Εσύ θα αλλάξεις τον κόσμο;

Εσύ θα αλλάξεις τον κόσμο;

Της Ειρήνης Αγαπηδάκη*

Όσες φορές ανέλαβα δράση για κάποιο ζήτημα, πάντα κάποιοι μου θύμιζαν την παραπάνω φράση – η τωρινή περίπτωση δεν αποτελεί εξαίρεση. Αποτελεί σίγουρα κλισέ, αλλά όπως όλες οι κοινοτοπίες, έχει μια βάση αλήθειας: ο κόσμος δεν αλλάζει από τη δράση ενός ατόμου, ωστόσο η δράση κάθε ατόμου βάζει ένα λιθαράκι για να αλλάξει ο κόσμος.

Συμμετέχω στην πρωτοβουλία που ξεκίνησε ο Απόστολος Δοξιάδης για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Οκτώ και τη μη έκδοσή τους στην Τουρκία. Εκτός από τους πολλούς που υποστήριξαν ένθερμα το εγχείρημα, υπήρξαν και οι θιασώτες του «εσύ θα αλλάξεις τον κόσμο;». Είναι αυτοί που κάθε μέρα διαπιστώνουν χίλια μύρια κακά, είναι πολλές φορές σε θέση να τα τεκμηριώσουν με μεγάλη ακρίβεια, αλλά όταν ρωτάς «τι έχεις να προτείνεις;» η απάντησή τους συνοψίζεται στο κλισέ που αποτελεί τον τίτλο του παρόντος κειμένου. Δε θα ήταν υπερβολικό να υποστηρίξει κανείς ότι αυτή η νοοτροπία επικρατεί διαχρονικά στη χώρα μας και είναι αυτή που καμουφλάρει την κοινωνική αδιαφορία για να μη φανεί ότι αυτός που υιοθετεί μια τέτοια στάση, νοιάζεται τόσο στενά για το ατομικό του συμφέρον, που φτάνει να το επιδιώκει με στρεβλό τρόπο, υπονομεύοντας τελικά την πιθανότητα να το εξυπηρετήσει αποτελεσματικά.

Όταν για παράδειγμα διαπιστώνεις ότι η έκδοση των οκτώ Τούρκων Αξιωματικών ισοδυναμεί με το να τους στέλνεις στο δήμιο, αλλά προσπαθείς να αποθαρρύνεις οποιονδήποτε επιθυμεί να κάνει κάτι γι' αυτό, ουσιαστικά δε θέλεις να αλλάξει τίποτε. Μπορεί να το επιδιώκεις επειδή τα συμφέροντά σου ταυτίζονται με την πολιτική εξουσία που θέλει να τους εκδώσει και αν τους υπερασπιστείς στρέφεσαι εναντίον της, μπορεί να το κάνεις επειδή είσαι απλά ένας άνθρωπος που βρίσκει ικανοποίηση να διαπιστώνει και να γκρινιάζει (δεν είναι περίεργο, πολλοί άνθρωποι αισθάνονται σημαντικοί με αυτόν τον τρόπο), σε κάθε περίπτωση όμως, δε σκέφτεσαι το αυτονόητο: αν δεν αναλάβει κάποιος δράση για να υπερασπιστεί το δίκιο του άλλου, σύντομα θα έρθει η σειρά σου και δε θα υπάρχει κανένας. Δεν έχει τίποτε το ηρωϊκό και το «αλτρουιστικό» στο να παλεύεις για το δίκιο του άλλου – στην ουσία, υπερασπίζεσαι το ατομικό σου συμφέρον, τον εαυτό σου και τη ζωή που θες να ζήσεις. Και αυτό αναγκαστικά, περνά μέσα από την ευημερία των πολλών.

