέχρι σήμερα Σύνοδο Κορυφής, ούτε σε αυτή της περασμένης Πέμπτης, επειδή οι λήπτες αποφάσεων είναι πολλοί, υπάρχουν τεράστια οικονομικά συμφέροντα και ταυτόχρονα επικρατεί αδράνεια και αμηχανία στις Βρυξέλλες. Κάθε κράτος-μέλος πρέπει να ρυθμίσει τα του οίκου του, κάτι που μπορεί να μην ανησυχεί ιδιαίτερα τις χώρες του ανεπτυγμένου ενεργειακά Βορρά - οι οποίες έχουν πλουσιότερο ενεργειακό μείγμα, περισσότερες διασυνδέσεις, καλύτερη λειτουργία αγορών-ωστόσο προκαλεί πολύ μεγάλα προβλήματα στις χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα.
Πόσο πιθανό είναι να δούμε κάποια κεντρική παρέμβαση από την ΕΕ;
Οι πρώτοι μήνες πέρασαν με την ΕΕ σε πλήρη απραξία. Ζούμε επί μήνες το εξής παράδοξο: Τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να δημιουργούν μικρά groups των 4-5 χωρών, προτείνοντας διάφορες λύσεις, τις οποίες όμως όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, απορρίπτουν. Είμαστε ξανά στο σημείο μηδέν.
Αυτή τη στιγμή δεν διαφαίνεται ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να λάβει κάποια νέα πρωτοβουλία. Κορυφαία στρατηγική της Ένωσης, την οποία οφείλουν και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να προωθήσουν, θα πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός νέου Μηχανισμού- Ταμείου, που σε εποχές κρίσης των spot τιμών φυσικού αερίου, όπως αυτή που ζούμε, θα παρεμβαίνει ενιαία, αποτελεσματικά και γρήγορα, ώστε να υπερασπίζεται τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Πού βλέπετε να οδηγεί η ενεργειακή κρίση;
Εδώ υπάρχει ένα τεράστιο ηθικό, πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα. Τον Οκτώβριο, οι εκτιμήσεις ανέφεραν ότι το τελικό κόστος της ενεργειακής κρίσης για τους ευρωπαίους καταναλωτές μπορεί να φθάσει στο ιλιγγιώδες ποσό των 100 δισ ευρώ. Πλέον, οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι η κρίση θα κοστίσει στους Ευρωπαίους καταναλωτές το 2022 πάνω από 350 δισ. ευρώ. Αναρωτιέμαι, δεν αισθάνεται κανένας στην Ευρώπη υποχρεωμένος να απολογηθεί για τα 350 δισ ευρώ που θα φύγουν από τις τσέπες των Ευρωπαίων καταναλωτών, αυξάνοντας την ενεργειακή φτώχεια, καθιστώντας πιο δυσμενείς τους όρους διαβίωσης, πολλώ δε μάλλον όταν θα καταλήξουν απευθείας στα ταμεία και τους προϋπολογισμούς των εταιρειών προμήθειας LNG ή σε μεγάλες εταιρείες, όπως η Gazprom;
Εδώ θα πρέπει να υπάρξει ένας καθαρός απολογισμός για το πως οδηγηθήκαμε σε αυτή την κατάσταση και ποια μέτρα πρέπει να πάρουμε από εδώ και πέρα. Στη διάρκεια της πανδημίας ζήσαμε αφενός μια αποεπένδυση, αφετέρου μια ελλιπή συντήρηση στις υποδομές φυσικού αερίου. Το παζλ συμπληρώνουν οι σημαντικές φυσικές καταστροφές σε μονάδες παραγωγής κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά και το γεγονός ότι η κεντρική στρατηγική της ΕΕ για ταχεία απανθρακοποίηση επηρέασε τόσο τις δυτικού τύπου εταιρείες παραγωγής LNG (που θεωρούν πιο σωστό να επενδύουν σε πράσινες δράσεις), όσο και κρατικές εταιρείες, όπως Gazprom, Sonatrach, οι οποίες έχουν μειώσει τις επενδύσεις τους. Ταυτόχρονα, η αναμενόμενη εκτίναξη της ανάκαμψης στην παγκόσμια οικονομία, ήταν απολύτως αναμενόμενο να πυροδοτήσει παράλληλα και έκρηξη στη ζήτηση φυσικού αερίου. Αντί λοιπόν, η ΕΕ να προβλέψει το απολύτως αναμενόμενο, δεν έκανε το παραμικρό. Η κρίση τη βρήκε χωρίς να έχει προβεί σε κάποιες συμφωνίες με τις χώρες προμήθειας και με τα ευρωπαϊκά αποθέματα αερίου να βρίσκονται εν μέσω χειμώνα στο 62% της διαθέσιμης χωρητικότητας -12 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τα συνήθη επίπεδα προηγουμένων ετών.
