FakeNews: Η «αλήθεια» του 21ου αιώνα;

FakeNews: Η «αλήθεια» του 21ου αιώνα;

Του Βασίλη Δρακονταειδή

Τα fake news, ένας γλωσσικός όρος που μέχρι πριν 2 χρόνια ήταν ελάχιστα γνωστός, έχει φτάσει σήμερα να είναι μια από τις πιο συνήθεις λέξεις του καθημερινού λεξιλογίου των πολιτών στις χώρες του Δυτικού κόσμου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ονομάστηκε λέξη της χρονιάς για το 2017.

Με την έννοια fake news (ή hoaxes) εννοούμε κατά βάση κατασκευασμένες ειδήσεις,επεξεργασμένη παραπλανητική πληροφόρηση,παραπλανητικούς τίτλους, ανήθικη προπαγάνδα, εντυπωσιακούς τρόπους γραφής,που διαχέονται ευρέως (συνειδητά ή/και ασυνείδητα) μέσα από τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο και (εσχάτως)στα κοινωνικά δίκτυα.Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πιο έντονα στην πολιτική, στο θέμα των εμβολιασμών, στις τιμές μετοχών του χρηματιστηρίου, σε θέματα διατροφής κλπ.

Ο πλέον προφανής στόχος (σε περίπτωση κυρίως κακόβουλων δημοσιευμάτων), είναι να πληγεί ένας οργανισμός, μια οντότητα, ένα πρόσωπο, και μέσω αυτού να αποκομίσει κάποιος οικονομικά ή/και πολιτικά οφέλη.

Ένας άλλος στόχος (κυρίως χρησιμοποιώντας κάποιος εντυπωσιακούς ή παραπλανητικούς τίτλους), είναι η αύξηση της αναγνωσιμότητας ή του μοιράσματος,με σκοπό την αύξηση εσόδων από τα διαδικτυακά χτυπήματα (internet clicks).

Μια παλιά ιστορία…

Παρότι αναφέρεται ως νεολογισμός, τόσο η ορολογία «fake news» όσο και η σημασία τους, δεν είναι καινούργια (όπως άλλωστε αποδεικνύει και το σκίτσο του Frederick Burr Opper από το 1894). Κι αυτό, γιατί η ιστορία έχει καταγράψει μια πληθώρα ηγετών, κυβερνήσεων και μεμονωμένων ατόμων με οικονομική επιφάνεια και θέση επιρροής, που έχουν χρησιμοποιήσει διαχρονικά την δημιουργία και διασπορά κατασκευασμένης πληροφόρησης σαν όπλο, αφ' ενός μεν για να κερδίζουν την υποστήριξη μεγάλων λαϊκών μαζών και αφετέρου για να καταστέλλουν τις κατά καιρούς αντιρρήσεις και διαφωνίες. Το σύνηθες πρόσχημα δε ήταν ότι με τη στάση τους αυτή υπηρετούσαν μια μεγαλύτερη εθνική αλήθεια και αποστολή.



Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, επιστρατεύτηκαν νέες μορφές μαζικής επικοινωνίας οι οποίες επέτρεψαν την ανάπτυξη σε μεγάλη κλίμακα στοχευμένης προπαγάνδας και επιρροής, ιδιαίτερα σε περιόδους πολέμου και κυρίως σε φασιστικά καθεστώτα.

Η περίπτωση του Υπουργού Προπαγάνδας και «πνευματικού καθοδηγητή» του ναζισμού Γιόζεφ Γκαίμπελς, είναι από τις πιο πρόσφατες σχετικά και τις πιο γνωστές. Είχε μάλιστα συνοψίσει όλη την επικοινωνιακή φιλοσοφία του ναζιστικού καθεστώτος στη φράση "ένα ψέμα που λέγεται μια φορά παραμένει ψέμα...ένα ψέμα όμως που λέγεται χιλιάδες φορές γίνεται αλήθεια!".

Γιατί όμως για ένα τόσο παλιό φαινόμενο γίνεται τόση φασαρία τα τελευταία χρόνια; Γιατί πολλοί θεωρούν τα fake news ως μια μεγάλη απειλή της σύγχρονης Δημοκρατίας και της ελεύθερης ανταλλαγής απόψεων; 

Μια σύγχρονη απειλή

Πριν την έλευση του διαδικτύου, ήταν εξαιρετικά δαπανηρή η ευρεία διασπορά της πληροφόρησης. Όμως η έκρηξη των κοινωνικών δικτύων τη σύγχρονη εποχή, γκρέμισε τα σύνορα που εμπόδιζαν τη διασπορά κατασκευασμένων ειδήσεων στις αρχαίες,προ-νεωτερικές και νεωτερικές Δημοκρατίες. Αντίθετα σήμερα, όλοι όσοι έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, έχουν ταυτόχρονα τη δυνατότητα να δημιουργήσουν και να διασπείρουν άμεσα οποιασδήποτε μορφής πληροφόρηση και ιδιαίτερα όσοι ξέρουν καλά το «παιχνίδι» της λειτουργίας των κοινωνικών δικτύων.

Το Facebook και το Twitter επιτρέπουν πλέον στους χρήστες να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε μεγαλύτερη κλίμακα από ποτέ, ενώ δημόσιες πλατφόρμες δίνουν τη δυνατότητα δημιουργίας δυναμικών ιστότοπων.

Με λίγα λόγια δεν υπάρχουν πλέον εμπόδια στη δημιουργία και διασπορά fake news.

Αυτή πλέον η ανεξέλεγκτη δημιουργία και διασπορά παραπλανητικής πληροφόρησης, φαίνεται ότι αποτελεί δυνητικό κίνδυνο για πιθανή μεταστροφή των συμπεριφορών μεγάλης μάζας πολιτών τόσο σε καταναλωτικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

Σύμφωνα με μια μελέτη του Stanford University, οι ιστότοποι με fake news έλαβαν 159 εκατομμύρια επισκέψεις κατά τη διάρκεια του μήνα των Αμερικανικών Προεδρικών εκλογών του 2016, η δε πλειοψηφία των νέων ιστοριών που μοιράστηκαν περισσότερο, ήταν κατά κανόνα fake news.

Ενδιαφέροντα είναι και τα στοιχεία μιας άλλης μεγάλης έρευνας που πραγματοποιήθηκε από το Pew Research Center στις ΗΠΑ ΤΟ 2016.

Συνοπτικά:

Οι 2 στους 3 πολίτες (64%) θεωρούν ότι τα  fake news προκαλούν σύγχυση γύρω από τα πραγματικά γεγονότα, με το 85% όμως να εκφράζουν αυτοπεποίθηση όσον αφορά τη δυνατότητα τους να τα αναγνωρίζουν.

Ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι αθροιστικά οι ερωτώμενοι αποδίδουν σχεδόν εξίσου την ευθύνη για την δημιουργία και διασπορά των fake news: 

- στην κυβέρνηση και τους πολιτικούς (45%),

- στο κοινό (43%),

- στα κοινωνικά δίκτυα και στις μηχανές αναζήτησης (42%). 

To 14% ανέφεραν ότι μοιράστηκαν νέα που ήξεραν εκ των προτέρων ότι ήταν fake, ενώ το 16% το έκαναν και το ανακάλυψαν εκ των υστέρων.

Αυτό που προκύπτει και από τις δύο ως άνω έρευνες, φαίνεται ότι είναι άλλο πράγμα η πρόσβαση και άλλο η επιρροή.

Το τελευταίο μάλλον είναι εξαιρετικά δύσκολο να μετρηθεί με ακρίβεια και αυτό εξακολουθεί να είναι ένα κυρίαρχο ερώτημα. Σε τι βαθμό τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθοδηγούν ή/και επηρεάζουν τις πεποιθήσεις των χρηστών και αντίστροφα σε τι βαθμό τα μέσα αντανακλούν τις πεποιθήσεις των χρηστών;

Επιπλέον, ένας άλλος κίνδυνος που αρχίζει σταδιακά να αναδύεται από τον ολοένα και μεγαλύτερο όγκο fake ειδήσεων και ιστοριών, είναι η μείωση της εμπιστοσύνης των χρηστών στα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε αύξηση του σκεπτικισμού για τις διαδικτυακές ιστορίες και γεγονότα, οι άνθρωποι γίνονται λιγότερο ανοιχτοί σε νέες ιδέες, κάτι το οποίο ευνοεί την προσκόλληση τους σε υπάρχοντες προκαταλήψεις και στερεότυπα, στην αύξηση του συντηρητισμού και την κοινωνική ακινησία.

Υπάρχει αποτελεσματική λύση;

Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί έντονη κριτική απέναντι στις εταιρίες που δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την έκρηξη του φαινομένου των fake news.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα μεγάλα κοινωνικά δίκτυα και μηχανές αναζήτησης όπως το Twitter, το Facebook και η Google να ανακοινώσουν μέτρα περιορισμού της ανεξέλεγκτης διαδικτυακής παραπληροφόρησης.

Παρόλα αυτά εξακολουθεί να υπάρχει έντονη κριτική στο ότι δεν έχουν γίνει αρκετά πράγματα από την πλευρά των εν λόγω εταιριών.

