Είστε εδώ

Είστε εδώ

Του Κυριάκου Αθανασιάδη

Μια μέρα που ο λαός τον χειροκροτούσε: «Μήπως ξεστόμισα καμιά βλακεία;» ρώτησε ο Φωκίων.

Σε ώρες βαθιάς απελπισίας, ανοίγω το ημερολόγιό μου. Μολονότι ο υπολογιστής μου μου προσφέρει πολλά και θαυμαστά εργαλεία, χρησιμότατα όλα τους πέρα από κάθε ευχή, και μολονότι εχθρεύομαι τους τεχνοφοβικούς (παλιά γελούσα με δαύτους, αλλά εδώ και καιρό έχω πάψει — το γέλιο και η ειρωνεία είναι πολύτιμα πράγματα, και δεν είναι σοφό να ξοδεύονται ασυλλόγιστα), ένα καλά δεμένο, χοντρό, χάρτινο ημερολόγιο με πάνινο σελιδοδείκτη είναι πάντα απαραίτητο όταν δουλεύεις με πολλά πράγματα μαζί — ή αν θέλεις να κρατάς ημερολόγιο, φυσικά. Ή απλώς για να κρατιέσαι στα πόδια σου.

Δεν ψάχνω για κάποια σημείωση εκεί μέσα, ή για μια σημαντική ημερομηνία. Δεν ψάχνω καν για τη σελίδα όπου κάποιος καλός άνθρωπος μάζεψε σε ένα πινακάκι τις αργίες της χρονιάς, τις οποίες κατά δυστυχία μου ποτέ δεν ακολουθώ. Ανοίγω το ημερολόγιο γιατί εκεί μέσα έχω, διπλωμένο στα τρία, ένα ήδη κιτρινισμένο φύλλο χαρτί, τη φωτοτυπία ενός σκίτσου που καλύπτει όλη την εκτυπώσιμη επιφάνειά του (το «ψαχνό», που λέμε στην τυπογραφία), ένα σκίτσο που παρουσιάζει μία όψη του σύμπαντος, ή τέλος πάντων του χαώδους σχηματισμού τού σμήνους σπειροειδών γαλαξιών της γειτονιάς μας —ενός ελαχίστου κομματιού τού σύμπαντος Κόσμου, εντέλει—, σμικρυμένου ασφαλώς κατά άπειρες φορές, και που κάπου σε μια γωνιά του έχει ένα βελάκι, μια μικροσκοπική πινακίδα με τις λέξεις ΕΙΣΤΕ ΕΔΩ γραμμένες επάνω της.

Δεν έχουμε τον χρόνο να είμαστε αυθεντικοί. Έχουμε μόνο τον χρόνο να είμαστε ευτυχισμένοι.

Αν πιάνει το κόλπο; Αν ξεφεύγω έτσι από την απελπισία; Δεν έχει σημασία. Άλλωστε, από την απελπισία δεν μπορεί, και ούτε πρέπει, να ξεφεύγει κανείς στην πραγματικότητα. Αρκεί να την έχει σε εφεδρεία, κάπου μέσα του — θα του χρειαστεί σύντομα. Είναι —σκεφτείτε— όπως ο φόβος: τον απεχθανόμαστε όλοι, αλλά είναι ο υπ' αριθμόν 1 εξελικτικός παράγοντας, πάνω ακόμη και από την ίδια την ανάγκη για εύρεση τροφής και για την αναπαραγωγή. Χωρίς αυτόν, χωρίς τον φόβο, ούτε το ελάφι θα είχε αυτά τα δυνατά, λεπτά και μακριά πόδια του, ούτε εμείς θα είχαμε εξελίξει τους αντίχειρές μας. Δεν θα κλείναμε τα μάτια μας στον ήλιο, δεν θα υπήρχαν καν δέντρα στη γη εάν τα ίδια δεν φοβόνταν και τη σκιά τους.

Όμως, για να ξαναγυρίσω σε αυτό που έλεγα: όχι, δεν είναι απαραίτητο να δουλέψει το κόλπο με το σκίτσο των γαλαξιών και τα χαοτικά αστρονομικά μεγέθη που φανερώνουν την ασημαντότητά μας, και κυρίως την ασημαντότητα των λόγων που μας απελπίζουν. Αρκεί που τα πράγματα έχουν ακριβώς έτσι:

ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΔΩ.

