Του Σάκη Μουμτζή
Αναφέρομαι στην αναλογία δαπανών προς φόρους που προσδίδει και το ιδεολογικό πρόσημο στην ασκούμενη οικονομική πολιτική.
Επί κυβερνήσεως Σαμαρά, το 72% αφορούσε περικοπές δαπανών και το 28% φόρους. Επί κυβερνήσεως Τσίπρα το 18% αφορά περικοπή δαπανών και το 82% φόρους. Πλήρης ανατροπή, που την βιώνουν καθημερινά εκατομμύρια Ελληνες.
Αυτό που είπε πριν από λίγες ημέρες ο P. Thomsen το επανέλαβε προχθές στην συνέντευξη του στον Σκάι ο W. Schaeuble. Η υψηλή φορολογία είναι επιλογή της Ελληνικής κυβέρνησης και όχι απαίτηση των εταίρων-δανειστών.
Είναι κοινός τόπος πως ουδέτερη, ιδεολογικά, πολιτική απόφαση δεν υπάρχει. Η αντίληψη πως ο τεχνοκρατισμός αποτελεί συμπεριφορά απαλλαγμένη από ιδεολογικούς προσδιορισμούς, είναι και αυτή ιδεολογικά φορτισμένη.
Έτσι όταν ο Σαμαράς μείωνε σταδιακά τις φορολογίες, είχε ένα συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας και όταν ο Τσίπρας αύξησε τους φόρους ένα άλλο. Η χάραξη της οικονομικής πολιτικής κρύβει την αντίληψη που έχει η εκάστοτε κυβέρνηση για την οικονομία και για την κοινωνία.
Ο Α.Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ την επομένη της υπογραφής του τρίτου μνημονίου βρέθηκαν μπροστά σε δύο επιλογές, αν ήθελαν να παραμείνουν στην εξουσία. Και το ήθελαν.
Από αυτές τις δύο επιλογές η μια ήταν κακή και η άλλη χείριστη. Όμως αυτό ήταν το τοπίο. Η κακή-για τον ΣΥΡΙΖΑ—επιλογή ήταν να υπερφορολογήσει και η χείριστη να απολύσει δημοσίους υπαλλήλους.
Στην δεύτερη περίπτωση η κατάρρευση της κυβερνήσεως θα ήταν άμεση. Μια κοινωνία ουσιαστικά κρατικοδίαιτη δεν αντέχει αυτό το σοκ. Επί πλέον αυτό θα σήμαινε και την κατάρρευση ενός βασικού ιδεολογήματος της Αριστεράς—και όχι μόνον—δηλαδή, του κρατισμού.
Έτσι, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επέλεξε να υπερφορολογήσει τους πάντες και τα πάντα, γνωρίζοντας πως το πολιτικό κόστος θα ήταν σημαντικό μεν, αλλά, υπό προϋποθέσεις, αναστρέψιμο. Ποιες ήταν αυτές οι προϋποθέσεις;
Πρώτον: θα επιδιώκει σε σταθερή βάση αυτή να θέτει την πολιτική ατζέντα που ουδεμία σχέση θα έχει με την οικονομία και, δεύτερον: να προχωρήσει σε στοχευμένες παροχές από το υπερπλεόνασμα που θα προκύψει.
Η μεσαία τάξη, που υφίσταται όλες τις συνέπειες αυτής της υπερφορολόγησης, πάντα αντιμετωπιζόταν εχθρικά από τους μαρξιστές, καθώς ως ενδιάμεσο κοινωνικό στρώμα, απορροφούσε τους οικονομικούς και κοινωνικούς κραδασμούς. Ήταν και είναι το αμορτισέρ της κοινωνίας.
Επειδή με την λειτουργία της απέτρεπε και αποτρέπει τις κοινωνικές συγκρούσεις, που είναι το βασικό εργαλείο των μαρξιστών, επιδιώκουν να την περιθωριοποιήσουν κοινωνικά και να την εξοντώσουν οικονομικά.
Μα, οι προς οικονομική εξαφάνιση δεν θα αντιδράσουν; Φυσικά και θα αντιδράσουν. Ακόμα έχουμε δημοκρατικό πολίτευμα, ακόμα γίνονται εκλογές. Και γι΄αυτό και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ βάζει τον πήχη χαμηλά μεν, ρεαλιστικά δε. Να χάσει με αξιοπρεπές σκορ.
Το κλίμα βαραίνει επικίνδυνα για την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όσο γίνεται αντιληπτό στους πολίτες, πως η οικονομική δυσπραγία τους και η υπερφορολόγηση τους, είναι αποκλειστικά έργο ΣΥΡΙΖΑ.