Ζούμε σε μια περιοχή «πνιγμένη» από την ιστορία και τους μύθους της. Αθήνα, Κωνσταντινούπολη και Ιερουσαλήμ είναι τρεις πόλεις - κλειδιά για την κατανόηση του σύγχρονου πολιτισμού μας. Ελλάδα, Τουρκία και Ισραήλ θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα ισχυρό τρίγωνο ασφάλειας στον σύγχρονο ασταθή κόσμο μας. Η Παλαιά Διαθήκη είναι η κοινή κληρονομιά και των τριών. Χρειάζεται να γραφτεί μία νέα συνθήκη, βασιζόμενη σε αυτά που μας ενώνουν στην Ανατολική Μεσόγειο.
Πώς μπορεί κανείς να συνεννοηθεί με την Τουρκία που αμφισβητεί ευθέως την συνθήκη της Λωζάνης, την Τουρκία που διαρκώς απειλεί και διεκδικεί; Ο χειρότερος τρόπος είναι εκείνος της διαρκούς υποχωρητικότητας. Δεύτερος χειρότερος τρόπος είναι αυτός του στρουθοκαμηλισμού. Να βάζουμε το κεφάλι μας στην άμμο και στην συνέχεια να σκούζουμε γιατί ο ήλιος μας έκαψε τον πισινό. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια κάνουμε διαρκώς και τα δύο. Τη μία χώνουμε το κεφάλι μας στην άμμο και την άλλη, όταν διαπιστώσουμε ότι αυτό ήταν λάθος, κάνουμε μερικά βήματα πιο πίσω στην παραλία και χώνουμε το κεφάλι μας σε άλλο σημείο! Αλλά το χώνουμε, αρνούμενοι να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα.
Η μεγάλη πληγή που παραμένει αγιάτρευτη είναι αυτή της εθνικής καταστροφής του 1922. Ενενήντα οκτώ χρόνια μετά δεν θέλουμε να διαβάσουμε σωστά την ιστορία και να διδαχτούμε απ΄ αυτή. Και ίσως να ήταν πιο ωφέλιμο για την χώρα να έχουμε μαζί με την επιτροπή για τα 200 χρόνια από 1821 και μία επιτροπή για τα εκατό χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης! Να συζητήσουμε όχι μόνο τα αίτια της καταστροφής, αλλά και πως αυτή η εθνική τραγωδία άλλαξε τα δεδομένα της ιστορίας. Αρκεί να σκεφτούμε το εξής: Ποια ήταν τότε η αναλογία πληθυσμού στις δύο χώρες και ποια είναι σήμερα.
Σήμερα η Τουρκία είναι μία ισχυρή χώρα, μέλος των G20, το Ισραήλ μια πανίσχυρη χώρα στον τομέα της τεχνολογίας και η Ελλάδα μια χώρα με σημαντική γεωπολιτική αξία, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο κάθε ένας από τους τρεις πιθανούς εταίρους έχουν να παίξουν έναν ρόλο σε ένα τέτοιο σενάριο. Και να μην ξεχνάμε ότι στο ίδιο πλαίσιο θα μπορούσαν να ακολουθήσουν η Κύπρος και η Αίγυπτος. Όνειρα θερινής νυκτός; Ναι, αν δεν μπορέσουμε να διαβάσουμε σωστά όλη αυτή την υπόθεση. Κι αν η Τουρκία από την πλευρά της δεν δει ορθολογικά το όποιο πιθανό δικό μας άνοιγμα. Ότι είναι προς το συμφέρον και των δύο χωρών να βρουν δίκαιη λύση στο πρόβλημα της υφαλοκρηπίδας. Αυτό είναι το πρόβλημα και αυτό μπορεί να λυθεί εύκολα. Από εκεί και πέρα θα πρέπει κι εμείς να δούμε ορισμένες αλήθειες.
Η μήτρα των ελληνοτουρκικών προβλημάτων είναι η Κύπρος. Αυτή είναι επίσης μία αλήθεια που πρέπει να την αποδεχτούμε. Κι ότι δεν ήμασταν πάντα από την σωστή πλευρά της ιστορίας. Ή καλύτερα, στην ιστορία δεν υπάρχουν οι καλοί και οι κακοί. Συνήθως η διάκριση γίνεται μεταξύ συμφερόντων. Και σήμερα εκείνος που έχει συμφέρον να μην επιλυθεί το Κυπριακό είναι η Ρωσία, αφού μία ενιαία Κύπρος θα ήταν αυτόματα ένας ακόμη προμαχώνας του ΝΑΤΟ. Το ερώτημα είναι ποιο είναι το συμφέρον των Κυπρίων...
Η προσέγγιση των χωρών της περιοχής δεν είναι μία απλή υπόθεση. Δεν πατάει κανείς ένα κουμπί και όλοι βρίσκονται αυτόματα σε ένα τραπέζι και συζητάνε πίνοντας ούζο. Επίσης, η διάθεση για συζήτηση και διαπραγμάτευση δεν πρέπει να κρύβει υποχωρητικότητα. Το αντίθετο! Το έχουμε ξαναγράψει ότι η χώρα πρέπει να είναι ισχυρή σε όλα τα επίπεδα για να προστατεύσει τα συμφέροντά της. Ισχυρή οικονομικά και στρατιωτικά.
Κι αν η Τουρκία δεν θέλει αυτό τον δρόμο; Δεν μπορώ να καταλάβω για ποιόν λόγο να θέλει κάτι άλλο! Όταν ξέρει πως η όποια πρόκληση θα απαντηθεί, επειδή δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση που θα μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό, κι ότι ταυτόχρονα η θέση μας είναι αυτή ενός έντιμου διαλόγου, τότε δεν βλέπω για ποιόν λόγο να θελήσει ο Ερντογάν να τα παίξει όλα σε μια ζαριά.
Αλλά δεν είναι μόνο το θέμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Είναι ένα ευρύτερο θέμα που αφορά την νοτιοανατολική λεκάνη της Μεσογείου και μία πιθανή νέα ισχυρή οικονομική πραγματικότητα. Οι χώρες της περιοχής μπορούν να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις και μέσω της συνεργασίας να πολλαπλασιάσουν το δυναμικό τους και τα οφέλη τους. Αυτό είναι ένα αφήγημα που αξίζει κανείς να το εξετάσει. Να μην βιαστεί να το απορρίψει. Τουλάχιστον αυτό...
Από εκεί και πέρα, αν και εφόσον οι καλές προθέσεις εκληφθούν ως αδυναμία, ο κάθε ένας αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Απέναντι κυρίως στον λαό του. Να μην έχει αμφιβολία κανείς ότι μία πιθανή σύρραξη θα έχει σίγουρα ηττημένες τις Οικονομίες των χωρών. Οι οποίες και θα είναι οι μεγάλες νικήτριες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θανάσης Μαυρίδης