Του Σάκη Μουμτζή
Τον τελευταίο καιρό, μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης, ακούγονται φωνές που ασκούν κριτική στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας για την τακτική της να ζητεί εκλογές. Της υποδεικνύουν να αναπροσαρμόσει τις κινήσεις της πάνω στο δεδομένο πως η συγκυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία. Μάλιστα κάποιοι την καλούν να προχωρήσει σε μια συναινετική πολιτική, για να βοηθήσει στην δημιουργία ήπιου κλίματος που θα βοηθήσει στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Επ΄αυτών έχω να πω τα εξής: την πολιτική που ακολουθεί η αντιπολίτευση εν πολλοίς την επιβάλλει η κυβέρνηση. Αυτή έχει την πλειοψηφία, αυτή βασικά παράγει πολιτική, αυτή ορίζει το πλαίσιο του παιχνιδιού. Στην προκειμένη περίπτωση η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από την ιδιοσυστασία των δύο κομμάτων που την απαρτίζουν δεν μπορεί να εκπονήσει συναινετικές πολιτικές, και το έχει αποδείξει. Δέσμια του οξύτατου και βαθιά διχαστικού λόγου που εξέφεραν όταν ήταν στην αντιπολίτευση, κυβερνούν μέσα από την όξυνση-τεχνητή ή πραγματική- την κατασκευή εχθρών και την παραγωγή διλημμάτων ανακόλουθων με την πραγματικότητα.
Ένας λογικός και καλοπροαίρετος άνθρωπος θα περίμενε μετά την θεαματική στροφή του καλοκαιριού του 2015 και την γενναιόδωρη, μέχρις αφέλειας, στήριξη που έδωσαν τα κόμματα της Ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης στην συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, να δημιουργούνταν ένα κλίμα συνεννόησης για να αρχίσουν να εφαρμόζονται τα ψηφισθέντα μέτρα. Αντ΄αυτού είδαμε να διαιωνίζεται από την συγκυβέρνηση ο διχαστικός αντιμνημονιακός λόγος, ενώ στην πράξη είχαν καταπέσει οι διαχωριστικές γραμμές.
Όμως την πλήρη τρικυμία στα μυαλά της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ την έφερε η αναπάντεχη εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, γεγονός που συνοδεύτηκε και από την δημοσκοπική υπεροχή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτό το φαινόμενο τείνει να λάβει μόνιμα και διευρυνόμενα χαρακτηριστικά. Είναι λογικό η Νέα Δημοκρατία, από θέση ισχύος πλέον, να ανταπαντά όχι μόνον στις προκλήσεις αλλά να καταφέρνει κτυπήματα στην συγκυβέρνηση σε όλους τους τομείς της πολιτικής της. Άλλωστε είναι τόσο τραγικές οι επιδόσεις της που η άσκηση σκληρής αντιπολίτευσης είναι μονόδρομος για την Νέα Δημοκρατία.
Το βασικότερο επιχείρημα των επικριτών της τακτικής Μητσοτάκη είναι πως η απαίτηση για προσφυγή στις κάλπες οδηγεί σε αδιέξοδο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεδομένου πως η συγκυβέρνηση έχει και μπετοναρισμένη πλειοψηφία και χωρίς εμπόδια τον κοινοβουλευτικό της βίο μέχρι το 2019. Νομίζω πως το αίτημα για εκλογές ακυρώνει πιθανό εκλογικό αιφνιδιασμό από τον ΣΥΡΙΖΑ. Επί πλέον δείχνει πως η Νέα Δημοκρατία, με αυτοπεποίθηση, έχει πλέον αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Και βέβαια, τι πιο φυσικό όταν η αξιωματική αντιπολίτευση θεωρεί καταστροφική την κυβερνητική πολιτική να επιζητεί και να απαιτεί την διενέργεια εκλογών.
Αλλά οι διαφωνούντες τι ακριβώς προτείνουν; Συναίνεση; Μα δεν την θέλει η συγκυβέρνηση. Με το ζόρι συναίνεση δεν υπάρχει. Μήπως οι διαφωνούντες θεωρούν πως η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει κάποια θετικά στοιχεία που αφήνουν περιθώρια για συγκλίσεις; Σε ποιους τομείς; Και πώς εννοούν ότι από αυτήν την Βουλή μπορεί να προκύψει άλλη κυβέρνηση; Και μήπως τελικά συνδέουν την κριτική τους στην τακτική Μητσοτάκη με τους μύχιους πόθους τους για άλλου τύπου συγκυβέρνηση;
Καλόν είναι να θέτουμε αυτά τα ερωτήματα για να ξέρουμε ποιοι είναι με ποιον.