Με άρθρο του στον «Φιλελεύθερο» του Σαββάτου, ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης επιχειρηματολογεί πειστικά πάνω στο αν η κυβέρνηση πρέπει να ξοδέψει πολλά χρήματα τώρα, χωρίς να είναι σε θέση να γνωρίζει το πώς θα εξελιχθεί η πανδημία στο χρόνο ή αν πρέπει να υιοθετήσει την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και να προχωρήσει στη λήψη των λεγόμενων εμπροσθοβαρών μέτρων. Αυτό ήταν το θέμα τη συζήτησης και στο περίφημο βίντεο που εμφανίζεται να δηλώνει «Αν δίναμε 5.000Ε σε κάθε σπίτι, τι θα τα έκαναν; Πόσο να φάνε; 500 κιλά να γίνουν;». Ο υπουργός μάλλον εξαιτίας της κούρασης, αν κρίνουμε από την εικόνα του στο βίντεο, παραβίασε τον «ιερό κανόνα» της πολιτικής επικοινωνίας: στο γραπτό λόγο, στην αρθρογραφία, η θέση μας δηλώνεται άμεσα, στην αρχή του κειμένου, ενώ στον προφορικό λόγο στο τέλος και κατά προτίμηση ως σύνθημα ή προτροπή.
Σκεφτόμαστε βέβαια ότι ίσως και να έπρεπε κάποιος από την κυβέρνηση (γιατί το λάθος του κ. Γεωργιάδη το χρεώνεται όλη η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός) να πάθει ό,τι έπαθε και ο κ.Τσίπρας σε εκείνη την επίσκεψη του στο Μάτι, όταν προσπαθούσε να εξηγήσει στους πληγέντες από την πυρκαγιά ότι προτεραιότητά του ήταν να οργανωθεί λίγο το σύστημα αποκατάστασης των ζημιών παρά να δώσει χρήματα και βρέθηκε να λέει: «Να σου πω και κάτι; Και να έπαιρνες αυτά τα 2.000 ευρώ, τι θα έκανες; Θα τα σπατάλαγες». Τον «σταυρώσαμε» τον κ.Τσίπρα τότε (αν και αποφεύγουμε αυτά τα σχόλια δεν έχει κανένα νόημα να αυτοεξαιρεθούμε, στο ίδιο «οικοσύστημα» δημοσιολογούμε κι εμείς ) και τώρα που ο κ. Γεωργιάδης «έπαθε Τσίπρα» και έκανε το ίδιο λάθος, ενώ δεν εννοούσε αυτό που εμφανίζεται να λέει, υφίσταται κι αυτός με τη σειρά του ό,τι το κόμμα του έκανε στον πολιτικό του αντίπαλο.
Το έχουμε βαρεθεί όλο αυτό το παιχνίδι. Το έχουμε βαρεθεί γιατί κατά κανόνα αυτή είναι η πολιτική που παράγεται στη χώρα: φτηνή, παιδαριώδης αντιπαράθεση με ατάκες κομμένες από το context τους, αντιπαράθεση «της μονταζιέρας» με τους τόνους στη δημόσια σφαίρα να τους δίνουν οι στρατοί των ψευδωνύμων κομματικών τρολ. Ξέρουμε ποιος το ξεκίνησε αυτό: ο ΣΥΡΙΖΑ το ξεκίνησε το 2010 αλλά ξέρουμε ακόμα ότι τελικά του γύρισε μπούμερανγκ. Υπάρχει, λοιπόν, κάποιος λόγος τα δύο κόμματα να συνεχίζουν αυτή την τακτική;
Κάποιος θα μας αντιγυρίσει ότι τα ίδια γίνονται παντού. Αυτό αληθεύει μόνο που «αλλού» και φυσικά μιλάμε για δυτικές χώρες, αυτή η χαμηλής ποιότητας πολιτική δεν παράγεται κεντρικά και επίσημα από τα υπόγεια της εξουσίας και των κομμάτων αλλά από περιφερειακούς παίκτες, εκτός του επίσημου και θεσμικού συστήματος.
Βολεύει τα κόμματα αυτή η χαμηλού επιπέδου αντιπαράθεση. Και τι κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ που απομόνωσε την ατάκα του κ.Γεωργιάδη και άρχισε την επίθεση; Μήπως με αυτή την τακτική συζητήσαμε την πρότασή του για τα εμπροσθοβαρή μέτρα ή μήπως πιστεύει ότι «ίδρωσε το αυτί» του κ.Γεωργιάδη που του έχουν κάψει την επιχείρηση 50 φορές, είναι καθημερινός στόχος σφοδρών επιθέσεων και οι πολιτικοί του αντίπαλοι (όχι μόνο μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ…) επιχείρησαν να τον κλείσουν στη φυλακή χωρίς δίκη, μόνο με πρωτοσέλιδα εφημερίδων; Χάρη του έκαναν με όλο αυτό, γιατί εννοείται ότι τον σκληρό πυρήνα των οπαδών του (που έχει) αυτά τον παθιάζουν περισσότερο υπέρ του.
Φυσικά, όλα όσα περιγράψαμε πιο πάνω τα κόμματα τα κάνουν επειδή βρίσκουν πρόθυμους να τα καταναλώσουν ή και να στρατευθούν σε μια χαμηλής ποιότητας αντιπαράθεση. Αφού λοιπόν η κυβέρνηση κατάφερε να κάνει «της μόδας» την έννοια της ατομικής ευθύνης, είναι καλή ευκαιρία να δούμε πως μπορούμε να την εφαρμόσουμε αξιολογώντας ό,τι επιλέγουμε να καταναλώσουμε και να σχολιάσουμε. Έχουμε κι εμείς ευθύνη για όσα συμβαίνουν στην πολιτική ζωή της χώρας.
Αλλά ακόμα κι αν δεν μπούμε στα «βαθιά νερά» της ατομικής ευθύνης η ερώτηση παραμένει; Δεν έχετε βαρεθεί τον διαρκή «σκυλοκαυγά» αυτού του επιπέδου; Εμείς, πολύ.