Της Βίκης Ψυχογιού*
Έφερε μια έντονη αποφορά η χθεσινή βροχή. Μια αποφορά κλεισούρας και πατριωτισμού. Μια γλίσχρα μεσημεριάτικου καφενείου: καπνός, καμένο λάδι και ξεθυμασμένος καφές. Ιδρωμένα ποδάρια, ξεθυμασμένη βαρβατίλα και άηχη κλανιά.
Έτσι απλά εμφιλοχώρησε το μικρόβιο καταμεσής αυτής της βρόμας. Σαν μοχθηρή μαγεία, σαν λουστραρισμένη παρόρμηση για πρόοδο σε μια χώρα που γλύφει μπαγιάτικα κόκκαλα και ξεδιάντροπα βατεύει το μέλλον της.
Έτσι απλά εισχώρησε το μικρόβιο σε κοψίματα, αμυχές, και κακοφόρμισαν οι μικρές πληγές και άρχισαν να πυορροούν και τα κατάλοιπα από τις μεγάλες.
Σ' αυτή την αποπνικτική ατμόσφαιρα θέριευε το μικρόβιο και τούρλωνε την μπάκα του με καμάρι. Έπιανε τους ανθρώπους και τους πέρναγε σαν χάντρες στο κομπολόι του. Και καμάρωνε σαν τους χτύπαγε μεταξύ τους. Και δώσ' του και μεγάλωνε σαν αλογόμυγα που έχει ολόδικό της ένα βουνό τσιρλιό.
Έτσι πέρασε στη ζωή και στη νοοτροπία μας το μικρόβιο. Σαν επιδέξιος σχεδιαστής που από εφτά κομμάτια ύφασμα σου φτιάχνει ένα κοστούμι. Που σου μπαλώνει τα μανίκια και φαρδαίνει τον καβάλο σου.
Έτσι μας έπεισαν πως φοράμε την καλή στολή, την τιμημένη, έτσι μας έραψαν το κοστουμάκι μας και μας άφησαν ρακένδυτους στη βαρυχειμωνιά. Έτσι το τσίτι έγινε παλτό και τουρτουρίζουμε...
Έτσι κι ο φόρος μας, η ανεργία, οι μισθοί πείνας, οι αυξήσεις στα βασικά καταναλωτικά προϊόντα έγιναν επιδοματάκι!
Έτσι μας έδωσαν το μέρισμα και πήραν το διαμέρισμα! Έτσι μας έβγαλαν στους δρόμους, πολεμοχαρείς καραγκιόζηδες και ωραίους σαν Έλληνες, για να διαμαρτυρηθούμε χωρίς να ξέρουμε το γιατί.
Επαίτες που με στομφώδεις κολακείες φιλοδοξούμε να γεμίσουμε τα στομαχάκια μας. Σε πορείες πτωχοδρομικών απαιτήσεων, άποροι υπερασπιστές των βασικών αναγκών μας, υπηρετούμε τον ανίερο σχεδιαστή της πενίας μας.
Στροβιλιζόμαστε σε μια ανόσια δίνη παροχών και φοροδοτικής ικανότητας χωρίς να αντιλαμβανόμαστε πως το αποτρόπαιο αυτό πάρε-δώσε ξεγυμνώνει τελείως τους κώλους μας.Χωρίς να καταλαβαίνουμε πως σοδομίζουμε το μέλλον των παιδιών μας από προσωπική επιλογή.
Μια ακόμα παροχή και η ένταση της επιφυλακτικότητάς μας μειώνεται. Και χαλαροί, σε μια αδίστακτη πορεία μεταμορφώσεων, μεταλλασσόμαστε από πένητες δότες σε αδέκαρους λήπτες, και αναθεματίζοντας τους «κακούς», τους κατσαπλιάδες, προσφέρουμε αναθήματα σ' αυτούς που συνιστούν ως φάρμακο «ολίγον κρεμμυδάκι».
Με μια πικρόχολη ευχαρίστηση λαμβάνουμε ό,τι δικαιούμαστε (επιδόματα, μερίσματα, παροχές, ανθρωπιστικές βοήθειες), αρνούμενοι να συνειδητοποιήσουμε τα σημεία των καιρών που επέρχονται. Αρνούμενοι να οσφρανθούμε το κοπρανώδες άρωμα της πολιτικής του «δώσε κι εμένα, μπάρμπα».
Απαίδευτοι και αδαείς οικειοποιούμαστε τακτικές παροιμιώδεις: την ελεημοσύνη του «βασιλιά» και το γέμισμα της κοιλιάς με υποσχέσεις.
Και δεν έχει καμιά σημασία αν είμαστε νέοι ή μεσήλικες, οικογενειάρχες ή μπακούρια, χειρώνακτες ή κουλτουριάρηδες. Μόνο αυτά ποικίλλουν. Το προσωπείο είναι απαράλλαχτο: 'Ενας ολόκληρος λαός παρακαλά. Ένας ολόκληρος λαός ζητά σαν καλοκουρδισμένο γρανάζι τη συνδρομή τού «από μηχανής επιδόματος»!
Ένας ολόκληρος λαός αυτοσαρκάζεται με το χέρι απλωμένο και το πανό στον ώμο και αδυνατεί να αντιληφθεί πως μεταλλάσσεται σε πνευματικά (και όχι μόνο) οκνηρό υποχείριο τακτικών βοηθημάτων.
Ένας ολόκληρος λαός αντί να σταθεί όρθιος, να ξεσκονίσει τα λιγδιασμένα του ρούχα και να αρχίσει να οραματίζεται, να δουλέψει και να προκόψει, επαναπαύεται στη βολική ελπίδα!
Ναι!
Έφερε μια έντονη αποφορά η χθεσινή βροχή.
Μια δυσωδία δημόσιου καμπινέ που οι χρήστες του χάνουν το στόχο και πιτσιλούν με κατουρλιό τον τοίχο.
Ναι!
Έτσι είμαστε εμείς!
Επιδέξιοι! Αλλά κατρουλήδες!
Αφού ή χάσαμε το στόχο μας... ή έτσι μας γουστάρει!
* Η κα Βίκυ Ψυχογιού σπούδασε οικονομικά αλλά την κέρδισε η παιδική, και όχι μόνο, λογοτεχνία.
https://twitter.com/psicho_