Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Η αποτελεσματική λειτουργία της δικαιοσύνης είναι γνωστό ότι αποτελεί έναν από τους βασικούς καταλύτες για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και κατά συνέπεια για την ανάπτυξη. Το πρώτο συστατικό που αναζητούν οι επενδυτές πριν εισέλθουν σε μία νέα αγορά είναι η σταθερότητα. Η λειτουργία των τραπεζών, η απορρόφηση κοινοτικών πόρων, η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας είναι σημαντικοί παράγοντες, όμως θεμελιώδης παράμετρος είναι η ασφάλεια δικαίου, η σαφήνεια και η σταθερότητα του νομικού πλαισίου και η γρήγορη και αξιόπιστη επίλυση των σχετικών διαφορών.
Η αποτελεσματική λειτουργία της δικαιοσύνης είναι γνωστό ότι αποτελεί έναν από τους βασικούς καταλύτες για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και κατά συνέπεια για την ανάπτυξη της οικονομίας. Διότι το πρώτο συστατικό που αναζητούν και ελέγχουν οι επενδυτές πριν εισέλθουν σε μία νέα αγορά είναι η σταθερότητα. Και όταν η απονομή δικαιοσύνης καθυστερεί τότε όλα γίνονται πιο δύσκολα.
Δεν είναι καθόλου παράξενο, λοιπόν, που στην πλειονότητά τους οικονομικοί αναλυτές και διαχειριστές κεφαλαίων τονίζουν την ανάγκη βελτίωσης της λειτουργίας του δικαστικού συστήματος στην Ελλάδα, ως βασική προϋπόθεση για την εισροή μεγάλων επενδυτικών κεφαλαίων που θα δώσουν ώθηση στην οικονομία. Και μόνο το γεγονός ότι, βάσει των εκτιμήσεων, στα διοικητικά δικαστήρια εκκρεμούν πάνω από 250.000 υποθέσεις, αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος.
Η απόσταση που πρέπει να διανύσει η Ελλάδα προκειμένου να μειωθούν οι εκκρεμείς υποθέσεις σε αντίστοιχα επίπεδα με τα άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. είναι μεγάλη, ειδικά για τις διοικητικές υποθέσεις. Για άλλη μία φορά, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση στην Ε.Ε. όσον αφορά την αξιοποίηση των λύσεων ΤΠΕ (ηλεκτρονικής υπογραφής και ηλεκτρονικής υποβολής εγγράφων).
Η σχέση δικαιοσύνης και επενδύσεων βρίσκεται, κατά συνέπεια, στην καρδιά του αναπτυξιακού προβλήματος της χώρας μας, που επείγεται να κερδίσει το χαμένο έδαφος και το χαμένο χρόνο, να αποκτήσει και να διατηρήσει ρυθμούς ανάπτυξης σαφώς υψηλότερους του ευρωπαϊκού μέσου όρου και να επανέλθει στην κανονικότητα μιας πραγματικά ισότιμης χώρας μέλους της Ευρωζώνης.
Επιπλέον, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 18η θέση στην Ε.Ε. στις καταγγελίες μέσω της πλατφόρμας ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών, ενώ οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης για τα δικαστήρια στην Ελλάδα διαμορφώνονται σε 51 ανά κάτοικο, έναντι 79 ευρώ στην Ε.Ε. (στοιχεία 2015).
Ο ΣΕΒ έχει καταθέσει τις δικές του προτάσεις, μέσω της εφαρμογής των οποίων εκτιμάται ότι μπορούν να εξοικονομηθούν έως και 800.000 ανθρωποημέρες και 235 εκατ. ευρώ για το ελληνικό Δημόσιο. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι ότι θα αυξηθεί ο ρυθμός επίλυσης των υποθέσεων έως και 100%, ενώ παράλληλα θα δημιουργηθούν 1.400 νέες θέσεις εργασίας για στελέχη με δεξιότητες στις ΤΠΕ και εξειδικευμένους επιστήμονες.
Η Ελλάδα, λοιπόν, είναι αναγκασμένη, αν θέλει να ξεφύγει από την δραματική ύφεση της τελευταίας οκταετίας, να καλύψει τα επόμενα χρόνια το τεράστιο επενδυτικό κενό που έχει δημιουργηθεί λόγω της κρίσης. Οι μεγάλες εμβληματικές επενδύσεις που συνδέονται με τις ιδιωτικοποιήσεις και την αξιοποίηση της δημοσίας περιουσίας και οι ξένες άμεσες επενδύσεις έχουν προφανή σημασία.
Για να καλυφθεί όμως το κενό απαιτείται μια επενδυτική πανστρατιά που περιλαμβάνει από δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές μέχρι ιδιωτικές επενδύσεις που έχουν ως αντικείμενο την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών.
Η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και μη τραπεζικών χρηματοδοτικών φορέων, η αποτελεσματική αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων, η διευκόλυνση της αξιοποίησης ιδίων κεφαλαίων, η απλούστευση και επιτάχυνση των διοικητικών διαδικασιών και η μείωση του διοικητικού κόστους, η φιλοεπενδυτική νοοτροπία της δημόσιας διοίκησης και της αυτοδιοίκησης θεωρούνται κρίσιμοι παράμετροι.
Θεμελιώδης παράμετρος όμως είναι η ασφάλεια δικαίου, η σαφήνεια και η σταθερότητα του νομικού πλαισίου και η γρήγορη και αξιόπιστη επίλυση των σχετικών διαφορών. Το δίπολο έννομη τάξη και επενδύσεις αφορά ευρύτατο φάσμα θεμάτων: το φορολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς, το δίκαιο των εργασιακών σχέσεων, το δίκαιο του ανταγωνισμού, τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, τις χρήσεις γης, τους όρους δόμησης, την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, την προστασία των δασών, του αιγιαλού και των μνημείων, τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και τη λειτουργία τους και βεβαίως τις διαδικασίες επίλυσης ιδιωτικών διαφόρων που αφορούν τα πάντα, από την εταιρική διακυβέρνηση μέχρι τα εμπράγματα δικαιώματα κοκ. Σε όλα αυτά προστίθεται πολύ συχνά η ποινική διάσταση.
Έννομη τάξη σημαίνει, σε όλες σχεδόν αυτές τις περιπτώσεις, αφενός μεν εθνικό Σύνταγμα, αφετέρου δε Ευρωπαϊκό Ενωσιακό δίκαιο. Πρακτικά δε η έννομη τάξη προσδιορίζεται από τη θέση της δικαιοσύνης απέναντι σε όλα αυτά τα ζητήματα.
Αυτό είναι, σε γενικές γραμμές, το αντικείμενο της δημόσιας συζήτησης που οργανώνει στις 22 Νοεμβρίου 2017, ο Κύκλος ιδεών. Τρεις νομικοί με μεγάλη σχετική εμπειρία, ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος, Επίτιμος Πρόεδρος του ΣτΕ, ο Βασίλης Σκουρής, πρώην Πρόεδρος του ΔΕΕ και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, συζητούν με τρεις θεσμικούς εκπροσώπους του επιχειρείν, τον Γιάννη Ρέτσο, Πρόεδρο του ΣΕΤΕ, τον Θεόδωρο Φέσσα, Πρόεδρο του ΣΕΒ και τον Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Πρόεδρο ΕΕΑ, και όλο το πάνελ με όσους θελήσουν να παρέμβουν ή να θέσουν ερωτήματα.