Στην πραγματικότητα και προς το παρόν τουλάχιστον, φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει αποτελεσματική προστασία των χρηστών. Συνεπώς για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι το «μπαλάκι» πέφτει αποκλειστικά στους χρήστες ώστε να αναλάβουν οι ίδιοι δράση προκειμένου να αυτοπροστατευτούν από την έκρηξη των κατασκευασμένων ειδήσεων σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής.

Πρόσφατα, λοιπόν, και σε αυτή την κατεύθυνση, το International Federation of Library Associations and Institutions (IFLA), δημοσίευσε μια περίληψη οδηγιών με 8 απλά βήματα σε μορφή εικονιδίων (infographic), προκειμένου να βοηθήσει τους χρήστες να εντοπίζουν και να αναγνωρίζουν τα fake news:

1. Εξέταση και αξιολόγησητης πηγής (για την ανίχνευση της αποστολής και του σκοπού της)

2. Διάβασμα πέρα από τους τίτλους (για την κατανόηση όλης της ιστορίας)

3. Έλεγχος των συγγραφέων (για το αν είναι υπαρκτοί και αξιόπιστοι)

4. Μελέτη υποστηρικτικών πηγών (για την διασταύρωση των ισχυρισμών)και ιστότοπων ανίχνευσης και ανάδειξης ψευδών ειδήσεων και γεγονότων (π.χ. Ελληνικά hoaxes)

5. Έλεγχος της ημερομηνίας της δημοσίευσης (για να δούμε αν η ιστορία είναι σχετική και ενημερωμένη)

6. Διερεύνηση της πιθανότητας να αποτελεί αστείο ή/και σάτιρα

7. Προσπάθειαανίχνευσηςπροσωπικώνπροκαταλήψεων και πεποιθήσεων (για να εντοπίσουμε πιθανή επιρροή στην αντικειμενικότητα της κρίσης μας)

8. Αναζήτηση της γνώμης των ειδικών (για λήψη επιβεβαίωσης από ανεξάρτητα άτομα με γνώση του αντικειμένου).

Και ένα ελληνικό «όπλο»στον πόλεμο κατά των fakenews

Το δικό του «όπλο» στον πόλεμο κατά των ψευδών ειδήσεων στο διαδίκτυο, το πρόγραμμα FightHoax, παρουσίασε πρόσφατα σε εκδήλωση στο Ευρωκοινοβούλιο, με τη συμμετοχή τόσο πολιτικών, όσο και ειδικών, ο 20χρονος φοιτητής του τμήματος Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Βαλεντίνος Τζέκας και γνώρισε θετική υποδοχή.
Μεταξύ άλλων, το FightHoax 2.0 «κρίνει», αν το άρθρο είναι άρθρο γνώμης, αν περιέχει τίτλο για να σε οδηγήσει να κάνεις κλικ (click bait), εάν η γλώσσα είναι προπαγανδιστική που έχει σκοπό να σε επηρεάσει ή ποιοτικά φτωχή. Ακόμη, έχει τη δυνατότητα να αναλύσει το παρελθόν του συγγραφέα, δίνοντας πληροφορίες για τους ιστότοπους όπου έχει δημοσιεύσει, ενώ παραθέτει άρθρα από διαφορετικές πηγές και πολιτικές απόψεις για το ίδιο θέμα, έτσι ώστε να μπορέσει ο αναγνώστης να σχηματίσει σφαιρική άποψη. Τέλος, αναλύει το ιστορικό της πηγής, ποιος την έχει ιδρύσει, πόσα άτομα απασχολεί, αν έχει κάποια βραβεία και παρουσιάζει διάφορα γραφήματα ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να εξερευνήσει το θέμα και πιο οπτικά (Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ - Νοε 2017).

Τα fakenews ως η «μετα-αλήθεια» του 21ου αιώνα

Πέρα όμως από οποιαδήποτε πρωτοβουλία και δράση αναληφθεί για την μείωση του φαινομένου,τόσο εκ μέρους των διαφόρων οργανισμών και μέσων μαζικής επικοινωνίας και ενημέρωσης, όσο και εκ μέρους των χρηστών, φαίνεται ότι η πρακτική των fake news θα αυξάνεται συνεχώς και ιδιαίτερα στο πεδίο της πολιτικής,για να εξυπηρετεί αυτό που με σύγχρονους όρους ονομάζεται πολιτική της μετα-αλήθειας (post-truth). Μιας πολιτικής (και όχι μόνο) κουλτούρας που στοχεύει περισσότερο στο συναίσθημα και στις προσωπικές πεποιθήσεις και λιγότερο στα πραγματικά γεγονότα και στην ουσία. Δεν είναι επίσης τυχαίο που ο όρος «μετα-αλήθεια» επελέγη ως λέξη της χρονιάς για το 2016, επειδή εκτός των άλλων χρησιμοποιήθηκε έντονα τόσο στο δημοψήφισμα για το Brexit, όσο και στην Προεδρική εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Η σημασία πλέον των δύο ως άνω εννοιών είναι τόσο ταυτόσημη που έχουν καταλήξει να σημαίνουν το ίδιο πράγμα.

