Επικίνδυνη η λογική του «βλέποντας και κάνοντας» στα ελληνοτουρκικά

Επικίνδυνη η λογική του «βλέποντας και κάνοντας» στα ελληνοτουρκικά

«Κρίνοντας από τα όσα συμβαίνουν, ιδίως τους τελευταίους μήνες, φοβάμαι ότι μάλλον η Αθήνα λειτουργεί περισσότερο στη λογική του "βλέποντας και κάνοντας", παρά βασίζεται σε κάποιο στέρεο σχέδιο», λέει στο liberal.γρ ο Αντώνης Κλάψης, διδάκτωρ διπλωματικής ιστορίας. Και φέρνει ως απόδειξη την ανεπαρκή προετοιμασία της επίσκεψης Erdogan στην Αθήνα, μετά την οποία διόλου τυχαία, η κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις επιδεινώθηκε.

Σχετικά με το θέμα των δύο στρατιωτικών, σημειώνει ότι εξακολουθεί να μην έχει διαψευστεί από την ελληνική κυβέρνηση η δήλωση Erdogan περί υποσχέσεων που έλαβε από τον κ. Τσίπρα ως προς την επιστροφή των οκτώ Τούρκων. «Η ελληνική σιωπή τείνει να λειτουργεί ως έμμεση παραδοχή των όσων διατείνεται ο κ. Erdogan», τονίζει με νόημα ο κ. Κλάψης.

Μιλά για την αθεμελίωτη υπεραισιοδοξία που εξέπεμπε η ελληνική κυβέρνηση περί αλλαγής της στάσης της Τουρκίας στο ζήτημα των δύο κρατούμενων, για την συχνή προσπάθεια Καμμένου να τονώσει τη δημόσια εικόνα του, για τα παιχνίδια Ερντογάν με τις προσφυγικές ροές, και για τους κινδύνους που εγκυμονούν όταν τα ζητήματα εθνικής άμυνας γίνονται αντικείμενα εσωτερικής κατανάλωσης.

«Στο βαθμό που τα ελληνοτουρκικά, αλλά και γενικά η εξωτερική μας πολιτική, αντιμετωπίζονται από την όποια πολιτική ηγεσία της χώρας με επικοινωνιακούς όρους και πρώτιστο γνώμονα την εξασφάλιση μικροκομματικών ωφελημάτων, το αποτέλεσμα για την εξυπηρέτηση των ελληνικών συμφερόντων δεν μπορεί να είναι το καλύτερο δυνατό», τονίζει ο επιστημονικός συντονιστής στο Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Πολιτικής Οικονομίας και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

- Σε αυτό το παιχνίδι νεύρων, ο Erdogan έχει την πρωτοβουλία κινήσεων, κι εμείς μοιάζει να «χορεύουμε» μονίμως στο ρυθμό του.  Είναι ότι έχουμε μια αδύναμη πολιτική ηγεσία, που χειρίζεται συχνά τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής με όρους εσωτερικής κατανάλωσης, διευκολύνοντας έτσι τον «επικοινωνιακό» πόλεμο της Τουρκίας;

Η πρωτοβουλία των κινήσεων της Τουρκίας προκύπτει από το γεγονός ότι εκείνη εγείρει διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας, οι οποίες μάλιστα ολοένα διευρύνονται. Δεν νομίζω, πάντως, ότι αυτή η συμπεριφορά της Τουρκίας είναι απλά αντανάκλαση των όποιων άστοχων χειρισμών από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης. Κατά πάσα πιθανότητα, θα προέκυπτε σε κάθε περίπτωση, όχι όμως απαραίτητα με τον ίδιο τρόπο και στην ίδια ένταση.

Στο βαθμό που τα ελληνοτουρκικά, αλλά και γενικά η εξωτερική μας πολιτική, αντιμετωπίζονται από την όποια πολιτική ηγεσία της χώρας με επικοινωνιακούς όρους και με πρώτιστο γνώμονα την εξασφάλιση μικροκομματικών ωφελημάτων, είναι προφανές ότι το αποτέλεσμα για την εξυπηρέτηση των ελληνικών συμφερόντων δεν μπορεί να είναι το καλύτερο δυνατό.

- Αυτό πάντως που όλοι υποπτεύονταν, συνέβη. Ο Erdogan «άνοιξε» ευθέως θέμα ανταλλαγής των 2 Ελλήνων στρατιωτικών με τους 8 Τούρκους. Δυσκολεύουν τα πράγματα;

Διαβάζοντας προσεκτικά τις δηλώσεις του κ. Erdogan μετά τη Ευρωτουρκική Σύνοδο της Βάρνας, θα έλεγα ότι τελικά απέφυγε να συνδέσει άμεσα τα δύο ζητήματα. Κατά τη γνώμη μου, μέσω της παρατεινόμενης κράτησης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, ο κ. Erdogan επιχειρεί να ασκήσει ψυχολογική πίεση στην ελληνική πλευρά. Ήδη συμπληρώνεται σχεδόν ένας μήνας από την ημέρα της σύλληψης των δύο και κάποια πρόοδος δεν διαφαίνεται.

Ακόμα χειρότερα, εξακολουθεί να μην έχει διαψευστεί από την ελληνική κυβέρνηση η δήλωση του κ. Ερντογάν περί υποσχέσεων που έλαβε από τον κ. Τσίπρα ως προς την επιστροφή των οκτώ Τούρκων. Η ελληνική σιωπή τείνει να λειτουργεί ως έμμεση παραδοχή των όσων διατείνεται ο κ. Ερντογάν.
 
- Πιστεύετε ότι η Αθήνα έχει τελικά κάποιο σχέδιο ή βασίζεται περισσότερο σε εκδήλωση στήριξης από τους ευρωπαίους εταίρους και τους συμμάχους μας, ελπίζοντας στην ουσία σε έναν «από μηχανής θεό»

Κρίνοντας από τα όσα συμβαίνουν, ιδίως τους τελευταίους μήνες, φοβάμαι ότι μάλλον η Αθήνα λειτουργεί περισσότερο στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», παρά βασίζεται σε κάποιο στέρεο σχέδιο. 

Η ίδια η πρόσφατη επίσκεψη του κ. Erdogan στην Ελλάδα αποτελεί απόδειξη ανεπαρκούς προετοιμασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την επίσκεψη, η κατάσταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις επιδεινώθηκε. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αναζήτηση διεθνών ερεισμάτων για την εξισορρόπηση της τουρκικής απειλής είναι απαραίτητη.

-Αναρωτιέται κανείς πάντως αν αυτό που είπε προχθές ο βουλευτής των ΑΝΕΛ, Κ.Κατσίκης, δηλαδή να βρεθεί τρόπος να παρακαμφθεί η Δικαιοσύνη, και η Αθήνα να ανταλλάξει τους δύο με τους οκτώ, δεν απηχεί μόνο προσωπικές του απόψεις, αλλά και ζυμώνεται σε κάποιες πλευρές της κυβέρνησης…

Η δήλωση του κ. Κατσίκη είναι το λιγότερο ατυχής. Υπό το βάρος της κατακραυγής, ήδη ο κ. Κατσίκης προχώρησε σε μερική ανασκευή των όσων αρχικά είπε. Είναι αδιανόητο ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αγνοήσει με τέτοιο προκλητικό τρόπο τις αποφάσεις της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης. 

Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, θα μιλούμε για κατάφωρη καταστρατήγηση κάθε έννοιας κράτους δικαίου. Το διεθνές κύρος της χώρας θα δεχθεί ισχυρό πλήγμα. Στο δε επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μια τέτοιου είδους ελληνική υποχώρηση θα δώσει το μήνυμα ότι η Ελλάδα τείνει να «φινλανδοποιείται», μην μπορώντας να αντισταθεί στις τουρκικές πιέσεις.

- Αποδεικνύεται ωστόσο ότι η παρεμβατικότητα της Ευρώπης απέναντι στον Erdogan για τα εθνικά μας θέματα, είναι πολύ περιορισμένη. Και το ερώτημα παραμένει: Τι εικάζετε ότι θα συμβεί τελικά με τους 2 Έλληνες στρατιωτικούς ; 

Νομίζω ότι κράτησή τους θα συνεχιστεί για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Εξάλλου, δεν θα είναι η πρώτη φορά που, τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία κρατά φυλακισμένους ξένους υπηκόους για μήνες ή, σε ακραίες περιπτώσεις, ακόμα και για χρόνια.

Θυμίζω, για παράδειγμα, την περίπτωση του Αμερικανού πάστορα Andrew Branson, ο οποίος βρίσκεται στις τουρκικές φυλακές από τον Οκτώβριο του 2016, χωρίς ακόμα να έχει δικασθεί. 

Αντίστοιχα, ο Γερμανός –τουρκικής καταγωγής– δημοσιογράφος Deniz Yucell παρέμεινε κρατούμενος χωρίς δίκη επί ένα χρόνο, έως ότου απελευθερωθεί κατόπιν πιέσεων –ενδεχομένως και παροχής ανταλλαγμάτων– της γερμανικής κυβέρνησης. Ίσως η πιο κοντινή περίπτωση με εκείνη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών να είναι εκείνη του Γερμανού ακτιβιστή ανθρωπίνων δικαιωμάτων Peter Studner, ο οποίες έμεινε φυλακισμένος χωρίς δίκη για τέσσερις μήνες.
 
- Τι διδάγματα πρέπει να αντλήσουμε από τη Σύνοδο στη Βάρνα; Κάντε μας μια αποτίμηση, ποιος «κέρδισε», ποιος «έχασε», τι πήρε η Τουρκία από την Ευρώπη, και τι έδωσε, αν έδωσε;

Η Ελλάδα και η Κύπρος έλαβαν τη ρητή στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι της Τουρκίας. Αυτό αποτελεί οπωσδήποτε σημαντικό κέρδος. Κάποιοι ίσως υποστηρίξουν ότι πρόκειται μόνο για στήριξη στα λόγια. Ακόμα κι έτσι, όμως, είναι όφελος.

Ας αναλογιστούμε όλοι ποιες και πόσο διαφορετικής έντασης θα ήταν οι τουρκικές πιέσεις εάν η Ελλάδα και η Κύπρος δεν ήταν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Διαψεύστηκε, βέβαια, η αθεμελίωτη υπεραισιοδοξία που εξέπεμπε η ελληνική κυβέρνηση περί αλλαγής της στάσης της Τουρκίας στο ζήτημα των δύο κρατούμενων Ελλήνων στρατιωτικών, αλλά αυτό ήταν κάτι αναμενόμενο. Από την πλευρά της, η Άγκυρα δεν άλλαξε κάτι ουσιαστικό στις θέσεις της. 

- Δεν έχει ενδιαφέρον ότι ο Erdogan έστειλε το μήνυμα στους Ευρωπαίους, ούτε λίγο ούτε πολύ ότι η Τουρκία αποτελεί τον φύλακα των συνόρων τους απέναντι στην τρομοκρατία; Δεν επιχειρεί να επενδύσει έτσι στο φόβο του μέσου Ευρωπαίου για την τρομοκρατία; 

Είναι λογικό από την πλευρά του ο κ. Erdogan να θέλει να παρουσιάζει την Τουρκία ως το ανάχωμα έναντι της εξάπλωσης της τρομοκρατίας στην Ευρώπη. Το ίδιο κάνει και με το προσφυγικό ζήτημα. Επιχειρεί, προφανώς, να αυξήσει τη σημασία της χώρας του και να αποκομίσει ανταλλάγματα. Το έκανε στο παρελθόν, θα συνεχίσει να το κάνει και στο μέλλον. 

- Πάντως την ημέρα διεξαγωγής της ευρωτουρκικής συνάντησης στη Βάρνα, οι ροές προσφύγων και μεταναστών στα ελληνικά νησιά ήταν μηδενικές. Χθες όμως 300 πρόσφυγες και μετανάστες έφτασαν στη Λέσβο. Ανοιγοκλείνει τη στρόφιγγα ανάλογα με το πως τον βολεύει, ο Erdogan;

Είναι βέβαιο ότι ο κ. Erdogan χρησιμοποίησε κατά το παρελθόν τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές ως μέσο άσκησης πίεσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα προς την Ελλάδα. Απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι αυτές οι ροές ως «διά μαγείας» μειώθηκαν δραστικά από τον Μάρτιο του 2016, δηλαδή αμέσως μετά την κοινή δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας. 

Η Τουρκία φιλοξενεί στο έδαφός της περίπου 4,5-5 εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες, η συντριπτικότατη πλειοψηφία των οποίων θα ήθελε να μετακινηθεί προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο κ. Erdogan χρησιμοποιεί αυτή την κατάσταση ως διαπραγματευτικό όπλο.

- Κάποιοι στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν τα εθνικά θέματα με ιδεολογικές αγκυλώσεις. Δεν μπορούν να ξεπεράσουν το δόγμα της ελληνο-τουρκικής φιλίας του 2000, το οποίο όμως απέτυχε, όχι με ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων. Δεν πρέπει επιτέλους να απενοχοποιηθούμε από τέτοιες ιδεολογικές αντιλήψεις και να δούμε ξεκάθαρα την πραγματικότητα;

Η θέση ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα βελτιώνονταν όσο η Τουρκία θα προσέγγιζε την Ευρωπαϊκή Ένωση και θα επιδίωκε να καταστεί μέλος της, είναι θεωρητικά σωστή. 

Ωστόσο, πλέον πάσχει κατά το ότι ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμεί να εντάξει την Τουρκία στους κόλπους της, ούτε η σημερινή Τουρκία –παρά τις πρόσφατές δηλώσεις του κ. Ερντογάν– θέλει και μπορεί να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, δεν υπάρχει το κίνητρο που θα έπειθε την Άγκυρα να ακολουθήσει ηπιότερη πολιτική έναντι της Αθήνας. 

Επομένως, η στρατηγική του 2000 έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό το νόημά της. Πιστεύω, όμως, ότι έστω και σε επίπεδο ρητορικής, δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί από τη δική μας πλευρά. Εξάλλου, υπάρχει και ένα βαθύτερο ερώτημα: ποια Τουρκία θα θέλαμε να έχουμε ως γείτονα; Μια Τουρκία δυτικόστροφη και φιλοευρωπαϊκή ή μια Τουρκία που θα μοιάζει ολοένα και περισσότερο με τα κράτη της κεντρικής Ασίας;

-Πως να ερμηνεύουμε το τάιμινγκ της έκτακτης άσκησης ετοιμότητας στα Δωδεκάνησα που διέταξε προ ημερών ο υπ. Άμυνας, Π. Καμμένος ; Το ρωτώ για να καταλάβουμε αν σχετίζεται πράγματι με την επιχειρησιακή ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεων ή υπαγορεύεται και από ανάγκη ενίσχυσης του πολιτικού προφίλ του κ. Καμμένου…

Μάλλον πρόκειται για συνδυασμό των δύο. Είναι λογικό σε περιόδους έντασης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, να υπάρχει αυξημένη κινητικότητα, υπό την έννοια της εγρήγορσης, των ενόπλων δυνάμεων. Ωστόσο, είναι εξίσου πιθανό ότι αποτελεί προσπάθεια του κ. Καμμένου να τονώσει τη δημόσια εικόνα του. Εκείνο που έχει αποδειχθεί διαχρονικά επικίνδυνο είναι τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας να γίνονται αντικείμενα εσωτερικής κατανάλωσης.

* Επιστημονικός Συντονιστής, Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Πολιτικής Οικονομίας και Διακυβέρνησης, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

Φωτογραφία: APImages