Το φιάσκο από τη κατάληξη της ιστορίας Κουφοντίνα, άφησε πίσω του απόνερα, που ακούμπησαν ιδιαίτερα τρεις χώρους. Τον χώρο του Σύριζα, τον χώρο των γεφυροποιών που προσπαθούν να πείσουν τους πολίτες για την σοσιαλδημοκρατική στροφή του Σύριζα και τον χώρο των κατ’ επάγγελμα φιλελεύθερων, που εκτέθηκαν για μια ακόμα φορά στα μάτια των πολιτών.
Αν διαβάσει κανείς με προσοχή την δήλωση του επιτελείου Κουφοντίνα για τη λήξη της απεργίας πείνας, εύκολα θα διαπιστώσει ότι τελικά δεν υπήρξε κανένας αγώνας για δίκαιες συνθήκες κράτησης, αλλά υπήρξε η δημιουργία ενός πλαισίου, που οδήγησε σε μια πολιτική διακήρυξη απέναντι «στην αυθαιρεσία, στη βία, στον αυταρχισμό και στην οικογένεια που κυβερνά και απόδειξε πόσο αδίστακτη είναι στον εξευτελισμό των νόμων και του Συντάγματος, στην διαχείριση της δικαιοσύνης.» Και καθώς η πολιτική διακήρυξη δεν μπορούσε να σταθεί από μόνη της, οι νομικοί του Κουφοντίνα σημείωσαν ότι «μπροστά στη δύναμη αυτών των αγώνων, δηλώνω απ’ τη μεριά μου ότι με την καρδιά και το μυαλό είμαι κι εγώ εκεί, ανάμεσά σας», βαπτίζοντας με αυτόν τον τρόπο το νεοαγανακτισμένο κίνημα.
Μόνη κερδισμένη από αυτήν τη υπόθεση βγήκε η κυβέρνηση, που από τη πρώτη στιγμή δεν υπέκυψε στον εκβιασμό του τρομοκράτη. Η δικαιοσύνη απάντησε στα ζητήματα, που έθεσε η νομική ομάδα που στήριξε «τα δίκαια αιτήματα του φυλακισμένου αγωνιστή» και η λήξη της απεργίας πείνας αποτέλεσε ένα στραπάτσο σε όλους εκείνους που υποστήριξαν, που στήριξαν, ή που έριξαν νερό στο μύλο της προσπάθειας δημιουργίας ανωμαλίας, εν μέσω πανδημίας. Η κυβέρνηση έδειξε ότι μπορεί κάλλιστα να ισορροπήσει ανάμεσα στον «νόμο και στην τάξη» και σε μια φιλελεύθερη προσέγγιση σε θέματα δικαιωμάτων. Δεν ήταν μια εύκολη ισορροπία, καθώς η πίεση ήταν τεράστια. Ωστόσο εκ του αποτελέσματος, η κυβέρνηση δικαιώθηκε απόλυτα.
Ο Σύριζα έσπευσε από τη πρώτη στιγμή να αγκαλιάσει την απεργία πείνας. Της προσέφερε πολιτική νομιμοποίηση. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να μην το κάνει αυτό. Εδώ πέρα, έχει υιοθετήσει όλα τα κινήματα αντίδρασης. Θα άφηνε μια τέτοια ιστορία ανεκμετάλλευτη; Εδώ έχει στηρίξει τα κινήματα του «ή αυτοί ή εμείς», του «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν», του «μετά θα λογαριαστούμε» και του φαιδρό «πονάω ρε». Δεν θα στήριζε αυτόν, που άλλοι μέσα στο Σύριζα στηρίζουν φανερά, άλλοι ενδόμυχα, αλλά που όλοι θαυμάζουν;
Διότι ο Σύριζα μπορεί να ψήφισε μνημόνια, να υπέγραψε ότι του έδωσε η καγκελάριος Μέρκελ, όμως δεν παρέδωσε την ψυχή του. Η ψυχή του παραμένει βαθιά διχαστική, ολοκληρωτική, ιδεοληπτική και εμμονική.