Αρκετοί εκτιμούν ότι ζούμε την πρώτη από μια σειρά κρίσεων οι οποίες θα μας ακολουθούν για τουλάχιστον μια δεκαετία. Ποια η γνώμη σας;
Δυστυχώς, δεν έχω τη μαγική μπάλα που προβλέπει το μέλλον. Μπορώ όμως να σας αναφέρω τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΔΟΕ) για τις ευρωπαϊκές ανάγκες σε φυσικό αέριο το 2025. Το 2021, η Ευρώπη χρειάστηκε 50 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου επιπλέον όσων είχε προϋπολογίσει. Εξαιτίας της γήρανσης και μείωσης αποδοτικότητας σειράς ευρωπαϊκών κοιτασμάτων, αλλά και της απόσυρσης ανθρακικών μονάδων από το ενεργειακό ισοζύγιο πολλών χωρών και την αντικατάστασή τους με αντίστοιχες φυσικού αερίου, η εκτίμηση του ΔΟΕ είναι ότι την περίοδο 2024-2025, η Ευρώπη θα χρειασθεί 150 δισ. κυβικά μέτρα επιπλέον ποσοτήτων αερίου !
Δηλαδή σε τρία χρόνια από σήμερα η ΕΕ θα χρειάζεται περισσότερες κατά 200% επιπλέον ποσότητες έναντι των σημερινών. Είναι αδιανόητο να μην έχει ληφθεί καμία πρόνοια απέναντι σε αυτές τις προβλέψεις σε επίπεδο ΕΕ.
Η ευρωπαϊκή ηγεσία χαρακτηρίζεται δυστυχώς στο συγκεκριμένο θέμα από απρονοησία, με αποτέλεσμα κάθε κράτος μέλος να καλείται να τα βγάλει πέρα μόνο του και οι πιο αδύναμες οικονομίες, όπως η ελληνική θα υποστούν τα κόστη. Όσα και να είναι τα πακέτα στήριξης από τις εθνικές κυβερνήσεις είναι σαφώς λιγότερα από αυτά που έχει ανάγκη το νοικοκυριό, η επιχείρηση και η βιομηχανία. Την ίδια ανέμελη στάση επιδεικνύει η ευρωπαϊκή ηγεσία αναφορικά με την προμήθεια των πρώτων υλών από τις οποίες κατασκευάζονται τα ηλιακά πάνελ και οι ανεμογεννήτριες, ένα κορυφαίο ενεργειακά, οικονομικά και γεωπολιτικά θέμα. Το 85% των φωτοβολταϊκών πάνελ κατασκευάζεται στην Κίνα, ενώ πέντε στις δέκα μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής ανεμογεννητριών είναι κινέζικες. Δημιουργείται δηλαδή μια δεύτερη εξάρτηση για την Ευρώπη. Σημειώστε ότι πρόσφατα κινεζικές εταιρείες εξαγόρασαν στο Κογκό το μεγαλύτερο ορυχείο κοβαλτίου στον κόσμο, βασικό υλικό για τις μπαταρίες ηλεκτροκίνητων οχημάτων. Τα παραπάνω συμβαίνουν σε μια συγκυρία όπου η Ευρώπη στρέφεται μαζικά στην πράσινη ανάπτυξη και την ηλεκτροκίνηση.
Τι πρέπει να γίνει, έστω και τώρα, προκειμένου οι επιπτώσεις να μην προσλάβουν ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις;
Έχω προτείνει ήδη από το 2014, κατά τη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ, με την ιδιότητα του προεδρεύοντος υπουργού του Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας, τη δημιουργία ενός «Μηχανισμού - Ταμείου Εξομάλυνσης Τιμών spot φορτίων LNG». Πρόταση που απαρτίζεται από δύο σκέλη. Το πρώτο σκέλος της πρότασης αφορά στην ανάπτυξη ενός συστήματος πληροφοριών που θα ενημερώνει άμεσα κάθε χώρα-μέλος ποια από τα συμβολαιοποιημένα φορτία LNG που έχουν παραγγελθεί από χώρες-μέλη της ΕΕ, δεν χρειάζονται καθώς οι ανάγκες τους έχουν καλυφθεί. Το συγκεκριμένο σύστημα πληροφοριών θα ενημερώνει άμεσα τις χώρες-μέλη ποια φορτία περισσεύουν, και θα διασφαλίζει ότι το πλεονάζον φυσικό αέριο δεν θα εξάγεται σε τρίτες χώρες, παρά θα διατίθεται για τις ευρωπαϊκές ανάγκες στα κράτη – μέλη που τα χρειάζονται. Ταυτόχρονα, να υποχρεωθούν η ΕΕ, οι κυβερνήσεις και οι ρυθμιστές να προχωρήσουν σε ένα σχεδιασμό πρόβλεψης αναγκών 6μήνου, ώστε να υπάρχει ένας κεντρικός συντονισμός για τις ανάγκες της ΕΕ, ως ενιαίας οντότητας. Το δεύτερο σκέλος της πρότασης μου, αφορά στη δημιουργία ενός fund, το οποίο με προίκα κονδύλια της τάξης των 20-30 δισ ευρώ, θα στηρίζει τις χώρες που θέλουν να δώσουν καλύτερες τιμές για να αγοράσουν ένα φορτίο το οποίο διεκδικεί η Κίνα ή άλλες χώρες της ΝΑ Ασίας. Την προσπάθεια των χωρών αυτών θα βοηθά το fund, επιδοτώντας μέρος της υπερβάλλουσας τιμής του συγκεκριμένου φορτίου. Οι προτάσεις αυτές που δεν προχώρησαν το 2014, καθώς άλλαξε η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παραμένουν πιο επίκαιρες παρά ποτέ.