Ευρώπη: in memoriam or in perpetuity;

Ευρώπη: in memoriam or in perpetuity;

Του Π. Κ. Ιωακειμίδη*

Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ετοιμάζεται να γιορτάσει την επέτειο των εξήντα χρόνων από τη σύστασή της (Μάρτιος 1957) με την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης, όλα τα σενάρια και προοπτικές για το μέλλον της είναι ανοιχτά. Θα είναι μια επέτειος in memoriam or in perpetuity;  Το 2017 μπορεί να αποδειχθεί το κρίσιμο έτος για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι πολλαπλές κρίσεις οδηγούν σε υπαρξιακή αγωνία. Θα επιβιώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση μπροστά στις τεράστιες προκλήσεις που αντιμετωπίζει; Οικονομική κρίση στην ευρωζώνη (αν και σε κάποιο ελεγχόμενο βαθμό σήμερα), κρίση προσφυγικού/ μεταναστευτικού ζητήματος, κρίση ασφάλειας, εσωτερικής και εξωτερικής (τρομοκρατικές επιθέσεις στο εσωτερικό, γενικευμένη αστάθεια στο εξωτερικό, περιφερειακό περιβάλλον από Ουκρανία μέχρι Μ. Ανατολή), κρίση στις Ευρωατλαντικές σχέσεις μετά την άνοδο του εκκεντρικού Ντ. Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ και την ανερμάτιστη, εθνικιστική πολιτική που επιχειρεί να υλοποιήσει. Και βεβαίως κοντά σ' όλες αυτές τις συσσωρευμένες κρίσεις η Ένωση θα πρέπει μέσα στο Μάρτιο να εγκαινιάσει διαπραγματεύσεις για πρώτη φορά την ιστορία της για την έξοδο μιας χώρας μέλους από τους κόλπους της, της Βρετανίας (Brexit). Θα είναι ο πρώτος ακρωτηριασμός του ενωσιακού συστήματος.

Όλες αυτές οι κρίσεις οδηγούν όμως αθροιστικά στην απονομιμοποίηση της Ένωσης, στην κρίση νομιμοποίησης (legitimacy crisis) που πρακτικά σημαίνει ότι οι πολίτες αποστασιοποιούνται από το εγχείρημα της ενοποίησης, αμφισβητούν την Ένωση τη στιγμή ακριβώς που η ύπαρξή της είναι περισσότερο αναγκαία παρά ποτέ για να αντιμετωπισθούν οι κρίσεις και προκλήσεις. Η κρίση νομιμοποίησης είναι αυτή που εκτρέφει τα φαινόμενα του ευρωσκεπτικισμού και του εθνολαϊκισμού. Και ο Ευρωπαϊκός εθνολαϊκισμός είναι αυτός που θα δοκιμασθεί στις επερχόμενες εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία και ενδεχομένως Ιταλία. Κρίσιμη είναι κυρίως η περίπτωση της Γαλλίας. Το πιθανότερο σενάριο είναι βεβαίως ο υποψήφιος της συντηρητικής παράταξης, Φρ. Φιγιόν, να αναδειχθεί ως νέος πρόεδρος αλλά και τίποτα δεν μπορεί να αποκλεισθεί υπό το φως του τί συνέβη σε Βρετανία (Brexit) και ΗΠΑ (Ντ. Τραμπ). Εάν ο μη γένοιτο υπάρξει εκλογή της Μ. Λεπέν/ Εθνικού Μετώπου, τότε το τέλος της ΕΕ μπορεί να καταστεί αναπόφευκτο. Η Λεπέν έχει δεσμευθεί για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για παραμονή ή μη της Γαλλίας στην Ένωση. Αλλά ενώ η Ένωση μπορεί να ξεπεράσει ένα Brexit, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αντέξει ένα Frexit. Το τέλος θα καταστεί αναπόφευκτο.

Αλλά αν αφήσουμε στην άκρη το άκρως καταστροφολογικό σενάριο, ένα είναι βέβαιο: ότι η ΕΕ  δεν θα προχωρήσει απ' εδώ και πέρα ως μια ενιαία συλλογική οντότητα εικοσι-επτά (ή εικοσι-οκτώ ) κρατών μελών. Θα προχωρήσει με νέα ευέλικτα ενοποιητικά σχήματα περιορισμένης συμμετοχής ορισμένων κρατών μελών «που θέλουν και μπορούν» («συνασπισμός επιθυμούντων») να σηκώσουν τις συνέπειες της βαθύτερης ενοποίησης. Οι υπουργοί Εξωτερικών Γαλλίας J.M. Aurault και Γερμανίας F.W. Steinmeier σε κοινή τους εννεασέλιδη πρόταση  με τίτλο «Μια Ισχυρή Ευρώπη σ' ένα Κόσμο με Αβεβαιότητες» τονίζουν ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση, περισσότερο αναγκαία από ποτέ,  θα πρέπει να προχωρήσει με νέους ενοποιητικούς τρόπους και σχήματα που θα ανταποκρίνονται στα διαφορετικά επίπεδα φιλοδοξιών για την ενοποίηση που έχουν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Έτσι οι διαφοροποιημένες μορφές ολοκλήρωσης θα πολλαπλασιασθούν (και πιθανότατα θα θεσμοποιηθούν σε ευρύτερη βάση με αλλαγές στη Συνθήκη) αν και ο πρωταρχικός στόχος της επίτευξης υψηλότερης ενότητας ανάμεσα στις χώρες μέλη θα διατηρηθεί. Είναι ενδιαφέρον ότι για την ενότητα αυτή ενδιαφέρεται κυρίως η Γερμανία πρωτίστως για γεωπολιτικούς λόγους. Ορισμένες δεξαμενές σκέψης επιχειρούν επίσης να επεξεργασθούν σχήματα (Νέο Ευρωπαϊκό Συμβόλαιο, Νέο Σύμφωνο, κ.λπ.) που θα επιτρέψουν σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό κρατών, αν όχι στο σύνολο, να συμμετάσχει.