Σε μια γωνιά του σύμπαντος, άσημη και ανώνυμη, μέσα σε έναν μετρίου προς το μικρό μεγέθους γαλαξία, σε ένα τοσοδούλι ηλιακό σύστημα, κάτι βράχια που στριφογυρνάνε στην αιωνιότητα, με πολύ αλμυρό νερό το ένα από αυτά, και με ένα σωρό οργανισμούς να ζουν και να πεθαίνουν κατά δισεκατομμύρια κάθε στιγμή επάνω τους — κάποιο από όλα, είμαστε και εμείς. Είμαστε εκεί.

Αλλά τι ΚΑΝΟΥΜΕ εκεί; Γιατί είμαστε; What the fuck? Και, από την άλλη, το σκίτσο με το σύμπαν και την πινακίδα-βελάκι δείχνει άραγε μόνο αυτό; Μόνο την ασημαντότητά μας; Ή και το αντίθετο; Ή τάχα δείχνει ΜΟΝΟ το αντίθετο;

Πιστεύουμε ότι είμαστε αποκομμένοι από τον κόσμο, αρκεί όμως να υψωθεί μέσα στη χρυσαφένια σκόνη ένα λιόδεντρο, αρκούν μερικές αστραφτερές παραλίες κάτω από τον πρωινό ήλιο, για να αισθανθούμε μέσα μας να λιώνει τούτη η αντίσταση. Έτσι και μ' εμένα. Συνειδητοποιώ τις δυνατότητες που διαθέτω. Κάθε λεπτό ζωής φέρνει μέσα του την αξία του θαύματος και το πρόσωπο της αιώνιας νιότης.

Όπως το πάρει κανείς. Το καλό με την τέχνη είναι οι πολλές αναγνώσεις της. Ναι, είναι στ' αλήθεια γελοίο να βαρυγκωμάς για τα περισσότερα από τα πράγματα που σε ρίχνουν. Και, ναι, πίστεψέ με: έτσι ακριβώς είναι. Οι εξαιρέσεις μόνο αξίζουν τη θλίψη σου: ο θάνατος, οι χαμένοι έρωτες, η αρρώστια, η ξαφνική συντριπτική φτώχεια: αυτά που έρχονται σε όλους μας, μα που αν το καλοσκεφτείς σπανίζουν από τη ζωή σου. Όμως όλα τα άλλα δεν την αξίζουν, και δεν τους πρέπει.

Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να ψάχνεις και να βρίσκεις εκείνα εκεί τα πράγματα που θα σε κάνουν να νιώσεις έστω και για μια στιγμή, ή ακόμη καλύτερα για μια ακολουθία στιγμών, ευγνώμων. Ξεκίνα από τον καφέ σου, που ξέρω ότι πίνεις αυτή τη στιγμή. Και μείνε λίγο σε αυτόν. Στο άρωμά του. Με τα μάτια κλειστά, για λίγο.

Πρώτες μέρες ζέστης. Ατμόσφαιρα πνιγηρή. Όλα τα ζώα είναι ξαπλωμένα. Όταν η μέρα σβήνει, η περίεργη ποιότητα του αέρα πάνω από την πόλη. Οι θόρυβοι που ανεβαίνουν και χάνονται εκεί σαν μπαλόνια. Ακινησία των δέντρων και των ανθρώπων. Στις βεράντες, Μαυριτανές που κουβεντιάζουν περιμένοντας να βραδιάσει. Καφές που καβουρντίζεται και το άρωμά του ξεχύνεται κι αυτό προς τα πάνω. Ώρα τρυφερή κι απελπισμένη. Τίποτα να φιλήσω. Τίποτα για να γονατίσω μπροστά του, τρελός από ευγνωμοσύνη.

Ναι, ξέρω, είμαστε εθισμένοι στην απόγνωση και στην απελπισία, όπως και στην πίκρα και στην οργή. και έχουμε καλούς λόγους για αυτό: η αλήθεια να λέγεται. Μόλις χθες «τιμήσαμε», αν μη τι άλλο, την επέτειο του αντισυνταγματικού δημοψηφίσματος — ενός πελώριου θεσμικού ατοπήματος που ζήτημα είναι αν υπάρχει οποιοσδήποτε άλλος Πρόεδρος Δυτικής Δημοκρατίας, έστω και ΕΝΑΣ, που δεν θα το απαγόρευε σκίζοντάς το σε μικρά-μικρά κομματάκια και κλοτσώντας στον αφράτο του κώλο αυτόν που θα του το πρότεινε. Οι timeline μας γέμισαν θλίψη και (δεν είναι υπερβολή) δάκρυα — και όχι όπως αυτά της Μπέτυς Τσίπρα, αλλά ειλικρινή. Αλμυρά.

Πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν πάντα λόγοι. Και είμαστε, όλοι εμείς εδώ, από αυτούς που έπαθαν, πόνεσαν, έχασαν και ξέρουν. Και που δεν ξεχνούν.

Απλώς θέλω να πω —και το γυροφέρνω συνέχεια κατά την προσφιλή μου εκνευριστική συνήθεια— πως επίσης είμαστε, ή πρέπει να είμαστε, ή πρέπει να γίνουμε, και από αυτούς που συνεχίζουν να προσπαθούν. Γιατί δεν υπάρχει άλλη λύση, δεν υπάρχει άλλος δρόμος, και γιατί η οργή, ο θυμός, η απελπισία και η πίκρα ρίχνουν την ευφυία μας και τη συναισθηματική μας νοημοσύνη μπόλικες μονάδες. Γινόμαστε Καμμένοι. Έτσι λένε. Και κάτι θα ξέρουν για να το λένε. Και αυτό δεν μας συμφέρει.

Αν μη τι άλλο: το έχουμε υποχρέωση στον εαυτό μας και στους δικούς μας. Στους πέντε-δέκα ανθρώπους που μας περιβάλλουν με την αγάπη τους. Αυτοί ήταν πάντα ο στόχος μας άλλωστε. Αυτοί είναι ο εαυτός μας.

Όλο και περισσότερο, μπροστά στον κόσμο των ανθρώπων, η μόνη αντίδραση είναι ο ατομικισμός. Ο άνθρωπος, μόνος του, είναι ο σκοπός του. Ό,τι επιχειρούμε για το καλό του συνόλου καταλήγει σε φιάσκο.

Συνεχίστε να προσπαθείτε. Μην το βάζετε κάτω. Μην τους κάνετε το χατίρι. Δεν πρόκειται να χαθεί, τελικά, τίποτε.

Και, σε ώρες βαθιάς απελπισίας, να θυμάστε πως, ό,τι και να γίνει, ό,τι και να έγινε, ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΔΩ.

Κάθε άνθρωπος διαθέτει μια σφαίρα λίγο-πολύ μεγάλης επιρροής. Την οφείλει τόσο στα ελαττώματα όσο και στα προτερήματά του. Δεν έχει σημασία, βρίσκεται εδώ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αμέσως. Μην ωθείτε κανέναν στην εξέγερση. Θα πρέπει μάλλον να εξοικονομήσετε το αίμα και την ελευθερία των άλλων. Αλλά μπορείτε να πείσετε δέκα, είκοσι, τριάντα ανθρώπους, πως αυτός ο πόλεμος δεν ήταν και τόσο αναπόφευκτος, πως για να τον σταματήσουμε μπορούμε να επιχειρήσουμε να καταφύγουμε σε μέσα που δεν χρησιμοποιήθηκαν ακόμα, πως πρέπει να το πούμε, να το γράψουμε όταν μπορούμε, να το φωνάξουμε όταν θα χρειαστεί. Αυτοί οι δέκα ή τριάντα άνθρωποι, με τη σειρά τους, θα το πουν σε δέκα άλλους, που θα το επαναλάβουν κι αυτοί. Αν τους σταματήσει η τεμπελιά, τόσο το χειρότερο, ξαναεπιχειρήστε με άλλους. Και, όταν θα έχετε κάνει αυτό που θα πρέπει να κάνετε στη σφαίρα σας, στον χώρο σας, σταματήστε και απελπιστείτε με την άνεσή σας.

ΥΓ. Στο σημερινό σημείωμα αντλήσαμε αποσπάσματα από το βιβλίο του Αλμπέρ Καμύ, «Σημειωματάρια. Βιβλίο Πρώτο: Μάιος 1935 – Φεβρουάριος 1942» (μετάφραση Νίκη Καρακίτσου-Douge, Μαρία Κασαμπαλόγλου-Roblin, Εκδόσεις Πατάκη). Βιβλίο ιδανικό για υπογραμμίσεις και για δεύτερες και τρίτες αναγνώσεις. Βιβλίο παραλίας επίσης. Αγοράστε βιβλία — κάνει καλό σε εσάς, και κάνει τους άλλους να χαμογελούν.