Του Γιάννη Παντελάκη
Με βάση τα δεδομένα που δημοσιοποιήθηκαν χθες, τον Ιανουάριο υπολογίζεται ότι θα έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες για τον διαγωνισμό που αφορά στις τηλεοπτικές άδειες. Ας υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είχε καλές προθέσεις στο θέμα αυτό και στην αντιμετώπιση της διαπλοκής μιντιαρχών με πολιτική και οικονομική εξουσία. Τον Ιανουάριο, συμπληρώνονται τρία χρόνια από τότε που ήρθε στην εξουσία. Στα χρόνια αυτά, τα κανάλια εξακολουθούν να λειτουργούν χωρίς άδειες, το τοπίο να παραμένει θολό και η διαπλοκή να συνεχίζει το μεγάλο πάρτι.
Ακόμα δηλαδή και αν κάποιος θεωρήσει, εντελώς υποθετικά, πως η κυβέρνηση θα διαχειριζόταν με μια στοιχειώδη επάρκεια μια μεγάλη παθογένεια που αφορά στην ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας και την ποιότητα στην ενημέρωση, αποδεικνύεται ότι απέτυχε πανηγυρικά. Η εκδοχή των καλών προθέσεων της κυβέρνησης, αποτελεί την καλή πλευρά της ιστορίας. Υπάρχει και η δεύτερη, σαφώς πιο ισχυρή, που λέει ότι η κυβέρνηση επιχείρησε να διατηρήσει τη διαπλοκή αλλάζοντας απλά τους παίκτες της ώστε να βρεθούν φιλικοί σ αυτήν μιντιάρχες. Κάτι το οποίο η αλήθεια είναι, πως το πέτυχε. Με την διαπλοκή ωστόσο πάντα να παραμένει ακλόνητη.
Στα τρία αυτά χρόνια, κανένα μνημόνιο και κανένας δανειστής δεν είχε εμπλοκή στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών. Και δεν θα μπορούσε άλλωστε, ήταν εκτός των ενδιαφερόντων τους. Πρόκειται για ένα ζήτημα καθαρά εσωτερικής πολιτικής. Η κυβέρνηση-αν ήθελε- είχε την δυνατότητα να κάνει κάτι εξαιρετικά απλό και έντιμο. Να αναθέσει στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης να πραγματοποιήσει έναν διαγωνισμό με όρους που δεν θα συνδεόντουσαν αποκλειστικά με την οικονομική επιφάνεια των υποψήφιων καναλαρχών. Αλλά και με προϋποθέσεις λειτουργίας, τήρησης δεοντολογίας, πόθεν έσχες υποψήφιων καναλαρχών, ποινικό μητρώο κ.ο.κ. Να κάνει ο,τι δηλαδή συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη.
Η κυβέρνηση δεν είχε τέτοιο σκοπό, επιχείρησε να μιμηθεί τις προηγούμενες να αλώσει τον χώρο αλλάζοντας τις συμμαχίες και τοποθετώντας και προσκείμενους σ'' αυτήν μιντιάρχες. Η περίπτωση Καλογρίτσα με τα δανεικά βοσκοτόπια ως εγγύηση, αποτελεί την πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Υπάρχουν πολλές ακόμα. Στην πορεία προσπάθειας άλωσης ενός μέρους της τηλεοπτικής ενημέρωσης, η κυβέρνηση συνάντησε το εμπόδιο του Συμβουλίου της Επικρατείας το οποίο απλά ερμηνεύοντας το Σύνταγμα, είπε ότι το θέμα αδειοδότησης δεν ανήκει στις αρμοδιότητες της κυβέρνησης, αλλά σ'' εκείνες του ΕΣΡ. Το κυβερνητικό άλλοθι ότι οι καθυστερήσεις στο ξεκαθάρισμα του τηλεοπτικού τοπίου , οφείλονται στο ΣτΕ, είναι εντελώς αβάσιμη. Οφείλονται στην βουλιμία της κυβέρνησης να ελέγξει όσο το δυνατόν περισσότερα ΜΜΕ.
Μια βουλιμία, η οποία επιβεβαιώθηκε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο όταν αποκαλύφθηκαν οι μυστικές συναντήσεις Τσίπρα με μεγάλους μιντιάρχες της εποχής (Ψυχάρης, Μπόμπολας κλπ). Ο σημερινός πρωθυπουργός και ο ΣΥΡΙΖΑ γενικότερα, την ίδια εποχή που στοχοποιούσαν τα ΜΜΕ έκαναν υπόγειες συναλλαγές με ιδιοκτήτες τους οι οποίες αποκαλύφθηκαν εκ των υστέρων.
Το σημερινό τοπίο, ιδιαίτερα στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, δεν διαφέρει συγκριτικά με το παρελθόν. Απλά , κάποιοι σταθμοί περάσαν στα χέρια διαφορετικών ανθρώπων με τις ίδιες ωστόσο πάντα σκοπιμότητες. Θα ήταν μια καλή εξέλιξη, αν οι νέοι ή παλιοί κάτοχοι τηλεοπτικών αδειών πληρώσουν για πρώτη φορά για τη χρήση των συχνοτήτων. Αυτό ωστόσο δεν θα ακυρώσει το τρίγωνο επανω στο οποίο στηρίχτηκε η διαπλοκή: μιντιάρχες-πολιτικοί-επιχειρηματίες. Ένα τρίγωνο το οποίο η σημερινή κυβέρνηση αφησε ανέγγιχτο…