Ορισμένοι διακινούν βέβαια ριζοσπαστικές ιδέες όπως μια καθολική αναθεώρηση των Συνθηκών και τη θεσμοθέτηση μιας «Ένωσης μέσα στην Ένωση». Δεν νομίζω ότι πρόκειται για ρεαλιστικές ιδέες άξιες σοβαρής συζήτησης. Εάν επιχειρηθούν, το βέβαιο είναι ότι θα τινάξουν στον αέρα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ίσως το πιο ρεαλιστικό σχήμα είναι αυτό της «κοινωνικής Ευρώπης, της ανάπτυξης και της ασφάλειας». Το σχήμα δηλαδή που θα επιτρέψει στην Ένωση  με τη σύμπραξη του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού χωρών μελών να προωθήσει τις πολιτικές που θα οδηγήσουν σε ισχυρότερη οικονομική μεγέθυνση, ευημερία και απασχόληση αλλά και ισχυρότερη ασφάλεια για τον Ευρωπαίο πολίτη. Οικονομική καχεξία και ανασφάλεια είναι οι κύριες πηγές του ευρωσκεπτικισμού μαζί με τη «θεσμική απομάκρυνση» της Ένωσης από την κοινωνία, κάτι που επιβάλλει περισσότερη Ευρωπαϊκή δημοκρατία.

Η Θέση της Ελλάδας

Σ' όλες αυτές τις διεργασίες που θα  ενταθούν μετά το κλείσιμο του εκλογικού κύκλου το κεντρικό ερώτημα είναι το πού θα βρεθεί η τραυματισμένη Ελλάδα. Η χώρα μας, αν και έχει περιέλθει σε «ειδικό καθεστώς ρυθμίσεων» στο πλαίσιο της ευρωζώνης κυρίως ως αποτέλεσμα του τρίτου μνημονίου, ωστόσο θεσμικά τουλάχιστον εξακολουθεί να είναι μέρος όλων των ενοποιητικών σχημάτων (ευρωζώνη, Σένγκεν, μορφές αμυντικής ολοκλήρωσης, κ.λπ.). Θα μπορέσει να διατηρήσει τη θέση αυτή; Πρέπει έστω κι αν ένα υψηλό ποσοστό πολιτών (71%, το υψηλότερο στην Ευρώπη) τείνει να αμφιβάλλει για την αξία της Ένωσης. Επιλογές άλλες για την Ελλάδα δεν υπάρχουν (και οποιοσδήποτε παραλληλισμός με τη Βρετανία που επιχειρούν ορισμένοι ανεγκέφαλοι είναι επιεικώς αστείος). Ο κίνδυνος όμως να διολισθήσει έξω από ενοποιητικά σχήματα δεν είναι αμελητέος. Για να ακυρωθεί δύο τουλάχιστον είναι οι βασικές προϋποθέσεις: (α) η Ελλάδα να εφαρμόσει το πρόγραμμα διάσωσης και να προωθήσει τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που θα της επιτρέψουν να επανέλθει στην «ευρωπαϊκή κανονικότητα» ως αξιόπιστη χώρα και (β) να διαμορφώσει και προβάλει μια συνολική Ευρωπαϊκή πολιτική. Η κυβέρνηση αναφέρεται (ορθώς) στην Ευρώπη της ανάπτυξης και απασχόλησης αλλά με κάθε ευκαιρία ενοχοποιεί την Ευρώπη για ό,τι κακό συμβαίνει στη χώρα, ενώ αποφεύγει επιμελώς να αναφερθεί στην πολιτική Ευρώπη, στην ανάγκη για βαθύτερη τελικά ενοποίηση σε δημοκρατικές βάσεις (Πολιτική Ένωση). Εμφανίζεται έτσι να μην έχει συνολική Ευρωπαϊκή πολιτική και να μη ξέρει «τί Ευρώπη θέλει...». Θα πρέπει να μάθει για να διασφαλίσει τη θέση της χώρας στον πυρήνα της Ένωσης.

Αλλά αυτό ίσως τελικά να είναι και το έργο/ καθήκον των γνήσια φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων της χώρας.

* Ο κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών, στον τομέα διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών.