Του Ιωάννη Σαρίδη*
Αν αύριο το πρωί, ο κύριος δυνητικός αντίπαλος της Χώρας προβεί σε κάποια στρατιωτική ενέργεια, η οποία εξελιχθεί σε “θερμό” τοπικό επεισόδιο, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι σε θέση να αντιδράσουν με τρόπο, που δυσάρεστα τετελεσμένα τελικώς να αποφευχθούν. Ακόμη κι αν φτάσουμε σε μια - απευκταία - γενικευμένη σύρραξη, το παρόν ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος είναι τέτοιο, που η κατάληξη της αναμέτρησης μάλλον δε θα βρει την Ελλάδα ηττημένη: Έστω κι αν ο εχθρός πετύχει τον αρχικό του τακτικό σκοπό, τα πλήγματα που θα έχει υποστεί θα έχουν καταστήσει τις αρχικές του αποφάσεις από ασύμφορες έως καταστροφικές για τον ίδιο.
Η προηγούμενη εκτίμηση περιγράφει συνοπτικά τους λόγους, που μετά το 1974 η Ελλάδα δεν έχει εμπλακεί στη δίνη μιας ευρείας θερμής αναμέτρησης, παρόλο που στον “Ψυχρό Πόλεμο του Αιγαίου” επανειλημμένα (1976, 1986, 1987, 1996, 2006) υπήρξαν οι συνθήκες για πορεία σε εφιαλτικά μονοπάτια. Η στρατιωτική ισχύς της Χώρας ήταν πάντοτε αρκετή για να αποτρέψει μια γενικευμένη επίθεση εναντίον της, κι αυτό επετεύχθη κυρίως με θυσίες Ελλήνων στρατιωτικών, αλλά και μια διαρκή προετοιμασία. Γνωρίζαμε συλλογικά, πως το Διεθνές Δίκαιο δεν έσωσε ποτέ κάποιον λαό, η παρέμβαση τρίτων δυνάμεων/συμμάχων πιθανόν να μη φτάσει ποτέ και ότι το στρατηγικό βάθος από την παρουσία μας στην Ενωμένη Ευρώπη, ίσως να μην αποτρέψει τις αποφάσεις ενός ξένου πρωθυπουργού (ή υποσμηναγού).
Καλώς πράτταμε.
Δυστυχώς όμως, το αποτρεπτικό μας δόγμα, σε περίπου πέντε χρόνια, ίσως νωρίτερα, θα δοκιμαστεί, θεωρητικά τουλάχιστον, για την επάρκειά του. Ο δυνητικός μας αντίπαλος, με τρόπο φιλόδοξο και μεθοδικό, υπερεξοπλίζεται για επιχειρήσεις σε κάθε επίπεδο (Ξηρά, Θάλασσα, Αέρα, Κυβερνοχώρο και Διάστημα), ώστε να μπορεί να υπερκεράσει τα σημερινά ποιοτικά, γεωγραφικά και γεωπολιτικά αμυντικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας, αλλά και να “απορροφήσει” τις επιπτώσεις της δικής μας αντίδρασης σε επίθεσή του. Ακόμη κι οι ψυχραιμότερες προβολές για τις αναταράξεις στη στρατιωτική ισορροπία μέχρι το 2023 είναι εξαιρετικά ανησυχητικές, έστω κι αν αναδεικνύονται μόνο υπό συνθήκες επικαιρότητας ή χάνονται μέσα σε έναν ορυμαγδό ακραίων (και προς τις δυο κατευθύνσεις) εκτιμήσεων.
Ασφαλώς, οι Έλληνες δε θα περιμένουμε άπρακτοι “το Χάρο να μας πάρει”. Η παρούσα εθνική μας υπόσταση είναι αδιαπραγμάτευτη, ενώ αναγνωρίζουμε τη σημασία της Αποκλειστικής μας Οικονομικής Ζώνης για το μέλλον της Χώρας, αλλά και την ανάγκη ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για την υποδοχή μακρόπνοων ξένων επενδύσεων και την ανάπτυξη του Τουρισμού μας. Επιπλέον, από τη στιγμή που παλαιότερες ανεδαφικές προσεγγίσεις (αποτροπή σε στρατηγικό επίπεδο, “ισραηλοποίηση” της Κοινωνίας, κλπ) ορθώς έχουν απορριφθεί, ξέρουμε προς τα που να πορευτούμε, χωρίς να εφησυχάζουμε από τις αναταράξεις στο εσωτερικό των γειτόνων μας ή τις καλές τους προθέσεις.
Η ανάγκη ύπαρξης ενόπλων δυνάμεων, ισχυρών στο απαιτούμενο σχετικό και όχι σε ένα ασαφές απόλυτο επίπεδο, παραμένει αναγκαία και σήμερα καλούμαστε να δώσουμε έναν τριμέτωπο αγώνα απέναντι στο Χρόνο, το Χρήμα κι άστοχες επιλογές του παρελθόντος. Ευκαιρίες σε διεθνές επίπεδο, όπως η ενεργοποίηση της Ευρωπαϊκής Συνοριακής - Ακτοφυλακής κι η ανακίνηση της συζήτησης για κάποιας μορφής κοινή πολιτική άμυνας στην Ε.Ε., σαφώς και δεν πρέπει να περάσουν ανεκμετάλλευτες. Η σημαντικότερη προσπάθεια όμως, θα γίνει στο εσωτερικό της Χώρας, όπου υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης, όπως:
- Τομές στο θεσμικό πλαίσιο αμυντικών προμηθειών.
- “Έξυπνοι” εξοπλισμοί με πολλαπλασιαστικό και διακλαδικό πρόσημο.
- Εκσυγχρονισμός του συστήματος Εφεδρείας.
- Ανάπτυξη εγχώριων προσπαθειών σε τομείς, όπου δε χρειάζονται βαριές γραμμές παραγωγής, όπως η Κυβερνοάμυνα και τα μη στελεχωμένα εναέρια οχήματα.
- Πρωτοβουλίες για τη βελτίωση του ηθικού στρατιωτικών και στρατευσίμων.
Η συγγραφή των παραπάνω γραμμών δεν είναι κι η πιο εύκολη δουλειά (αληθέστερα, συμφέρουσα επιλογή) για ένα πολιτικό πρόσωπο, καθώς πρέπει να αντιμετωπίσει την αντιδημοφιλία τους σε μια επικαιρότητα οικονομικής ένδειας και συλλογικής απογοήτευσης. Είναι όμως απείρως ευκολότερη από το “24/7” καθήκον των πιλότων, καταδρομέων, και πληρωμάτων υποβρυχίων, των τεχνικών, διοικητικών και πυροτεχνουργών στις Ένοπλες Δυνάμεις. Ας ιδρώσουμε σήμερα, από άγχος και δουλειά, λίγο παραπάνω κι οι υπόλοιποι, για να μη χρειαστεί κάποια στιγμή να ματώσουν αυτοί, και μαζί τους όλοι μας.
*Ο κ. Ιωάννης Σαρίδης είναι βουλευτής Α'' Θεσσαλονίκης της Ένωσης Κεντρώων, μέλος της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής.