Στην ελληνοτουρκική κρίση των ημερών, τίποτε δεν έχει τελειώσει. Ο δρόμος είναι μακρύς και ανηφορικός. Αξίζει να υπογραμμίσουμε, όμως, ότι μέχρι τώρα τα πράγματα τα καθορίζει η ελληνική αποφασιστικότητα. Με ετοιμότητα και ψυχραιμία. Με κλειδί την εθνική μας αποφασιστικότητα, εξελίσσονται θετικά και οι διπλωματικές συμμαχίες, αλλά και η Τουρκία ζυγίζει ξανά τα πράγματα και κάνει δεύτερες σκέψεις. Οι επιπτώσεις μιας σύγκρουσης δείχνουν πολλές και με μεγάλο κόστος γι’ αυτήν. Σε κάθε περίπτωση, η θέληση και η αποφασιστικότητα της ελληνικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας ν΄αντιπαρατεθούν σκληρά σε οποιαδήποτε απόπειρα αμφισβήτησης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, διαφοροποιεί θετικά και ενεργοποιεί συμμαχίες και, ταυτόχρονα, προβληματίζει τον αντίπαλο.
Ο Ερντογάν ξανασκέφτεται τη βασική τουρκική θέση, ότι τα γεωπολιτικά κενά της περιοχής που προκύπτουν από την απουσία των ΗΠΑ και την αργή ενοποίηση της ΕΕ, μπορεί να τα καλύψει η Τουρκία με την πολυμέτωπη υπεραντίδραση και την υπερεπέκτασή της σε τρείς ηπείρους ταυτόχρονα. Εκτιμά ξανά τις τουρκικές δυνατότητες και δοκιμάζει την ελληνική θέληση αντίδρασης και αποφασιστικότητας, ενώ ταυτόχρονα, επανυπολογίζει τις δυνατότητες του οργανωμένου Ελληνικού κράτους και των Ενόπλων Δυνάμεών του, καθώς και της πατριωτικά συνειδητοποιημένης ελληνικής κοινωνίας.
Η Ελλάδα δείχνει και είναι αποφασισμένη ενώ η Ευρώπη είναι ήδη σε δρόμο ταχείας αφύπνισης απέναντι στην μεγαλεπίβολη νεοθωμανική στρατηγική. Γρήγορα τα ευρωπαϊκά κράτη κατανοούν, ότι στο στόχαστρο δεν είναι απλά και μόνο η Ελλάδα, αλλά το σύνολο της Ευρωπαϊκής Δύσης. Με αυτή την έννοια, η αμφισβήτηση των ελληνικών συνόρων είναι ταυτόχρονα και αμφισβήτηση των ευρωπαϊκών συνόρων. Ό,τι απειλεί την Ελλάδα, απειλεί και την Ευρώπη. Και η Ευρώπη, όπως έδειξε και το τελευταίο μεγάλο βήμα οικονομικής ενοποίησης με το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι εξίσου αποφασισμένη να προχωρήσει άμεσα, σε αποφασιστικά βήματα γεωπολιτικής ενοποίησης, σφυρηλατώντας ένα συνεκτικό και ισχυρό πόλο στον παγκόσμιο αλλά και στον περιφερειακό ανταγωνισμό, απέναντι σε αναθεωρητικές δυνάμεις όπως ο νεοθωμανισμός.
Έτσι, βεβαίως, μπορούν να εξηγηθούν οι μετατοπίσεις της γερμανικής πολιτικής, με τις πρωτοβουλίες Μέρκελ και τη στάση Βέμπερ. Σίγουρα έτσι ερμηνεύεται και η αντιτουρκική επισπεύδουσα πολιτική της Γαλλίας με την αμέριστη συμπαράταξη Μακρόν. Όλα αυτά με τη σειρά τους, οδηγούν στο να συμπαρατάσσονται στο Ευρωπαϊκό μέτωπο, βασικές κεντροευρωπαϊκές δυνάμεις όπως η Αυστρία.
Η Ελλάδα, λοιπόν, αναλαμβάνοντας τις κύριες ευθύνες προάσπισης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, προσβλέπει βάσιμα στη στήριξη των συμμάχων της. Μια Ελλάδα φοβική και υποχωρούσα, δεν επρόκειτο να έχει τη συμπαράσταση κανενός.
Εφόσον η Τουρκία επιλέξει να κινηθεί προς την τυχοδιωκτική κατεύθυνση, η μετωπική αντιπαράθεση με την Ευρώπη και η επιβολή κυρώσεων από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα είναι μονόδρομος. Εφόσον επιλέξει την κατεύθυνση της λογικής και της διεθνούς νομιμότητας, θα έχει την δυνατότητα ενός διαλόγου με κανόνες, και με την Ευρώπη και με την Ελλάδα. Είναι στο χέρι της Τουρκίας να επιλέξει τι σχέση θέλει να έχει με την Ελλάδα, με την Κύπρο, με την Ευρώπη. Και η αποφασιστική θέση της Ελλάδας, ίσως τη βοηθήσει ν’ αλλάξει τον μέχρι τώρα δρόμο της.