Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Το 2023 είναι ο τελευταίος σταθμός και δεν βρίσκεται καθόλου μακριά χρονικά. Αν σκεφτούμε πως έχουν περάσει 11 χρόνια από την τελευταία οικονομική κρίση των αγορών και 9 χρόνια από την είσοδο της χώρας στο Μνημόνιο, τότε τα 4 χρόνια που έχουμε μπροστά μας είναι λίγα.
Το 2023 θα σφυρίξει το τρένο φεύγοντας από το σταθμό και θα ξεκινήσει για να συναντήσει τον επόμενο κόμβο. Η ταχύτητα, η ιπποδύναμη και η ροπή που θα έχει αποκτήσει εν τω μεταξύ η μηχανή της αμαξοστοιχίας, θα εγγυηθούν την ασφαλή διέλευση από την επόμενη διακλάδωση.
Μέχρι το 2023, θα έχουμε την τελευταία και μοναδική ευκαιρία, όχι μόνο να μαζέψουμε τα συντρίμμια της τετραετίας που αφήνει πίσω της η πρώην κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου και νυν κυβέρνηση Τσίπρα – Παπακώστα – Χρυσοβελώνη, αλλά να αλλάξουμε ριζικά και τελεσίδικα τον τρόπο που ζούμε, που λειτουργούμε, που επιχειρούμε, που πορευόμαστε.
Το 2023 η χώρα θα βρεθεί εκτός μαξιλαριών και χαμηλού κόστους δανειακών εξυπηρετήσεων και θα έχει να αντιμετωπίσει ξανά την πραγματικότητα. Την πραγματικότητα των αγορών και την πραγματικότητα των δυνατοτήτων της της οικονομίας να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της. Οι πρωτοετείς φοιτητές των οικονομικών σχολών αλλά και όλοι οι μικροί ή μεγάλοι επιχειρηματίες, γνωρίζουν πως για να μπορέσει μια εταιρία να αποπληρώσει το δανεισμό της, θα πρέπει ο ρυθμός αύξησης των μεγεθών της να υπερβαίνει το επιτόκιο δανεισμού της. Για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν μια επιχείρηση της οποίας το επιχειρηματικό πλάνο προβλέπει αύξηση μεγεθών της τάξης του 3% να δανείζεται με 7%.
Στην δική μας περίπτωση, η χώρα δανείζεται με επιτόκια της τάξης του 3,5% από τις αγορές, τη στιγμή που η οικονομία κινείται με ρυθμούς ανάπτυξης που υπολείπονται ακόμα και του 2%. Επομένως, το επιπλέον κόστος θα συνεχίσει να συσσωρεύεται ως επιπλέον βάρος στο τρέχον χρέος. Αν μάλιστα σκεφτούμε πως οι παρούσες εκδόσεις ομολόγων του 3,55% είναι μικρές, διοχετεύονται σε συγκεκριμένους επενδυτές και τελούν υπό την προστασίας φίλιων δυνάμεων, τα δεδομένα σε βάθος χρόνου, μάλλον πιο επισφαλή και δυσάρεστα θα είναι.
Επομένως είναι φανερό πως η ελληνική οικονομία έχει ταυτόχρονα την ανάγκη, του να δανείζεται φθηνότερα και να αναπτύσσεται ταχύτερα. Αφήνοντας πίσω μας τις ανοησίες, για την δήθεν οικονομική ανάπτυξη με το “προοδευτικό πρόσημο” και τη μεγέθυνση της οικονομίας με “κοινωνικό χαρακτήρα”, θα πρέπει να εστιάσουμε σε αυτόν τον διπλό στόχο και μόνο, αν επιθυμούμε να είμαστε χρήσιμοι.
Είναι πολυτέλεια να ελπίζουμε πως μέσα σε 4 χρόνια η επόμενη κυβέρνηση θα έχει απελευθερώσει σε σημαντικό βαθμό την οικονομία; Είναι πολυτέλεια να ελπίζουμε πως η Ελλάδα το 2023, θα έχει γίνει Σιγκαπούρη, ή έστω να έχει γίνει ανταγωνιστική όσο οι λοιπές χώρες που μας περιστοιχίζουν; Είναι πολυτέλεια να στοχεύουμε σε ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 5-6%; Είναι πολυτέλεια να ελπίζουμε πως θα έχουμε επανακτήσει τη φερεγγυότητα μας, την παραγωγικότητα μας και την δημιουργικότητα μας; Είναι πολυτέλεια να ελπίζουμε στη ραγδαία αλλαγή επί το θετικότερο, του επενδυτικού κλίματος;
Αν θεωρούμε πως είναι πολυτέλεια, δεν μένει παρά να κατέβουμε από την αμαξοστοιχία πριν από τον εκτροχιασμό και να αναζητήσουμε αυστηρά προσωπικές λύσεις. Αν όχι, θα πρέπει να λύσουμε άμεσα όλα τα χρονίζοντα, αναχρονιστικά στερεότυπα και μοντέλα που αποτελούν τα ιδανικά υλικά του εκτροχιασμού. Αν δεν αντιληφθούμε πως η οικονομία δεν πάσχει από την έλλειψη “ζήτησης”, αλλά από την απουσία “προσφοράς” προϊόντων και υπηρεσιών που θα αντικαταστήσουν τις ανάγκες των εισαγωγών και θα διογκώσουν το μερίδιο των εξαγωγών, είμαστε χαμένοι. Αν δεν αντιληφθούμε, πως οι εργαζόμενοι των 500-600 ευρώ δεν μπορούν να συντηρήσουν ένα συνταξιοδοτικό σύστημα με συντάξεις των 700-900 ευρώ, είμαστε χαμένοι. Αν δεν αντιληφθούμε, πως με κάθε τρόπο πρέπει να μετατρέψουμε τη χώρα σε ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, αφήνοντας πίσω όλες τις στρεβλώσεις και τις αγκυλώσεις των διαδικασιών αδειοδότησης, των φοροεπιδρομών και των αυθαίρετων διοικητικών αποφάσεων, είμαστε χαμένοι. Αν δεν αντιληφθούμε πως η άμεση λύση του τραπεζικού προβλήματος θα έπρεπε να είχε βρεθεί χτες και όχι να σέρνεται ανάμεσα στα γραφεία των γηραλέων μαρξιστών υπουργών, είμαστε χαμένοι.
Τέσσερα χρόνια, χίλιες τετρακόσιες εξήντα ημέρες, θα κυλήσουν μέχρι το 2023. Εμείς κτίζουμε τις σιδηροτροχιές, εμείς οικοδομούμε τους σταθμούς. Η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να επιτύχει τα ακατόρθωτα. Είναι έτοιμο το πολιτικό προσωπικό, που την στελεχώνει; Είναι έτοιμοι οι ψηφοφόροι να επιλέξουν στις κάλπες, τους σωστούς συντελεστές αυτής της προσπάθειας; Είναι έτοιμοι οι πολίτες να ενστερνιστούν επιτέλους την αλήθεια ώστε να τμηθεί κάπου η σφαίρα του θυμικού με τη σφαίρα του ορθολογισμού; Αν όχι, ο τελικός εκτροχιασμός είναι από τώρα δεδομένος.
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.