Η ιστορία όμως των fake news ως μετα-αλήθεια, όπως είδαμε και παραπάνω, δεν είναι καινούργια και χρονολογείται πολύ πίσω στην ιστορία του ανθρωπίνου είδους.

«Στην πραγματικότητα το ανθρώπινο είδος (homosapiens) πάντα ζούσε στην εποχή της μετα-αλήθειας καθότι το διακριτικό γνώρισμα που το βοήθησε να κυριαρχήσει στον πλανήτη ήταν το φαντασιακό του. Η μοναδική του ικανότητα δηλαδή στο να δημιουργεί, να πιστεύει και να μοιράζεταιφανταστικές ιστορίες και μύθους. Από την εποχή του λίθου και μετά, οι μύθοι βοήθησαν καταλυτικά στην ένωση και συνεργασία μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Κάποιοι μύθοι που είναι συνδεδεμένοι με την ιστορία μεγάλων τμημάτων του παγκόσμιου πληθυσμού, διαρκούν ακόμα» (Yuval Noah Harari 2018).

Ο Harari εντάσσει στην λογική της μετα-αλήθειας και τις διάφορες θρησκείες, ιδεολογίες και εθνικούς μύθους, καθότι ο θεμελιώδης στόχος τους ήταν και είναι να συνενώνουν εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια ανθρώπων κάτω από το αίσθημα ενός κοινού σκοπού ή/και νοήματος. Με αυτή την έννοια κάποιοι μύθοι συνδεδεμένοι με την ιστορική πορεία εθνών ή και μεγάλων τμημάτων του παγκόσμιου πληθυσμού, διαρκούν ακόμα και πιθανόν θα διαρκέσουν για πάντα στον κόσμο όπως τον γνωρίζουμε σήμερα.

Παρόμοιοι μύθοι έχουν κτιστεί και κτίζονται την σύγχρονη εποχή γύρω από επώνυμες μάρκες προϊόντων η/και υπηρεσιών και όχι μόνο.

Αντί επιλόγου

«…οι φαντασιακές σημασίες είναι αυτές που προσανατολίζουν τις αξίες και τη δραστηριότητα των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία'' είναι σημασίες που με κανέναν τρόπο δεν μπορούν να στηριχτούν, να δικαιολογηθούν ή να αναιρεθούν λογικά. Κανείς δεν μπορεί να αποδείξει ότι υπάρχει ο Ιεχωβάς ή ο Θεός των Χριστιανών. Εξ άλλου, με μίαν έννοια, η λογική αναίρεση της ύπαρξης του Ιεχωβά ή του Θεού των Χριστιανών δεν έχει κανένα ενδιαφέρον.

Οι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες καθορίζουν τις αξίες μιας κοινωνίας, δηλαδή καθορίζουν τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι αληθές και τι ψευδές, τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Οι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες δίνουν νόημα στη ζωή των ατόμων και, τελικά, δίνουν νόημα ακόμη και στον θάνατο τους. 

Το κοινωνικό φαντασιακό δεν είναι σταθερό και αμετάβλητο. Αλλάζει. Και οι αλλαγές του δηλώνουν την ύπαρξη αλλαγών στην κοινωνία, το γεγονός δηλαδή ότι υπάρχει ιστορία της ανθρωπότητας. Το κοινωνικό φαντασιακό, άπαξ και δημιούργησε τους θεσμούς, μπορεί είτε να παραμείνει κατά κάποιον τρόπο σε λήθαργο (έτσι συμβαίνει στις πρωτόγονες, τις αρχαϊκές, τις παραδοσιακές κοινωνίες), είτε να προκαλέσει αλλαγές, λιγότερο ή περισσότερο γρήγορες (έτσι συμβαίνει στην εποχή μας, η οποία γνωρίζει έναν γρήγορο ρυθμό από ιστορικές μεταβολές, ανήκουστο στην μέχρι τώρα ιστορία της ανθρωπότητας…» (Κ. Καστοριάδης 1990).

*Ο κ. Βασίλης Δρακονταειδής είναι στέλεχος Επιχειρήσεων με μακροχρόνια εμπειρία σε θέματα Επικοινωνίας, Μάρκετινγκ και Μάνατζμεντ καθώς και στην Διαχείριση Ανθρωπίνων Πόρων.