Όμως οι κινητοποιήσεις για τον Κουφοντίνα, μπορεί σε πρώτη φάση να προσέφεραν κάποια πρόσκαιρα κομματικά οφέλη στο Σύριζα. Κάποιοι αναρχομπάχαλοι, κάποιοι χούλιγκαν των διαφόρων γηπεδικών Gates, ή κάποιοι παραβατικοί, έδωσαν όγκο και φωνή στις συγκεντρώσεις του Σύριζα. Όμως τώρα αποδείχθηκε, ότι όλα αυτά οδήγησαν στην δημιουργία μιας πολιτικής ζύμωσης στα αριστερά του Σύριζα, εκεί που εναγωνίως προσπαθούν να ψαρέψουν ψήφους τα ηγετικά στελέχη του Σύριζα.
Ο εναγκαλισμός του Σύριζα με όλους αυτούς, που θαυμάζουν και γοητεύονται από τη τρομοκρατία, ήταν ένα απλό φλερτ. Εξυπηρέτησαν προσωρινά τον Σύριζα που ονειρεύεται Πολυτεχνεία, χούντες και βασανιστήρια. Εξυπηρέτησαν την ηγετική ομάδα του Σύριζα που μπροστά στα αδιέξοδά της, υποσκάπτει τις άμυνες της κοινωνίας απέναντι στην πανδημία και υπερασπίζεται με διαδηλώσεις τα δήθεν δικαιώματα ενός κατά συρροή δολοφόνου. Μέσω αυτού του οσμωτικού φαινομένου, το κίνημα των αγανακτισμένων του 2021, πήρε την πολιτική νομιμοποίηση του χώρου της αριστεράς, που τόσο επιζητούσε. Και τώρα αυτονομείται, ακολουθώντας απρόβλεπτους δρόμους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι δρόμοι αυτοί είναι μακριά από τον Σύριζα.
Οι γεφυροποιοί που ονειρεύονται την μεταστροφή του Σύριζα στην σοσιαλδημοκρατία και στην φιλοευρωπαϊκή κανονικότητα, πληρώνουν κι αυτοί με τη σειρά τους, την υποστήριξη τους στο οργισμένο και αγανακτισμένο προφίλ που έβγαλε ο Σύριζα ταυτιζόμενος με τη γκρίζα ζώνη των ερασιτεχνών θαυμαστών της τρομοκρατίας, των συλλογικοτήτων και των διάφορων περιφερόμενων αντιδραστικών ομάδων.
Έβλεπαν την Αθήνα καίγεται, τις ορδές των «νεοαγανακτισμένων» να κάνουν πάνω από 450 επιθέσεις και εκείνοι εστίαζαν δήθεν στα ανθρώπινα ιδεώδη και στη δημοκρατική ομαλότητα. Αποδείχθηκε όμως ότι οι γέφυρες με την κεντροαριστερά κόπηκαν. Και όταν σταματήσει ο χώρος του πρώην ΠΑΣΟΚ, να χρησιμοποιεί την ξύλινη συνδικαλιστική γλώσσα τύπου ΚΚΕ (μ-λ), είναι πιθανόν οι πολίτες που ασφυκτιούν μέσα στο ιδεοληπτικό μόρφωμα του Σύριζα, να αναζητήσουν κάτι πιο ρεαλιστικό και δημοκρατικό.
Περισσότερο και από τους «γεφυροποιούς» που ονειρεύονται μεταστροφή του Σύριζα προς την σοσιαλδημοκρατία, έχουν εκτεθεί μέσα στη αναταραχή από τα τελευταία γεγονότα οι εγχώριοι ιδεοληπτικοί αντιπρόσωποι του δήθεν «καθαρού» και «αμόλυντου» φιλελευθερισμού, που δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Οι δυστυχείς, για 100 likes και 50 σχόλια, απώλεσαν κάθε επαφή με τη πραγματικότητα και με τους πολίτες.