Υπάρχει και μια άλλη διάσταση στην ερώτηση «εσύ θα αλλάξεις τον κόσμο;» που έχει άμεση σχέση με τη θεσμική λειτουργία. Στην Ελλάδα, πίσω από τις λέξεις «το κράτος», «οι θεσμοί», φανταζόμαστε συνήθως ένα αόρατο πράγμα που αυτενεργεί σχεδόν «μαγικά». Δεν καταλαβαίνουμε ότι «οι θεσμοί» αποτελούνται από ανθρώπους που έχουν ευθύνη, καθήκον και χρέος να τους υπηρετούν και να τους διαφυλάττουν. Η ατομική δράση καθενός που «υπηρετεί» τους θεσμούς μπορεί να τους ενισχύσει ή να τους βλάψει, ωφελώντας ή βλάπτοντας παράλληλα και αυτό που λέμε «κράτος», «χώρα», «κοινωνία», «δημοκρατία», καθέναν από μας. Ναι, ένας άνθρωπος, μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Όταν κάποιος κάνει το καθήκον του, ένας άλλος (ή πολλοί άλλοι) αναγκάζονται να κάνουν το σωστό. Έτσι λειτουργεί η κοινωνία.

Από χτες παρακολουθώ μαζί με πολλούς άλλους τη δίκη των Οκτώ στο Ανώτατο Δικαστήριο. Χτες η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου (Α.Π.) Βασιλική Θεοδώρου, αφού κατέρριψε ένα προς ένα κάθε επιχείρημα που προέβαλλε η Τουρκική πλευρά, κατέληξε ότι δε θα πρέπει να εκδοθούν οι εκζητούμενοι. Σήμερα, ήταν ο αντεισαγγελέας Χαράλαμπος Βουρλιώτης, που πρότεινε το ίδιο. Στην εισήγηση του, που καταχειροκροτήθηκε εντός της αίθουσας από όλους μας, ο κ. Βουρλιώτης  τόνισε ότι από τη στιγμή που υπάρχει έστω και ο παραμικρός φόβος για βασανιστήρια και μη δίκαιη δίκη, οι άνθρωποι αυτοί δεν πρέπει να εκδοθούν στην Τουρκία. Συγκεκριμένα, είπε

«Θα κρυβόμασταν πίσω από το δάχτυλο μας αν λέγαμε ότι δεν συμβαίνει τίποτα στην Τουρκία, και θα μείνουμε στα έγγραφα της δικογραφίας. Και μόνον η πιθανότητα του να έχουμε περιστολή των δικαιωμάτων, και μόνον η πιθανότητα, μικρή ή μεγάλη (εγώ οδηγούμαι στη βεβαιότητα), νομίζω ότι είναι λόγος απαγορευτικός για την έκδοσή τους. Οι πράξεις μπορεί να έχουν τελεστεί. Μπορεί να είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί της Ελλάδας. Μπορεί να έχουν κάνει παραβιάσεις εναέριου χώρου. Μπορεί να είναι εχθροί , αλλά ήρθαν εδώ ως ικέτες. Η Ελλάδα έχει νομικό πολιτισμό. Οι έλληνες δικαστές πρέπει να συνεχίσουν να βρίσκονται στο ύψος αυτού του πολιτισμού. Δεν μπορώ να γίνω μέρος του προβλήματος που θα υπάρξει, εφόσον εκδοθούν. Οι άνθρωποι αυτοί κινδυνεύουν, ακόμα και αν είναι εχθροί της Ελλάδας».

Χτες, ο πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Σταθόπουλος ο οποίος κατέθεσε ως μάρτυρας υπέρ των Οκτώ, είπε «αν ήμουν εγώ υπουργός Δικαιοσύνης, δεν θα ενέκρινα την έκδοσή τους. Δεν ειναι αντιτουρκική ενέργεια η μη έκδοση. Αν είχε γίνει πραξικόπημα και είχε έρθει στην Ελλάδα ο Ερντογάν, θα έλεγα το ίδιο. Να μην εκδοθεί. Ακόμα και οι διεθνείς σχέσεις πρέπει να υποχωρούν μπροστά στη θεμελιώδη αρχή να μην βασανίζονται οι άνθρωποι. Η ιστορία θα δικαιώσει μια απόφασή σας κατά της έκδοσης». 

