Του Ανδρέα Λοβέρδου
Μου ζητήθηκαν από τον Liberal.gr οι απόψεις μου για τα διπλωματικά πεπραγμένα του κ. Κοτζιά. Ο προσδιορισμός του θέματος ήταν εύλογος, αλλά το πεδίο έχει μια ευρύτερη κυβερνητική διάσταση και τούτο γιατί η Εξωτερική Πολιτική μιας χώρας δεν είναι και δεν μπορεί να είναι αποκλειστική αρμοδιότητα και προνόμιο του εκάστοτε Υπουργού των Εξωτερικών. Τα ζητήματα αυτά υπάγονται και στην ατομική ευθύνη και αρμοδιότητα του Πρωθυπουργού, αλλά και στη συλλογική ευθύνη των υπόλοιπων μελών της κυβέρνησης.
Αν λοιπόν έπρεπε κάποιος να χαρακτηρίσει σημειολογικά και διαχρονικά την Εξωτερική Πολιτική της πολιτικής ομάδας των υποκριτών και αδίστακτων που μας κυβερνά από το 2015, τρεις μόνο λέξεις μπορούσε να χρησιμοποιήσει: Ανικανότητα, Ανευθυνότητα, Επικινδυνότητα.
Χρησιμοποίησα τον όρο διαχρονικά, γιατί όλοι θυμόμαστε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2015 η κυβέρνηση με τις αυταπάτες του Πρωθυπουργού, όπως ο ίδιος έχει συνομολογήσει, ακολούθησε μια πολιτική που έφερε την χώρα στα όρια της οικονομικής και εθνικής καταστροφής και τον ελληνικό λαό σ΄εκείνα της κοινωνικής εξαθλίωσης. Αναφέρομαι ασφαλώς στην πολιτική που ακολούθησε η νεοπαγής τότε κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στις σχέσεις με την Ευρώπη. Αυτή ήταν η πρώτη κραυγαλέα αποτυχία της παρούσας κυβέρνησης, μια αποτυχία που κινήθηκε στα όρια της εγκληματικής ανευθυνότητας.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούν το δεύτερο πεδίο της «ανικανοανευθυνότητας», όπου η κυβέρνηση διακύβευσε πολλά και αρκετά από αυτά σημαντικά για μικροκομματικά οφέλη. Θυμίζω την τελευταία επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Ελλάδα, σε μία περίοδο που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τελούσε σε διεθνή απομόνωση, που ανταποδόθηκε με μία σειρά εξαιρετικά επιθετικών και προκλητικών κινήσεων της Άγκυρας σε διμερές επίπεδο με κορυφαία των οποίων η συνεχιζόμενη παράνομη κράτηση των δύο Ελλήνων Στρατιωτικών.
Και πιο πρόσφατα, η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί άλλη μια περίπτωση υπαγωγής των εθνικών συμφερόντων στο βωμό της διεθνούς δημοσιότητας αλλά και ιδεοληψιών που είναι εγγενεις στον πολιτικό χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός των Εξωτερικών κατήρτισαν μια συμφωνία στο πλαίσιο της οποίας η χώρα μας έδωσε πολλά και πήρε λιγοστά και το κυριότερο δέσμευσαν την Ελλάδα ad perpetuum σε μία κατάσταση με την οποία διαφωνεί η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Με την Αλβανία μαθαίνουμε πως τα πράγματα προχωρούν, τα εννοιολογικά σαρδάμ του Πρωθυπουργού με τις αλλαγές των συνόρων, οι μετέπειτα κωμικές εξηγήσεις του Μαξίμου και η αισιοδοξία του ΥΠΕ, που καλύπτεται από πέπλο μυστικότητας, προκαλούν εύλογες και μεγάλες ανησυχίες.
Κι ήλθε και η ανευθυνότητα με τα περί κατασκοπείας της Ρωσίας. Και πάλι πέπλο μυστικότητας. Ουδείς γνωρίζει. Αλλά πολλοί καταλάβαμε. Η ευρωατλαντική προοπτική των Βαλκανίων σήμαινε μεταξύ άλλων και τον περιορισμό της ρωσικής επιρροής. Είμαστε ξεκάθαροι ως προς αυτό εμείς που ως ΠΑΣΟΚ εγκαινιάσαμε αυτή την πολιτική. Οι του ΣΥΡΙΖΑ αποδείχτηκαν ανεπίγνωτοι. Ο Υπουργός την επομένη της συμφωνίας ταξίδεψε στην Μόσχα και σωστά έπραξε. Η Ρωσία πρέπει να περιοριστεί στις παρεμβάσεις της στα Βαλκάνια, αλλά είναι μια χώρα την οποία τόσο τα ελληνοτουρκικά όσο και το Κυπριακό απαιτούν να την προσέχουμε. Ο ΥΠΕΞ όμως ξαφνικά πέρασε στην αντίθετη κατεύθυνση. Περίπου καθυβρίζει. Λάθος και μάλιστα μεγάλο. Αιτία όλων αυτών είναι προφανώς η προσπάθεια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, εδώ του ΣΥΡΙΖΑ, να απονομιμοποιηθούν οι εναντίον του κριτικές και μομφές για τη συμφωνία με την FYROM ως υποκινούμενες από την Χρυσή Αυγή και κατασκόπους. Κωμικοτραγικά πράγματα. Γνωστά πρόσωπα, γνωστές καταστασεις βαφτίστηκαν κατασκοπεία. Τα πάντα στον αγώνα τους για διατήρηση πολιτικής επιρροής, για ψηφαλάκια δηλαδή, και σε βάρος της χώρας.
Αυτή είναι με δυό λέξεις, η Εξωτερική Πολιτική που συλλαμβάνει ο κ. Αλ.Τσίπρας και υλοποιεί ο κ. Ν. Κοτζιάς. Μια πολιτική που πολυπραγμονεί ανοίγοντας και αφήνοντας μέτωπα ανοικτά προς όλες τις κατευθύνσεις, μια πολιτική που συνδυάζει όπως προείπα την ανικανότητα και την ανευθυνότητα με τον κινδυνώδη χειρισμό ζωτικών μας συμφερόντων.