Του Σάκη Μουμτζή
Δεν είναι μόνον το ασυμβίβαστο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων της Γεροβασίλη και του Φλαμπουράρη, δεν είναι τα «ξεχασμένα» ακίνητα του Σταθάκη ή τα 2 εκατομμύρια που λείπουν από το «πόθεν έσχες» του, δεν είναι η μητέρα της Βαλαβάνη και η διορατική σκέψη της, ούτε καν τα, μυστηριωδώς, κτηθέντα περιουσιακά στοιχεία πολλών μεγαλοστελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκείνο που προκαλεί, είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν όλοι τους, αυτές τις κατηγορίες. Με πλήρη περιφρόνηση προς τον πολίτη και τους θεσμούς. Με σημαία τους την αδιαφάνεια δεν λογοδοτούν πουθενά, έχοντας αναγορεύσει τις δικαιολογίες τους σε θέσφατο.
Κάποιοι μίλησαν για «πολιτικό τσαμπουκά» ή πολιτική θρασύτητα. Για χυδαίο κουτσαβακισμό. Μακάρι να ήταν τόσο επιφανειακό το ζήτημα. Μακάρι το όλον θέμα να άρχιζε και να τελείωνε στην συμπεριφορά αυτών των στελεχών. Δυστυχώς, υπάρχει κάτι πολύ βαθύτερο και αφορά, σε τελευταία ανάλυση, την απόρριψη των θεσμών και των λειτουργιών του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Η τάση για ανεξέλεγκτη άσκηση της εξουσίας είναι ίδιον γνώρισμα όλων των κυβερνώντων. Ανεξαρτήτως χρώματος. Όμως οι αστοί—φιλελεύθεροι πολιτικοί δεσμεύονται, κατά τεκμήριον, από τους θεσμικούς περιορισμούς που οι ίδιοι έχουν θέσει. Η Αριστερά όμως, σε όλες τις εκδοχές της, επειδή δεν αναγνωρίζει αυτούς τους θεσμούς, στους οποίους μάλιστα προσδίδει και ταξικό πρόσημο, δεν επιθυμεί όταν κυβερνά να ελέγχεται. Έτσι, το ασυμβίβαστο και το «πόθεν έσχες» το λαμβάνουν υπόψιν μόνον όταν αφορούν τους πολιτικούς αντιπάλους τους. Οι ίδιοι είναι υπεράνω των νόμων.
Είναι γεγονός, πως σε κείμενα ιδεολογικού περιεχομένου που έχουν γράψει στελέχη της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε ανύποπτο χρόνο, υπογραμμίζουν την αποστροφή τους στους θεσμούς και στις εγγυήσεις της αστικής –φιλελεύθερης δημοκρατίας. Και αυτό είναι απολύτως θεμιτό, στο βαθμό που αυτοί οι προβληματισμοί διακινούνταν στον χώρο των ιδεών και αφορούσαν έναν ασήμαντο αριθμό ανθρώπων.
Όταν όμως οι ιστορικές συγκυρίες τους οδήγησαν στην εξουσία, αυτές οι απόψεις κατέστησαν μορφές πολιτικής πρακτικής που δεν συνάδουν με τους κατεστημένους θεσμούς. Συνεπώς οι κυβερνώντες είχαν και έχουν δύο επιλογές. Ή να τους σεβαστούν ή να τους αλλάξουν. Αυτοί προτίμησαν μια τρίτη λύση, την χειρότερη. Να τους αγνοήσουν. Και μάλιστα αυτό το έκαναν και το κάνουν προκλητικά και ξεδιάντροπα.
Εκπέμπουν το μήνυμα προς την κοινωνία πως η θέληση τους υπερέχει των νόμων, και σε όποιον αρέσει. Έχουν κατανοήσει πλήρως την ισχύ της εξουσίας τους και παρακάμπτουν ό,τι μπορεί να φέρει εμπόδια στην απόλυτη άσκηση της.
Μια ευθεία γραμμή συνδέει την απόπειρα τους να ελέγξουν την πληροφόρηση με την θέληση τους να περιφρονήσουν τις λειτουργίες και τις διαδικασίες ενός πολιτεύματος που, εκ της ιδεολογίας τους, απορρίπτουν.
Συνεπώς, δεν θα έπρεπε να εκπλησσόμαστε με την προκλητική στάση τους απέναντι στις δικές τους παρανομίες και τον τρόπο που χρησιμοποιούν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να τις καλύπτουν. Αισιοδοξώντας, θέλω να πιστεύω πως με την επικείμενη κυβερνητική αλλαγή θα πληρώσουν για όλα αυτά.
Και αυτή και μόνον η σκέψη, τους τρομάζει και τους κάνει επικίνδυνους.