Οι κατ’ επάγγελμα φιλελεύθεροι, μέσα στο κάστρο της απόλυτης σιγουριάς που τους διακρίνει, είχαν ανακαλύψει από την πρώτη στιγμή «ότι ο Κουφοντίνας δεν έκανε ούτε θεατρινισμούς, ούτε εκβιασμούς και ότι προφανώς δεν υποκρινόταν». Ήταν δε σίγουροι «ότι θα πέθαινε και ότι αυτό θα αποτελούσε μια μεγάλη αποτυχία για όλους μας.»
Εκ του αποτελέσματος, δηλαδή από τη νομική και διοικητική έκβαση της υπόθεση του αιτήματος Κουφοντίνα για τη μεταγωγή του στις φυλακές Κορυδαλλού και από τη δήλωση των νομικών του αρχιτρομοκράτη μετά την λήξη της απεργίας πείνας, αποδείχθηκε πόσο λανθασμένη ήταν αυτή η εκτίμηση. Και πόσο άσχετη με την πραγματικότητα ήταν η διαπρύσια υπεράσπιση του τρομοκράτη, μόνο και μόνο για να υπάρξει διαφοροποίηση των κατ’ επάγγελμα φιλελεύθερων, από το κοινό αίσθημα των πολιτών.
Η προσπάθεια να ξεχωρίζεις από τους άλλους και να παριστάνεις την ελίτ του πνεύματος καταντάει δράμα και κωμωδία μαζί. Όμως η προσπάθεια να βάζεις στο ίδιο ζύγι, την έστω και υπερβολική βία μερικών αστυνομικών σε μια δυτική δημοκρατία, με την βία των ανθρώπων που επιθυμούν να την ανατρέψουν και να την καταλύσουν, είναι επικίνδυνη.
Διότι με αυτόν τον τρόπο προσπάθησε ο συγκεκριμένος χώρος να αναλύσει και να ερμηνεύσει μέσα από ένα δήθεν φιλελεύθερο πρίσμα τα γεγονότα στη Νέα Σμύρνη. Μετά από δεκάδες χιλιάδες ελέγχους κάποιοι αστυνομικοί έκαναν υπέρβαση της εξουσίας που τους δίνει ο νόμος, ασκώντας βάναυση συμπεριφορά σε ένα πολίτη. Οι αστυνομικοί αυτοί ελέγχθηκαν μέσω ΕΔΕ και τιμωρήθηκαν. Ακολούθως, ένα συνονθύλευμα από νεοαγανακτισμένους, χούλιγκανς, τραμπούκους, αναρχομπάχαλους και παραβατικούς αποπειράθηκε να λιντσάρει έναν αστυνομικό.
Κατηγόρησαν οι κατ’ επάγγελμα φιλελεύθεροι, όσους δεν κρατούν ίσες αποστάσεις ανάμεσα στα δυο γεγονότα, προσφέροντας δήθεν νομιμοποίηση στη αυθαιρεσία των αστυνομικών οργάνων. Είναι όμως έτσι; Από τη μια πλευρά έχουμε τη αστυνομία που επιτελεί το έργο, που της έχει αναθέσει η πολιτεία. Αν δεν τη κάνει καλά, ή αν χρησιμοποιεί ασύμμετρη βία, τότε υπάρχουν συγκεκριμένες διαδικασίες ελέγχου και τιμωρίας. Από τη άλλη πλευρά όμως τι έχουμε; Παραβατικές ορδές που υπονομεύουν με κάθε τρόπο την κοινωνία και την δημοκρατία.
Όχι δεν μπαίνουν στο ίδιο ζύγι, η υπερβολική χρήση βίας αστυνομικού οργάνου, με το λυντσάρισμα ενός αστυνομικού. Δεν μπαίνει στο ίδιο ζύγι το κράτος δικαίου και όλο σκηνικό της ιστορίας του Κουφοντίνα. Όσοι επιθυμείτε να κρίνετε τα πάντα αφ’ υψηλού, πάνω από τα ροζ συννεφάκια σας, αφήστε εμάς να επιχειρούμε να αναλύουμε τα θέματα, με πολιτικό τρόπο. Να αναζητούμε το πως και το γιατί. Εσείς πήρατε τα likes σας και τα shares σας. Όμως η ζωή είναι αλλού, μακριά από εσάς.