Απομένει η εισήγηση του αντεισαγγελέα την Παρασκευή για τους υπόλοιπους τέσσερεις. Ως τώρα, δεν έχει υπάρξει ούτε ένα επιχείρημα που να τεκμηριώνει λόγο έκδοσης των Οκτώ.

Οι αντεισαγγελείς, είναι άνθρωποι, άτομα, μονάδες. Το ίδιο και οι υπόλοιποι ανώτατοι δικαστές. Κάθε τους απόφαση, επηρεάζει όχι μόνο τη ζωή άλλων ανθρώπων, αλλά και τη θεσμική λειτουργία, την ίδια την ποιότητα της δημοκρατίας μας. Γι' αυτό είναι σημαντικό να αποφασίζουν με βάση το δίκαιο, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη καμία άλλη παράμετρο. Μόνο έτσι, μπορούν να «αλλάξουν τον κόσμο». Γιατί, όταν επικρατεί ο φόβος ή άλλα συμφέροντα και όχι το δίκιο, τότε ο κόσμος μας καταστρέφεται και επιστρέφει στην προ-κοινωνική οργάνωση. Τότε που ο δυνατότερος άρπαζε το ρόπαλο και χτυπούσε όποιον έβρισκε μπροστά του, απλά επειδή μπορούσε.  

Πριν από λίγο καιρό, παρακολούθησα από το youtube μια ομιλία του Απόστολου Δοξιάδη στο  Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με τίτλο, «οι «ενδιαφέροντες καιροί» είναι ρηχοί: στοχασμοί ενός συγγραφέα». Aναφερόμενος στη νύχτα της 23ης Ιουλίου 1974 που κατέρρευσε η Χούντα, λέει «Το βράδυ των πανηγυρισμών, αποφάσισα να περπατήσω στην Αθήνα. Ήταν για μένα ένα πολύ ιδιαίτερο βράδυ και για έναν μάλλον παράξενο λόγο, που δεν είχε σχέση μόνο με τη χαρά και την ανεπανάληπτη αίσθηση ελπίδας και αναπάντεχης προοπτικής που ανοιγόταν μπροστά μας. Αλλά περισσότερο γιατί όταν επέστρεψα σπίτι , ύστερα από αυτό και ηρέμησα μόνος μου, διαπίστωσα με τρόμο θα μπορούσα να πω, ότι όλα τα προσωπικά μου προβλήματά ήταν ακόμη εκεί».

Μπορεί η ανάληψη δημόσιας δράσης, να μη λύνει τα προσωπικά μας προβλήματα, αλλά η μη ανάληψη δράσης, προσθέτει σίγουρα κι άλλα.

Ξέρω ότι στις 23 Ιανουαρίου που θα ανακοινωθεί η απόφαση για την τύχη των οκτώ, θα επιστρέψω σπίτι μου και τα προσωπικά μου προβλήματα θα είναι όλα εκεί. Μόνο που, αν έχουν εκδοθεί οι Οκτώ, θα έχει προστεθεί ακόμη ένα: δε θα αισθάνομαι ασφαλής στη χώρα μου.

Βασίζομαι στις τίμιες συνειδήσεις των δικαστών, πιστεύω ειλικρινά ότι δε θα βγάλουν απόφαση έκδοσης «στο όνομα του ελληνικού λαού». Δε θα βάψουν με αίμα τα χέρια καθενός μας, χωριστά. Θα κάνουν το καθήκον τους  θα σώσουν τις ζωές των Οκτώ και μαζί με αυτές, τον «κόσμο μας».

* Η κ. Ειρήνη Αγαπηδάκη είναι ψυχολόγος με μεταπτυχιακές σπουδές στην Προαγωγή & Αγωγή Υγείας και Υποψήφια Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών.